Κοινωνιολόγος –Πολιτικός Επιστήμονας
Το ΠΑΣΟΚ, το άλλοτε κραταιό κόμμα πρώτα της αδογμάτιστης σοσιαλιστικής αριστεράς, την περίοδο Ανδρέα Παπανδρέου, της κεντροαριστεράς και του εκσυγχρονισμού επί Κ. Σημίτη, της κεντροαριστεράς και του μνημονίου επί Γ. Παπανδρέου και του «προοδευτικού» κέντρου σήμερα επί Ε. Βενιζέλου, είναι εγκλωβισμένο σε επτά κρίσεις.
Πρώτον είναι εγκλωβισμένο σε μια κρίση αφήγησης μεταξύ μνημονιακού νεοφιλελευθερισμού και σοσιαλιστικού βυζαντινισμού. Όσοι στήριξαν το μνημόνιο τόσο σε επίπεδο κορυφής όσο και σε επίπεδο βάσης αναγκάζονται σήμερα να απολογούνται για τις τραγικές του συνέπειες ακόμα και εν αυτές προέρχονται από επιλογές της κυβέρνησης Σαμαρά.
Από την άλλη πλευρά εκείνοι που αντιπαλεύουν αυτή την λογική στο εσωτερικό του ΠΑΣΟΚ πέρα από μια αόριστη παρελθοντολογία για το ένδοξο παρελθόν δεν έχουν να αντιτάξουν μια σύγχρονη αντιπρόταση.
Απουσιάζει ολοκληρωτικά μια σύγχρονη αφήγηση του δημοκρατικού σοσιαλισμού η οποία θα έθετε το σπέρμα τόσο για την υπέρβαση του μνημονίου όσο και για την κριτική υπέρβαση των αρνητικών πτυχών του παρελθόντος.
Αυτό δεν σημαίνει ότι μαζί με τα νερά πρέπει να πεταχτεί και το μωρό.
Εντούτοις πολύ περισσότερο χρόνο πρέπει να σπαταλήσει το ΠΑΣΟΚ στις αρνητικές πτυχές της μακρόβιας διακυβέρνησης του, η οποία μεταξύ άλλων συνδέθηκε με τον νεποτισμό και το πελατειακό κράτος, την αδιαφάνεια και την κλεπτοκρατία , την προσοδοθηρία, τον πελατειακό κορπορατισμό, την σπατάλη, τον δεσποτισμό και την αλαζονεία, την προγραμματική και πολιτική ασυνέπεια, την προσωπολατρία κοκ.
Το ΠΑΣΟΚ πέρα από κάποιες γενικολογίες δεν αφηγείται σήμερα συγκροτημένα με ποιόν τρόπο - πέραν των μνημονίων και της λιτότητας- η Ελλάδα και η Ευρώπη θα εξέλθουν από την κρίση, ούτε απαντάει στο ερώτημα ποιο είναι το μοντέλο κοινωνικής δικαιοσύνης, κοινωνικού κράτους και αναδιανομής που προτείνει για να ακολουθήσει ως κόμμα υποτίθεται ενταγμένο στο μπλοκ των σοσιαλιστικών και σοσιαλδημοκρατικών δυνάμεων.
Δεύτερον το ΠΑΣΟΚ βρίσκεται σε μια μόνιμη κρίση κοινωνικής αναφοράς με την έννοια ότι είναι πλέον εντελώς ασαφές ποιες κοινωνικές τάξεις και στρώματα εκπροσωπεί.
Είναι προφανές ότι με την άνοδο του Α. Παπανδρέου στην εξουσία και την είσοδο στο προσκήνιο της πολιτικής και οικονομικής ζωής της χώρας των αγροτών, των εργατών, των υπαλλήλων και των μικρομεσαίων επαγγελματιών ξεκινάει η διαδικασία γιγάντωσης της μεσαίας τάξης. Οι μισθοί αυξάνονται εκείνη την περίοδο κατά 60% και αρχίζει να συγκροτείται το κοινωνικό κράτος. Δυστυχώς ωστόσο η ταυτότητα της κλαδικής του ΠΑΣΟΚ μετατρέπεται σε διαβατήριο κοινωνικής ανόδου.
