Η έκφραση της λαϊκής βούλησης και το πρόβλημα του γιαουρτώματος (Αφήγημα 3 από 6)

0


Αφήγημα τρίτο
Το εργατικό τζιτζίκι
     Ας δούμε λοιπόν σε ποιόν οφείλεται ο πλούτος (που όλοι διεκδικούν) και πού πρέπει να αποδοθεί. Αναμφισβήτητα στην προβιομηχανική κοινωνία ωφείλετο στην εργασία, τους καρπούς της οποίας υπέκλεπταν οι ανώτερες τάξεις. Στην βιομηχανική και μεταβιομηχανική κοινωνία όμως, ο πλούτος αυτός οφείλεται στην λεηλασία των φυσικών πόρων και μάλιστα εκείνων, που μέχρι πρόσφατα θεωρούνταν ανεξάντλητοι (η γονιμότητα της γης, η καθαρότητα του πόσιμου νερού, ο αέρας που αναπνέουμε κ.λ.π.) και δυστυχώς ακόμη και αν ήταν δυνατόν να μετατραπεί (το σύνολο του χρηματιστηριακού «πλούτου») σε διαδικασίες αποκατάστασης του περιβάλλοντος, μικρό μέρος της ζημιάς θα μπορούσε να αποκατασταθεί. Το κέρδος, ή η ζημία που προκύπτει από μία παραγωγική διαδικασία εξαρτάται από το προκύπτον όφελος μείον το κόστος παραγωγής, μείον τις (αναπόφευκτες) ζημιές. Το να μην λογαριάζουμε τις ζημιές είναι στρουθοκαμηλισμός και δημιουργική λογιστική. Το ότι κανείς μέχρι τώρα δεν πλήρωνε την περιβαλλοντική ζημιά, δεν σημαίνει, ότι δεν υπάρχει και δεν θα πληρωθεί. Όταν η περιβαλλοντική ζημιά, εκπεφρασμένη σε χρήμα, όπως θα δούμε στο πρώτο παράδειγμα, είναι πολύ μεγαλύτερη από το όφελος, για ποια κέρδη, που έπρεπε να μοιραστούν, μιλάμε; Αναμφισβήτητα αυτά τα κέρδη δεν ανήκουν στους καπιταλιστές που τα καρπώθηκαν, αλλά δεν ανήκουν και σε κανέναν άλλο από εμάς· ανήκουν στην αποκατάσταση του περιβάλλοντος και δεν φτάνουν, ούτε για να θάψει η γάτα το σκατό της, όπως επίσης θα δούμε στα παρακάτω παραδείγματα. Αλλά και αν έφταναν και περίσσευαν, έπρεπε πάλι να μοιραστούν στα προνομιούχα δύο τρίτα των δυτικών κοινωνιών; Τα δισεκατομμύρια των πράγματι φτωχών, τι θα έπαιρναν; Παραθέτω τα παραδείγματα, σημειώνοντας ότι περιβαλλοντικό κόστος, είναι το κόστος της πλήρους αποκατάστασης (και όχι αυτό, που σήμερα λογαριάζουμε).
1.   Ενα μεγάλο τροπικό δένδρο, που δίνει ξυλεία επιπλοποιείας αξίας πέντε χιλιάδων ευρώ, μας δίνει στην διάρκεια της (φυσιολογικής) ζωής του οξυγόνο αξίας τριακοσίων χιλιάδων. Δηλαδή με την τεχνολογία, που διαθέτουμε, μπορούμε να παράγουμε οξυγόνο ίσης ποσότητας με κόστος τριακόσιες χιλιάδες ευρώ. Βέβαια για να μας δώσει αυτήν την ξυλεία, έχει ήδη αποδώσει μεγάλο μέρος αυτού του οξυγόνου και (κανονικά) υπάρχει πρόβλεψη αναπλήρωσης· όμως ακόμη και το δέκα τοις εκατό να λογαριάσουμε για πραγματική χασούρα (που φυσικά είναι μεγαλύτερη) η ζημιά είναι έξι φορές μεγαλύτερη από το όφελος*. Και μιλάμε μόνο για μία περιβαλλοντική παράμετρο. Πόση είναι η αντιδιαβρωτική, η κλιματιστική, η χουμοπαραγωγική και εν γένει βιολογική αξία αυτού του δένδρου;
