Έτσι
κύλησαν τα δώδεκα χρόνια της ζωής της κοντά του.
Η μόνη διαφορά στα
ταξίδια, τ’ ότι κατά την απουσία της Βουλγάρας αφηνόταν στις νυχτερινές
του ορέξεις χωρίς αναστολές, συχνά το προκαλούσε από μόνη της
παραβλέποντας όσα την ενοχλούσαν και όσα την πίκραιναν, χάριν της
σαρκικής απολαύσεως¨ η περιβόητη δεξιοτεχνία του μαζί με μια όρεξη
κολασμένη που τα χρόνια δεν είχαν καθόλου περιορίσει.
Τότε κι αυτή
αποξεχνιόταν, παράβλεπε τις αρχές φαλάκρας, παραμέριζε τα πείσματα και
παραδινόταν ψυχή τε και σώματι, φυλακισμένη στα δυνατά του μούσκουλα.
Κάτι τέτοιες στιγμές, αν και την έπνιγε η ιδρωτίλα, δεν έβρισκε πικρές
κουβέντες, παρά μονάχα γλυκόλογα, συρραφή ρόλων πάντα, ανάμεικτα με
αναστεναγμούς και κάτι ατάκες μες στο σιρόπι βουτηγμένες. Γινόταν
υπάκουη όπως παλιότερα, επί εποχής θεάτρου στα πρώτα της βήματα, με
κάπως πιο περιστασιακούς παρτενέρ.
Το άλλο πρωΐ μετάνοιωνε, όπως
τότε, και δάγκωνε τα χείλια της από πείσμα, να τα ματώσει. Κι ύστερα η
νύχτα ερχόταν ξανά και μαζί της ερχόταν εκείνη η γλυκιά ανατριχίλα να
της παραλύσει κάθε αντίσταση και αναστολή.
Κάτι τέτοιες ημέρες όλα
έδειχναν μέλι-γάλα κι ο γάμος επιτυχημένος, χωρίς μεγάλους καυγάδες και
λόγια φαρμακερά. Μα και χωρίς να συγκρίνεται με την εποχή του θυελλώδους
έρωτα που τους ένωσε κι έκανε κάθε ανταγωνίστριά της να σκάσει από
ζήλεια. Ένας έρωτας που επίσης έφερε στα όρια της υστερίας όσες
συντοπίτισσές του διεκδικούσαν τον μυστακοφόρο Ίλαρχο ως γαμπρό
πολύφερνο και τις έκανε να πλαντάξουν καταφεύγοντας σε ξόρκια,
μαντζούνια και λοιπές αηδίες, καμώματα που δεν απέδωσαν. Ο γάμος έγινε
μετά βαΐων, κλάδων κι ενός ουλαμού σπαθάτων ν’ αποδίδει τιμές, αν και
κάπως βεβιασμένα είναι η αλήθεια και σε στενό κύκλο ελάχιστων φίλων και
συγγενών.
Η μυστικότητα ως προς την τελετή κρατήθηκε κατόπιν επιμονής
της νύφης που θέλησε να ζήσει τη στιγμή μακριά από βάσκανα μάτια και
κυρίως γιατί είχε να τροφοδοτήσει το μύθο που την περιέβαλλε, αφήνοντας
τη φαντασία των ακάλεστων να οργιάσει.
Μα όλα τούτα της φαίνονταν σαν
φωτογραφία ξεθωριασμένη, σαν μια παράσταση παλιά που ο χρόνος αρνιόταν
να εξωραΐσει. Κάθε που ο Καραματσούκας προετοίμαζε το έδαφος με χίλιες
προφάσεις για να ταξιδέψει μόνος, η Μεταξία ήξερε καλά πως ήταν στη μέση
άλλη γυναίκα. Τότε του έβαζε επιδεικτικά όλο καινούργια σώβρακα στη
βαλίτσα κι ένα κουτάκι ληγμένα προφυλακτικά.
Μόλις έφευγε ο καλός της
προς άγνωστη κατεύθυνση, τότε πέρναγε μια βόλτα από την κεντρική αγορά,
έτσι να τσεκάρει την απουσία της κομμώτριας που επέστρεφε πάντα μετά
πολλών ενθυμημάτων. Η Ρίκη τα τελευταία χρόνια μονοπωλούσε τα
εξωσυζυγικά ενδιαφέροντα του στρατηγού και απολάμβανε μιας
προτεραιότητας σε κάτι σύντομα ταξιδάκια αναψυχής, ως η επιφανέστερη και
πλέον μακροημερεύουσα έναντι άλλων περιστασιακότερων, από εκείνες που η
Μεταξία συλλήβδην έλεγε χωριατοπουτάνες.
Μα τώρα πια τίποτα απ’ όλα
τούτα δεν την ενοχλούσε. Είχε αποκόψει κάθε συναισθηματικό δεσμό μαζί
του.-
Δημοσίευση: Μαΐου 10, 2010
- Κατηγορία:
ΧΙΛΙΟΣ Δ
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Τα θέματα των αναρτήσεων δεν εκφράζουν απαραίτητα και τις απόψεις των διαχειριστών και των συντακτών του ιστολογίου μας. Τα σχόλια εκφράζουν τις απόψεις των σχολιαστών και μόνο αυτών.
Σχόλια που περιέχουν ύβρεις ή απρεπείς χαρακτηρισμούς διαγράφονται κατά τον έλεγχο από την ομάδα διαχείρισης. Ευχαριστούμε.