Το ΠΑΣΟΚ τότε είναι ακόμη ένα αριστερό, ριζοσπαστικό κόμμα, που στοχεύει στην «κοινωνική απελευθέρωση» και τον «σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της κοινωνίας».
Κατά την περίοδο 1974-1996 θα μπορούσε κανείς ανενόχλητα να αποδεχτεί ότι το ΠΑΣΟΚ εκφράζει το μπλοκ των μη προνομιούχων , ένα κοινωνικό φάσμα που εκτείνεται από τον απλό εργαζόμενο έως τον μεσαίο επιχειρηματία. Ένα μπλοκ όμως που μετεξελίχτηκε μετά από πολλά χρόνια εξουσίας τα οποία προώθησαν ποικίλες κοινωνικές ενισχύσεις , εισοδηματική διανομή αλλά και κίνητρα κοινωνικής κινητικότητας, σε έναν κοινωνικό χυλό της «μεσαίας τάξης η οποία ενσωμάτωσε ποικίλα και αντιφατικά συμφέροντα που από μια στιγμή και μετά δεν μπορούσαν να μπολιαστούν στα πλαίσια μιας ενιαίας πολιτικής ταυτότητας και στρατηγικής.
Ακολούθησε η περίοδο του εκσυγχρονισμού η οποία συνδέθηκε με την ένταξη μας στην ΟΝΕ. Εν ονόματι του “εκσυγχρονισμού”, μετατράπηκε εν μια νυκτί η εργασία σε απασχόληση, με την νομοθέτηση των πρώτων μέτρων που θα οριοθετούσαν τα εργασιακά δικαιώματα .Οι απασχολούμενοι πλέον μπορούσαν να είναι ευέλικτοι, ελαστικοί, υποαπασχολούμενοι ή νοικιασμένοι ..
Η ανερχόμενη μεσαία τάξη συνδέεται με το πρόταγμα της οικονομικής ανάπτυξης και τα συμφέροντα της δεν συνδέονται πλέον μες τους μη προνομιούχους.
Από τις εκλογές του 2000 και εντεύθεν, η εκλογική δύναμη του ΠΑΣΟΚ δεν είναι πλέον τα αδύναμα κοινωνικά στρώματα αλλά “τα μεσο-ανώτερα που πίστευαν ακόμα στη δυνατότητα οικονομικής προόδου και διατηρούσαν την αισιοδοξία της προσωπικής τους ανάπτυξης, α, κάτοικοι αστικών κέντρων κυρίως Αθήνας, Θεσσαλονίκης, και άνδρες ηλικίας 25-44 σημειώνει η Άννα Κομνηνού (1).
Κατά συνέπεια είχε ξεκινήσει ήδη την περίοδο του σημιτικού εκσυγχρονισμού μια διαδικασία κοινωνικής επιλογής που δεν αποπερατώθηκε. Η διαδικασία αυτή συμπεριελάμβανε την ρήξη με ορισμένα στρώματα που στήριζαν παραδοσιακά το ΠΑΣΟΚ όπως οι εξαρτημένα εργαζόμενοι και οι δημόσιοι υπάλληλοι.
Θυμίζουμε την ασφαλιστική μεταρρύθμιση Γιαννίτση και την ρήξη με τους συμβασιούχους.
Η διαδικασία αυτή αποπερατώθηκε ωστόσο την εποχή του μνημονίου. Μέσω των δημοσιονομικών πιέσεων, το ΠΑΣΟΚ αποστασιοποιήθηκε ακόμα και από την μεσαία τάξη, την οποία το ίδιο εξέθρεψε. Τώρα συμβάλει στη συρρίκνωσή της. Είναι ενδεικτικό ότι το κίνημα της αλλαγής που δημιούργησε το ΕΣΥ σήμερα είναι σε ρήξη με όλους τους συντελεστές του.