Το ποια είναι η αξία της εργασίας καθενός μας λοιπόν είναι μέγεθος σχετικό. Δύο υλοτόμοι με δύο αλυσοπρίονα, λίγα απλά εργαλεία και κάποιο ερπυστριοφόρο (ή ελέφαντα) κόβουν, ξεκλαδίζουν, αποφλοιώνουν, μεταφέρουν και φορτώνουν το δέντρο σε δύο ημέρες. Αν πάρουν από εκατό ευρώ ( μεροκάματο και ένσημο), μπορούν να πουν ότι ο εργοδότης έβγαλε από την δουλειά τους τεσσεράμισι χιλιάρικα. Αν όμως προσμετρήσουμε, έστω μόνο το χαμένο οξυγόνο, βλέπουμε ότι κι αυτό το μεροκάματο από το οξυγόνο το πήρανε (φυσικά και ο εργοδότης το κέρδος του). Αν δε, μετρήσουμε την ανταλλακτική αξία αυτού του μεροκάματου με την ανταλλακτική αξία του πολύ σκληρότερου μεροκάματου των προγόνων τους υλοτόμων (που δούλευαν με τσεκούρια), θα δούμε ότι κι αυτή είναι πολλαπλάσια. Τότε ποιος τους έκλεψε τι; Βέβαια στο τροπικό δάσος δεν εργάζονται υλοτόμοι με Ελληνικά μεροκάματα, όμως αυτό δεν αλλάζει τίποτα. Αλλωστε και εκεί ο χωρικός προτιμά να αφήσει την δική του αγροτική εκμετάλλευση, για να πάει μεροκάματο σε δουλειές, όπως αυτή, γιατί είναι λιγότερο κουραστική και πολύ πιο προσοδοφόρα, ακόμη και από το να είναι αφεντικό στον δικό του μικρό αγρό, που καλλιεργείται με παραδοσιακό τρόπο και δεν προκαλεί περιβαλλοντική υποβάθμιση. Δεν εργάζονται σκληρά οι υλοτόμοι σήμερα; Εργάζονται, αλλά παίρνουν το αντίτιμο του μόχθου τους· τα υπόλοιπα (τα πολλά) είναι το αντίτιμο της περιβαλλοντικής καταστροφής, το οποίο όπως είπαμε δεν την αντισταθμίζει καν.
2.   Δύο κορυφαίες πετρελαϊκές εταιρείες, η EXXON και η BP (οι οποίες υποθέτω, ότι διαθέτουν την πιο σύγχρονη τεχνολογία) προκάλεσαν δύο τεράστιας έκτασης καταστροφές και έριξαν δισεκατομμύρια με την σέσουλα για «αποκατάσταση». Τι έκαναν με αυτά; Απλά δωροδόκησαν τους ντόπιους ψαράδες με γερά μεροκάματα (άνευ απόδοσης) και ικανό διάστημα, ώστε να αποσοβήσουν τις άμεσες χοντρές αντιδράσεις. Επίσης πλήρωσαν ειδικούς δημοσίων σχέσεων, παραγωγές παραπλανητικών ντοκιμαντέρ για την δήθεν αποκατάσταση, πρόστιμα κ.λ.π.. Φυσικά ήταν αδύνατον και στις δύο περιπτώσεις να γίνει κάτι ουσιώδες, ακόμη και με όλα τα δισεκατομμύρια του κόσμου, αλλά και αυτά που έπεσαν, υπό φυσιολογικές συνθήκες ήταν ικανά να γονατίσουν και πολυεθνικές· μόνο που κάτι τέτοιο δεν έγινε, γιατί οι πολυεθνικές πάντα μετακυλίουν και διασπείρουν το κόστος στην κατανάλωση. Δεν το κάνουν εν θερμώ· αφήνουν να περάσει λίγος χρόνος (όπου εγγράφουν ζημιές και δεν πληρώνουν φόρους) και βρίσκουν αργότερα κάποια αφορμή (κάποιον πόλεμο, κάποια κρίση) για να το κάνουν. Θα πεί κάποιος «μα εδώ οι ρυπαντές κερδίζουν κιόλας». Και εδώ και σε πάρα πολλές άλλες περιπτώσεις κερδίζουν (βλέπε εξαγορά ρύπων) αλλά τα κέρδη αυτά δεν ισοφαρίζουν (και δεν θα μπορούσαν να αποκαταστήσουν) την περιβαλλοντική ζημιά. Αν το πρόβλημα λυνόταν με τα κέρδη τους, η εταιρείες πρόθυμα θα το έλυναν, για να «πουλήσουν» περιβαλλοντική ευαισθητοποίηση (και θα ξανακέρδιζαν στην συνέχεια με την μετακύλιση του κόστους στην αγορά). Όμως και αν ακόμα το πετρέλαιο δεν χυνόταν στην θάλασσα και καταναλωνόταν κανονικά, η περιβαλλοντική ζημιά θα ήταν μικρότερη; Δυστυχώς τα του προηγούμενου παραδείγματος ισχύουν παντού. Εκτός των νάυλον και λοιπών πετροχημικών, που φτάνουν πάλι στους πυθμένες των ωκεανών, ή διαλύονται στο νερό, οι αέριοι ρύποι δεν είναι δυνατόν να κουλαντριστούν στις περισσότερες περιπτώσεις. Αλλά ακόμη και να συγκεντρώναμε τους αέριους ρύπους, είναι πάντα αδύνατο από οικονομικής πλευράς να προβούμε σε ανάστροφες χημικές αντιδράσεις και να πάρουμε οξυγόνο και πετρέλαιο, ή άλλης μορφής καύσιμο.