Το ίδιο ισχύει με τους αγροτικούς συνεταιρισμούς, τους πανεπιστημιακούς, τους δασκάλους, τους ταξιτζήδες, τους δημόσιους υπαλλήλους , τους συνταξιούχους την νέα γενιά κοκ.
Σε ποιες κοινωνικές δυνάμεις σκοπεύει το ΠΑΣΟΚ άραγε να στηριχτεί στο μέλλον για να αναδομηθεί;
Ποια θα είναι η κοινωνική και ταξική του ταυτότητα, όταν έχει πάει απέναντι σχεδόν ολόκληρη η ελληνική κοινωνία πλην των τραπεζιτών και ορισμένων μεγάλων επιχειρηματιών; Εάν το ΠΑΣΟΚ επιθυμούσε να επανασυνδεθεί με τον κόσμο της εργασίας όφειλε να κάνει σημαία του το ζήτημα της ανεργίας με ριζοσπαστικές προτάσεις κατά την μακρά παράδοση του δημοκρατικού σοσιαλισμού όπως η πλήρη επαναφορά των συλλογικών συμβάσεων και η άμεση αποκατάσταση του κατώτατου μισθού.
Σε μια εποχή που η δημόσια συζήτηση για το μέλλον της εργασίας συνοδεύεται από τη συνεχή συμπίεση των μισθών, τις απολύσεις και τη «χαλάρωση» των εργασιακών σχέσεων, μια τέτοια πρωτοβουλία θα μετέθετε το κέντρο βάρος της πολιτικής ατζέντας υπέρ των εργαζομένων εκπλήσσοντας τους νεοφιλελεύθερους θιασώτες του μνημονίου μάλλον αρνητικά.
Σε κάθε περίπτωση μια επαναφορά του ΠΑΣΟΚ στις κοινωνικές συντεταγμένες των μη προνομιούχων Ελλήνων θα προϋπέθετε και μια σαφή χρονική οριοθέτηση του μνημονίου. Δεν είναι δυνατόν οι τεχνοκράτες της δημοσιονομικής περιστολής να παραδέχονται λάθη στην εκπόνηση του προγράμματος, λάθη σε πολλαπλασιαστές επιπτώσεων, λάθη στον υπολογισμό της ύφεσης, λάθη σε όλες τις παρενέργειες αλλά να απαιτούν την εσαεί εφαρμογή ενός αποτυχημένου προγράμματος. Δεν είναι δυνατόν οι μεσογειακές κοινωνίες στο σύνολο τους να χειμάζονται και οι κυβερνήσεις να πέφτουν μετά την άλλη και οι πολιτικές να περιορίζονται στην απλή τήρηση αριθμών. Είναι προφανές λοιπόν ότι αυτή η τρέλα του μνημονίου πρέπει να σταματήσει.
Με μια πραγματική ανεργία που κινδυνεύει να φτάσει στο 35% , με πάνω από 2.341.400 «φτωχούς » στην Ελλάδα το 2010 στην έναρξη της κρίσης σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, με πάνω από 3000 αυτοκτονίες, το ΠΑΣΟΚ αντί να ζητάει επισταμένα τον ανασχηματισμό της κυβέρνησης για να καλύψει κάποιους βαρόνους του, ήρθε η ώρα να σηκώσει μια δυνατή φωνή και να πει «δεν πάει άλλο», θέτοντας σαφή χρονικά όρια για την εκτέλεση του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής.
Στο σημείο αυτό όλα τα ελληνικά κόμματα και όχι μόνο το ΠΑΣΟΚ πρέπει από κάποια στιγμή και μετά να πούνε ένα «φτάνει πια». Ας κάνει λοιπόν το ΠΑΣΟΚ το πρώτο ξεκάθαρο βήμα.
Από τις κρίσεις αφήγησης και κοινωνικής αναφοράς προκύπτει και μια τρίτη μορφή κρίσης.
Μια κρίση ανάλυσης, προσανατολισμού και στρατηγικής.
Το ΠΑΣΟΚ δεν μπορεί να αποσαφηνίσει αυτή την στιγμή ούτε ποια Ευρώπη διεκδικεί, ούτε ποια Ελλάδα.
Δεν διαθέτει ανάλυση ούτε όσον αφορά τον γεωστρατηγικό περίγυρό της χώρας μας ούτε πως φαντάζεται το κοινωνικό κράτος, την Δημοκρατία και το ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο, τα κοινωνικά δικαιώματα και υποχρεώσεις.
Δεν διαθέτει ανάλυση ούτε για τον τύπο εξευρωπαϊσμού που θεωρεί γόνιμο για την χώρα μας, ούτε για ειδικότερα ζητήματα όπως το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα , το μίνιμουμ όριο αξιοπρεπούς διαβίωσης.
Επιπλέον αποφεύγει την τοποθέτηση στον άξονα δεξιά – αριστερά χρησιμοποιώντας τον ρευστό όρο της κεντροαριστεράς.
Αποφεύγει την ξεκάθαρη τοποθέτηση με το σοσιαλδημοκρατικό μοντέλο που στην σημερινή εποχή δεν είναι άλλο από το σκανδιναβικό.
Αλήθεια, εάν το ΠΑΣΟΚ φαντάζεται ακόμα κάποιον τύπο σοσιαλισμού ποιος είναι αυτός και εάν όχι γιατί δεν αφαιρεί από το όνομα του τον τίτλο «σοσιαλιστικό».
Τέταρτον, το ΠΑΣΟΚ βρίσκεται σε μια κρίση γενεαλογική.
Τόσο σε επίπεδο κορυφής όσο και σε επίπεδο βάσης η ηλικιακή ανανέωση παραμένει ένα πολυπόθητο ζητούμενο. Δεν αρκεί η ανανέωση κάποιων θέσεων κλειδί.
Σε επίπεδο κορυφής δεν χωράει ούτε συζήτηση ότι τα ηνία τα έχει ακόμα η γενιά του εκσυγχρονισμού, εκφραστής της οποίας υπήρξε και ο νυν πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ και οι ακόλουθοι του.
Η φθορά του πολιτικού προσωπικού διαμόρφωσε έντονα «καθεστωτικά» χαρακτηριστικά στο ΠΑΣΟΚ χωρίς την υπέρβαση των οποίων, δεν υπάρχει προοπτική.
Σε επίπεδο βάσης στο ΠΑΣΟΚ παρέμειναν κατά κύριο λόγο τα μέλη πρώτης του γενιάς, οι συνοδοιπόροι του Ανδρέα.
Οι νέοι είναι κυριολεκτικά εξαφανισμένοι.
Η δημογραφική ακτινογράφηση των μελών και φίλων ΠΑΣΟΚ, που ανταποκρίθηκαν στη πρόσκληση να εκλέξουν πρόεδρο με κάλπη, μας παραπέμπει στο πληθυσμιακό κομμάτι που αποκαλείται «κοινωνικό ΠΑΣΟΚ». Πολίτες, με άλλα λόγια, που στη μεγάλη τους πλειοψηφία είναι από μέσης έως μέτριας μόρφωσης.
Το ΠΑΣΟΚ έχει ελάχιστους νέους ψηφοφόρους και ότι έχει χάσει την επαφή του με την νεολαία .
Ένας οργανισμός όμως που δεν ανανεώνεται πεθαίνει.
Πέμπτον το ΠΑΣΟΚ βρίσκεται σε μια κρίση ηγεσίας. Σε μια κρίση αντιπροσώπευσης.
Ενώ ένα μεγάλο μέρος της βάσης έλκεται ακόμα από τον Παπανδρέου στην ηγεσία του βρίσκεται ένας διάδοχος που προέρχεται από μία εκλογή χωρίς αντίπαλο.