     Η πεποίθηση ότι θα αρκούσαν τα κέρδη των μεγαλοκεφαλαιούχων, όχι μόνο για περιβαλλοντική αποκατάσταση, αλλά και για την αποκατάσταση των δισεκατομμυρίων απόκληρων και για την ικανοποίηση όλων των επιθυμιών των «αδικημένων» συντεχνιών, αποδεικνύει αφέλεια για αυτούς που τα πιστεύουν και πονηρία για αυτούς, που την εκπορεύουν. Η Σοβιετική οικονομία ήταν λιγότερο καταστροφική περιβαλλοντικά; Η σοφιστεία ότι ρυπαντής είναι μόνο ο παραγωγός, ενώ ο καταναλωτής είναι αθώος είναι το έσχατο ηθικό κατρακύλισμα μία κοινωνίας, που έμαθε να μην παράγει (επικαλούμενη άλλα «ανώτερα» έργα), να καταναλώνει εγωιστικά χωρίς περίσκεψη και από πάνω να πουλάει τζάμπα αγωνιστικό και οικολογικό φρόνημα. Μίας κοινωνίας που έφτασε στην πρόσφατη κουτοπόνηρη θεωρία του καταναλωτικοκεντρικού οικονομικού μοντέλου: « Αν δεν μας δώσετε άλλα λεφτά, πως θα καταναλώνουμε τα προϊόντα σας βρε αχάριστοι;» …Πραγματικά ακλόνητο οικονομικό επιχείρημα. Απορώ γιατί δεν το καταλαβαίνουν αυτοί οι ηλίθιοι οι πιστωτές; Τι να καταλάβουν όμως αυτά τα στουρνάρια από επιστημονική προσέγγιση της οικονομίας.
3.   Όταν ξεκίνησε η εκβιομηχάνιση της γεωργίας (θεριστικές, αλωνιστικές, τρακτέρ, χημικά λιπάσματα κ.λ.π.) ένας εργάτης με ένα τέτοιο μηχάνημα αυτόματα αντικατέστησε 20 και 30 εργάτες γης. Το κόστος των τριάντα κακοπληρωμένων εργατών αντικαταστάθηκε από το κόστος του ενός (καλλίτερα πληρωμένου), της λειτουργίας και της συντήρησης των μηχανημάτων. Για την κατασκευή και την συντήρηση χρησιμοποιούνταν επίσης καλλίτερα πληρωμένοι τεχνίτες (σε σχέση με τους εργάτες γης) αλλά και πάλι το κόστος της εκβιομηχανισμένης παραγωγής ήταν πολύ μικρότερο από το κόστος των κακοπληρωμένων εργατών γης. Όπως είπαμε όμως, δεν λογαριαζόταν καθόλου το κόστος της μόλυνσης, που ξερνάνε αυτές οι μηχανές. Αν λογαριάζαμε σωστά και χωρίς προκαταλήψεις το κόστος της εκβιομηχανισμένης περίπτωσης (δηλαδή και το κόστος της πραγματικά πλήρους αποκατάστασης) θα βλέπαμε, ότι είναι τελικά μεγαλύτερο, ακόμα και αν οι τριάντα εργάτες γής ήταν λιγότερο κακοπληρωμένοι (αν δεν έφεραν δηλαδή το βάρος των φεουδαρχών- κοτσαμπάσηδων). Αν το δούμε με την αφέλεια και την κουτοπονηριά των αλαζονικών θεωριών εκείνης της εποχής ( ότι τάχα ο άνθρωπος δια της ευφυΐας του «νίκησε» «δάμασε» «υπέταξε» την φύση) τότε ο εργάτης που αντικατέστησε τους τριάντα δικαιούταν τα τριάντα μεροκάματα (και μάλιστα προσαυξημένα χωρίς το νταβατζηλίκι του κοτσάμπαση) μείον τα έξοδα απόσβεσης, λειτουργίας και συντήρησης. Αν το δούμε όμως με την σημερινή ματιά και πολύ περισσότερο με την ματιά του μέλλοντος, που διαγράφεται μετά από αυτήν την «νίκη», θα δούμε, ότι ο εργάτης αυτός δεν δικαιούται καν το μεροκάματο του ενός από τους τριάντα, γιατί ο εργάτης γης δεν επιβάρυνε σε τίποτα το περιβάλλον και χρειαζόταν μηδενικό κόστος αποκατάστασης για όσα παρήγαγε, ενώ η φουσκωμένη παραγωγή του βιομηχανικού αγρότη οφείλεται στην καταστροφή της γονιμότητας και του περιβάλλοντος γενικότερα**.