Ο νυν αρχηγός, ανέλαβε την ηγεσία πλήρως νομιμοποιημένος από την ψήφο 230.000 μελών και φίλων.
Οι αστοχίες ωστόσο από την αρχή ήταν εκκωφαντικές. Πέραν της ηγεσίας, διεκδίκησε και την απόλυτη εσωκομματική εξουσία. Οδήγησε το κόμμα στις εκλογές με καταργημένα όλα τα κομματικά όργανα, σπάζοντας έτσι την οργανωτική σπονδυλική στήλη του πάλαι ποτέ ρωμαλέου κομματικού μηχανισμού.
Παραγκώνισε τους λεγόμενους κορυφαίους, τους ευρωβουλευτές και την λεγόμενη κοινωνική εσωκομματική συνιστώσα επιχειρώντας να μετατρέψει το κόμμα σε ενός ανδρός αρχή. Συγκρούστηκε με τον ίδιο τον Γ. Παπανδρέου σε μια περίοδο που χρεωνόταν πολύ ακριβά οι τριβές
Ούτε ο αυτοκρατορικός Ανδρέας Παπανδρέου δεν είχε καταργήσει τα κομματικά όργανα και τους ευρωβουλευτές.
Ακόμα και σε εποχές που τα όργανα ήταν υποβαθμισμένα ο Ανδρέας τα άφηνε να υπάρχουν, ως ένδειξη εσωκομματικής κομματικής δημοκρατίας. Η νυν ηγεσία τόσο από άποψη προφίλ όσο και από άποψη αρχών θυμίζει μια παλαιότερη γενιά πολιτικών ναι μεν ικανών πλην όμως ξεπερασμένων. Πρόκειται για μια αναβίωση του παλαιοκομματισμού με σύγχρονο πρόσημο.
Ένας «εκσυγχρονισμένος» βυζαντινισμός. Το κυρίαρχο πρόβλημα ωστόσο δεν είναι μόνο το πρόσωπο του αρχηγού ή του στενού ηγετικού κύκλου. Το πρόβλημα άπτεται ενός ηγετικού φάσματος που συμπεριλαμβάνει όλα τα οργανωτικά επίπεδα. Πρόκειται για ένα πλέγμα σχέσεων με στελέχη και αξιωματούχους που εκτείνονται από την κορυφή της πυραμίδας έως την βάση.
Αυτό το φάσμα είναι εκφραστής των πιο νοσηρών, πελατειακών και ιντριγκαδόρικων πρακτικών, καθιστώντας την πλάνη, την πλεκτάνη και την παραπλάνηση κατευθυντήρια γραμμή δράσης.
Δεν επαρκούν επομένως οι απλές αντικαταστάσεις ηγεσιών σε επίπεδο κορυφής. Χρειάζεται ολική ανανέωση ηγεσίας σε όλο το φάσμα των κομματικών οργάνων και σε επίπεδο νοοτροπιών και πολιτικού πολιτισμού. Εάν λοιπόν το ΠΑΣΟΚ θέλει να αλλάξει θα πρέπει να περιθωριοποιήσει πάνω από 20.000 στελέχη και αξιωματούχους. Μπορεί να το κάνει από την στιγμή που αυτοί έχουν τα ηνία; Μάλλον αδύνατον.