     Θα μπορούσαμε (θεωρητικά) να παρακάμψουμε το περιβαλλοντικό κόστος (μια και μέχρι πρόσφατα δεν πληρωνόταν τίποτα γι αυτό) και να πούμε «και με ποια λογική αυτά τα λεφτά ανήκουν στον κοτσάμπαση;» Φυσικά και δεν του ανήκουν, η πραγματικότητα όμως επιβάλλει σε κάθε ματσωμένο επιχειρηματία να χρησιμοποιήσει μεγάλο μέρος του πλούτου, που συγκεντρώνει, σε παραγωγικές επενδύσεις, πράγμα που ούτως ή άλλως έπρεπε να γίνει. Ένα μέρος του πλούτου θα μπορούσε πράγματι να μοιραστεί (πάντα βέβαια εφόσον δεν υπήρχε αυτό το περιβαλλοντικό κόστος)· είναι αυτό που χρησιμοποιείται για την πολυτελή διαβίωση των πλουτοκρατών, των αυλικών, των ρουφιάνων και λοιπών υποχείριων τους. Και ως γνωστόν, όσο πιο πλούσιος είναι κανείς, τόσο μικρότερο ποσοστό του πλούτου του χρειάζεται να χρησιμοποιήσει για την πολυτελή διαβίωση του. Αυτά τα ποσά μόνο θα μπορούσαν να διανεμηθούν· όμως και αυτά γιατί θα έπρεπε να διανεμηθούν στους ήδη καλοπληρωμένους υπαλλήλους των κερδοφόρων επιχειρήσεων (και του συστήματος γενικότερα) όταν όπως είδαμε, η υψηλή αυτή κερδοφορία  δεν προκύπτει από την δική τους εργασία, αλλά από την λεηλασία των φυσικών πόρων, των οποίων όλοι λογικά τυγχάνουμε ισότιμοι συνέταιροι; Συνεπώς και χωρίς κόστος περιβαλλοντικής αποκατάστασης, πάλι αυτά που θα ήταν να μοιραστούν, δεν θα ανήκαν στις αχόρταγες συντεχνίες των πληβείων, αλλά στα δισεκατομμύρια των απόκληρων.
     Επίσης θα πρέπει να γίνει κατανοητό, ότι οι φούσκες και οι «υπεραξίες» αν μοιραστούν ξεφουσκώνουν αμέσως. Οι ίδιοι οι καπιταλιστές δεν μπορούν εύκολα να τις διατηρήσουν (μόλις η Microsoft έχασε την μοναδικότητα στην τεχνολογική πρωτοπορία, η περιουσία του Γκέιτς έπεσε στο μισό· με τα ίδια περιουσιακά στοιχεία) όχι να μοιραστούν κιόλας. Αν ο χρηματιστηριακός πλούτος είχε πλήρη αντιστοιχία με την παραγωγική δυνατότητα, που υποτίθεται ότι αντιπροσωπεύει, οι μετοχές δεν θα έπεφταν (αλλά ούτε και θα φούσκωναν χωρίς παραγωγικό αντίκρισμα).

* Το δέντρο φυσικά κάποια μέρα θα πέθαινε και θα έπρεπε να κοπεί για να αντικατασταθεί από άλλο, που μεγαλώνει δίπλα του. Ωστόσο οι σημερινοί δασονομικοί κανόνες θεωρούν ώριμο (για να κοπεί) ένα δέντρο, που έχει ψιλοκαταλάβει τον θόλο του προηγούμενου. Αυτό μπορεί να συμβεί και στο ένα πέμπτο της φυσιολογικής ζωής του. Ένα τέτοιο δέντρο όμως, δεν έχει το ίδιο φύλλωμα και φυσικά δεν παράγει το ίδιο οξυγόνο.
Βεβαίως δεν συμφέρει (ούτε από πλευράς οξυγόνου) να αφήσουμε το δέντρο να πεθάνει και να το κόψουμε μετά, όμως είναι πολύ εύκολο να καταλάβει κανείς τις απώλειες οξυγόνου με αυτήν την ταχύρρυθμη «ανανέωση» (όπου υπάρχει και αυτή η πρόβλεψη και δεν αποψιλώνεται το δάσος). Τέλος, όσο βλακώδες ήταν να θεωρούμε το δέντρο μόνο ξύλο, τόσο βλακώδες είναι να το θεωρούμε μόνο ξύλο και οξυγόνο. Φτάσαμε να μετράμε την αξία του οξυγόνου σε χρήμα, μόνο και μόνο γιατί όταν ήταν άφθονο δεν το μετράγαμε καθόλου (και επειδή παρά την μείωση εξακολουθεί να είναι άφθονο, πολλοί δεν θέλουν ούτε τώρα να το μετρήσουμε). Θέλουν μήπως αύριο να αρχίσουμε να μετράμε σε χρήμα την μηχανική απόδοση των αιωνόβιων δέντρων, που σπάζουν αθόρυβα και χωρίς καμία μόλυνση τα βαθειά σκληρά πετρώματα, για να μπορέσουν να προκόψουν τα νεότερα δέντρα; Θέλουν να μετράμε σε χρήμα την βιολογική τους αξία (στην ανάπτυξη της βιοποικιλότητας); Η μήπως θέλουν να συγκρίνουμε τα «άχρηστα» αυτά δέντρα (τα αιωνόβια) με τα «χρήσιμα» κλιματιστικά;
** Στο δεύτερο και το τρίτο παράδειγμα δεν αναφέρω το κόστος περιβαλλοντικής αποκατάστασης, γιατί δεν βρήκα στοιχεία από μελέτες γύρω από αυτά · η απλή λογική μου λέει, ότι και μόνο το κόστος περισυλλογής των αέριων και υγρών ρύπων είναι πολλαπλάσιο του οφέλους. Όμως και στο πρώτο παράδειγμα ακόμα (που το κοστολόγησαν ειδικοί επιστήμονες και όχι εγώ φυσικά) μετρήσαμε μόνο το οξυγόνο και το βρήκαμε εξαπλάσιο κατ ελάχιστον από το συνολικό όφελος (μεροκάματα, άλλα έξοδα, επιχειρηματικό κέρδος). Δεν μετρήσαμε τα ήδη αναφερθέντα, ούτε την μόλυνση από τα υλοτομικά μηχανήματα. Και στο παράδειγμα αυτό δεν έχουμε καν την «στραβή» του δεύτερου παραδείγματος (που χύθηκε το πετρέλαιο στην θάλασσα). Πιστεύω, ότι αυτά είναι αρκετά για κάθε σκεπτόμενο άνθρωπο.
Παναγιώτης Θ. Ρέππας
(συνεχίζεται)
ΟΛΑ ΤΑ ΑΦΗΓΗΜΑΤΑ ΕΔΩ
Δημοσίευση: Μαΐου 24, 2011

0 Σχόλια για την ανάρτηση: "Η έκφραση της λαϊκής βούλησης και το πρόβλημα του γιαουρτώματος (Αφήγημα 3 από 6)"

Όποιος πιστεύει ότι θίγεται από κάποια ανάρτηση ή θέλει να απαντήσει αρκεί ένα απλό mail στο parakato.blog@gmail.com να μας στείλει την άποψή του για δημοσίευση ή επανόρθωση. Οι αναρτήσεις αφορούν αποκλειστικά πρόσωπα και καταστάσεις με δημόσιο χαρακτήρα και δεν αναφέρονται στην προσωπική ζωή κανενός που σεβόμαστε απολύτως. Δεν έχουμε προηγούμενα με κανέναν, δεν κρατάμε επόμενα για κανέναν.

Τα θέματα των αναρτήσεων δεν εκφράζουν απαραίτητα και τις απόψεις των διαχειριστών και των συντακτών του ιστολογίου μας. Τα σχόλια εκφράζουν τις απόψεις των σχολιαστών και μόνο αυτών.

Σχόλια που περιέχουν ύβρεις ή απρεπείς χαρακτηρισμούς διαγράφονται κατά τον έλεγχο από την ομάδα διαχείρισης. Ευχαριστούμε.

 
ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΗΝ ΚΟΡΥΦΗ Copyright © 2010 | ΟΡΟΙ ΧΡΗΣΗΣ | ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ | Converted by: Parakato administrator