Προφανώς, κανέναν από τους πολλούς αξιωματούχους του ΠΑΣΟΚ δεν απασχολεί αν η σημερινή ηγεσία αντί να κάνει ανατροπές , όπως επαγγέλθηκε, εγκατέλειψε κάθε νεωτερική ιδέα, συμβιβάστηκε και ταυτίστηκε με ό,τι πιο «παλαιό» έχει το ΠΑΣΟΚ· αντί να αντιπαρατίθεται στην κυβέρνηση με ουσιαστικά και πειστικά επιχειρήματα, αναλώθηκε στον παθητικό ρόλο του απλού αποδέκτη στα πλαίσια μιας περίεργης συγκυβέρνησης χωρίς συγκεκριμένο προσανατολισμό · αντί να προχωρήσει σε συγκεκριμένη και στοχευμένη ανανέωση, στηρίχθηκε σε φθαρμένα πρόσωπα, που εξακολουθούν να ερεθίζουν την κοινή γνώμη. Όλα αυτά φέρνουν στην επιφάνεια αιτήματα όπως αυτό της συλλογικής ηγεσίας, της αλλαγής ηγεσίας, ακόμα και της κατάργησης του ίδιου του ΠΑΣΟΚ . Η κρίση που αντιμετωπίζει το κόμμα είναι οριακή. Γιατί αν συνεχίσει να είναι ένας στρατός αξιωματούχων και μηχανισμών, που ενδιαφέρονται μόνο για την εξουσία, δεν θα έχει πλέον κανέναν λόγο ύπαρξης.
Ο γενεαλογικός συναισθηματισμός δεν επαρκεί για το διατηρήσει εν ζωή, αφού και η γενιά της αλλαγής κάποτε θα πάψει να υπάρχει.
Η κοινωνία έχει πάει αλλού . Έχει προχωρήσει πολλά βήματα παραπέρα.
Έκτον, το ΠΑΣΟΚ πλήττεται από μια κρίση κυβερνητισμού και πολιτικού πολιτισμού.
Η συνεχή αναφορά στην εξουσία καλλιέργησε μια νοοτροπία εξουσιολαγνείας και κυβερβητισμού σε όλα τα επίπεδα του κόμματος.
Ο ανταγωνισμός για θέσεις και στασίδια ακόμα και τις πιο ασήμαντες έγινε μόνιμη κουλτούρα του ΠΑΣΟΚ χωρίς κανένα ιδεολογικό και πολιτικό περιεχόμενο.
Αυτή η γενική κουλτούρα κυβερνητισμού δεν αποτελεί τίποτα άλλο από μια τάση κατάκτησης της εξουσίας και παραμονής στην κυβέρνηση, σε δημόσιες θέσεις ή σε κομματικές θέσεις ως κυρίαρχη προτεραιότητα, αν όχι αυτοσκοπός, τόσο της ηγεσίας όσο και της βάσης του κόμματος. Η προσκόλληση στην εξουσία..
Ο κυβερνητισμός του ΠΑΣΟΚ συνδέεται με ένα πλέγμα πελατειακών σχέσεων που διασφαλίζει την επανεκλογή του κόμματος σε μια εποχή μάλιστα που το δημόσιο αδυνατεί να διανείμει προσόδους και λάφυρα.
Εκ του γεγονότος αυτού αναφύεται μια τακτική του κυβερνητισμού η οποία επιχειρεί να αποσπάσει επιλεκτικές παροχές από την τρόικα όχι για να απαλύνει τον πόνο του πληθυσμού αλλά για να καλύψει επιλεκτικά πελατειακά-εκλογικά δίκτυα.
Η μεταπολιτευτική εντροπία, που εκφράστηκε εν μέσω ενός μονοδιάστατου «κρατισμού», υπό την έννοια μιας διανομής, δίχως αναδιανομή εξακολουθεί να κυριαρχεί αλλά χωρίς υλικούς πόρους. Έμεινε το πουκάμισο χωρίς σώμα.
Τα επιλεκτικά επιδόματα και παροχές που κυριάρχησαν αντί της αύξησης του επιπέδου ζωής μέσα από πραγματικές υπηρεσίες και ανθρωποκεντρικές κοινωνικές υποδομές, δεν μπορούν πλέον να παρασχεθούν άπλετα με αποτέλεσμα την μαζική μετακόμιση οπαδών, ψηφοφόρων και στελεχών.
Η έμμισθη συμμετοχή σε διοικητικά συμβούλια , σε επιτροπές, η εκμίσθωση συμβούλων –φαντασμάτων , η εκπόνηση άσκοπων μελετών, η ίδρυση μη αναγκαίων δημοσίων υπηρεσιών και οργανισμών , η συντήρηση αχρείαστων δημόσιων επιχειρήσεων κοκ υπήρξαν εργαλεία μιας εντροπίας που μόχλευε δημόσια κεφάλαια σε πελατειακά δίκτυα αντί να τα επενδύει σε ποιοτικά υψηλές δημόσιες υπηρεσίες και στην ν επιλογή υψηλά καταρτισμένων προσώπων για νευραλγικές θέσεις του δημόσιου τομέα και του κοινωνικού κράτους με ευρείες αρμοδιότητες , επαρκείς αμοιβές, και επαρκής εμβέλεια δράσης.
Κατά συνέπεια η δημόσια διοίκηση ταυτίστηκε και έγινε συνώνυμο της δημοσιονομικής κρίσης, κύριος μοχλός μιας ακατάσχετης και μη ανατρέψιμης κρατικής εντροπίας η οποία ακόμα και σήμερα ακυρώνει και τις πιο σκληρές παρεμβάσεις με τις οποίες «φαντάζεται» η τρόικα ότι θα φέρει την εξυγίανση.
Όσο αναπαράγεται ο καθεστωτικός κυβερνητισμός η δημοσιονομική εξυγίανση δεν θα επέλθει, φορτίζοντας τον ελληνικό λαό με τεράστια βάρη.
Η έβδομη κρίση που ταλανίζει το ΠΑΣΟΚ είναι οργανωτική.
Το δίκτυο οργανώσεων του κόμματος έχει κυριολεκτικά διαλυθεί ενώ το οργανωσιακό μοντέλο του είναι εντελώς ασαφές.
Κάποτε το ΠΑΣΟΚ στηριζόντανε στον λεγόμενο δημοκρατικό συγκεντρωτισμό δηλαδή στην διοίκηση τύπου πυραμίδας από πάνω προς τα κάτω με παράλληλη διασύνδεση της ηγεσίας με την βάση για λόγους όσμωσης και σύνθεσης των απόψεων και των ιδεών.
Αργότερα, την περίοδο του εκσυγχρονισμού το οργανωτικό σχήμα του ΠΑΣΟΚ μετατράπηκε σε μια εκλογική μηχανή παραγόντων και παραγοντίσκων που στηριζόταν σε έναν κεντρικό οργανωτικό πυρήνα.
Ο οργανωτισμός υποκατέστησε την ιδεολογική διαπάλη και την διαμεσολάβηση κοινωνικών αιτημάτων. Το σχήμα ήταν απολιτικό αλλά οργανωτικά και εκλογικά πολύ αποτελεσματικό.
Την περίοδο Γ. Παπανδρέου εισήχθη θεωρητικά το οριζόντιο μοντέλο της συμμετοχικής δημοκρατίας και της περιφερειακής συγκρότησης, το οποίο απέτυχε ολοσχερώς. Από αυτό το σχήμα δεν έχει απομείνει πλέον τίποτα.
Ο οργανωτικός πειραματισμός κατέληξε στο σημείο το ΠΑΣΟΚ σήμερα να μην έχει πουθενά οργανώσεις που να λειτουργούν.
Αντί το ΠΑΣΟΚ να δώσει πραγματικές ευκαιρίες και κίνητρα ουσιαστικής συμμετοχής στα μέλη και τους φίλους του και να τους καταστήσει συνδιαμορφωτές των θέσεων του καλλιέργησε τα εσωκομματικά πελατειακά δίκτυα και τις προσωπολατρικές πρακτικές.
Αντί να σέβεται να ακούει, να αξιοποιεί, να αξιολογεί δημοκρατικά και δίκαια τα στελέχη του, καλλιέργησε μηχανισμούς αποκλεισμού και περιθωριοποίησης για όσους δεν υπάκουσαν στο κύκνειο άσμα του καθεστωτικού κυβερνητισμού ή στο νεοφιλελεύθερο κήρυγμα των μνημονίων.
Αντί το ΠΑΣΟΚ να παραμείνει ανοιχτό στους νέους, να τους εμπιστευτεί και να τους αναθέσει ευθύνες προωθώντας ένα διαρκές αξίωμα ανανέωσης στηριγμένο σε ιδεολογικές αρχές και πολιτικά κριτήρια, ώστε να ενδυναμώνει την πολιτική ταυτότητα μιας σύγχρονής προοδευτικής προοπτικής, προώθησε το μοντέλο της νεολαίας «νεροκουβαλητή» στο όνομα κάποιων ηγετικών προσδοκιών ή κάποιων ασυνάρτητων ιδεολογικών αποκλίσεων.
Αντί να καλλιεργήσει το ΠΑΣΟΚ ένα εννοιολογικό και πολιτικό οπλοστάσιο που να στηρίζεται σε έννοιες όπως «κοινωνία πολιτών» , αλληλεγγύη» , «κοινωνική δικαιοσύνη» , «κοινωνική ισότητα» κοκ καλλιέργησε ένα οργανωτικό παραπέτασμα εννοιών που εκφράζονται με της λέξεις «μπουγάδα» , «κοπτοραπτική» , «χιόνι», «μαιϊντανός», «λαγός», «σουρωτήρι» «μπακαλόγατος» κοκ.
Σήμερα λοιπόν το ΠΑΣΟΚ δεν έχει ούτε πραγματικά στελέχη , ούτε πραγματική βάση.
Συμπέρασμα
Εν κατακλείδι, οι εφτά κρίσεις του ΠΑΣΟΚ συνθέτουν ένα τοπίο που μόνο ευοίωνες προοπτικές ανασυγκρότησης και αναγέννησης δεν προσφέρει. Σήμερα το ΠΑΣΟΚ που μοιάζει με αυτοδιοικούμενο ασύντακτο κοπάδι δεν αμφισβητεί μόνο και για άλλη μια φορά τον αρχηγό του, αλλά αυτοδιαλύεται σε πολλαπλούς πολιτικούς ορίζοντες. Ένα μεγάλο μέρος της βάσης, του συνδικαλιστικού του χώρου και της πάλαι ποτέ εσωκομματικής αντιπολίτευσης έχει ήδη προσχωρήσει στον ΣΥΡΙΖΑ. Ένα άλλο μέρος μεταξύ του οποίου και οι εκδιωχθέντες από τον ίδιο τον αρχηγό του ΠΑΣΟΚ ευρωβουλευτές προσχωρούν στην ΔΗΜΑΡ μαζί με άλλους τέως βουλευτές και στελέχη ‘Ένα άλλο σημαντικό μέρος όμως έχει επιδοθεί σε έναν μακρόσυρτο «εκσυγχρονιστικό διαμελισμό» με τον Λοβέρδο, τον Ραγκούση , την Διαμαντοπούλου, τον Φλωρίδη να συγκροτούν ξεχωριστούς χώρους και πόλους πολιτικής ένταξης λες και οι ιδεολογικές διαφορές μεταξύ τους είναι τόσο μεγάλες.
Έτσι φαίνεται ότι θα συνεχίσει να πορεύεται μέχρι την στιγμή του οριστικού τέλους. Ενδεχομένως να μην προλάβει καν να αμφισβητήσει άλλους αρχηγούς έως ότου διαλυθεί. Εάν αναρωτηθεί κανείς γιατί συμβαίνουν όλα αυτά , η απάντηση βρίσκεται στην μη επίλυση των επτά δομικών κρίσεων που αναφέραμε παραπάνω.
Υπό συνθήκες συρρίκνωσης, κοινωνικής δυσαρέσκειας, οικονομικής καχεξίας και κομματικής αποσυσπείρωσης, απλώς επιταχύνθηκε η διαλυτική πορεία του ΠΑΣΟΚ.
Ενώ η χώρα ταλανίζεται από την κρίση έχοντας αλλάξει μέσα σε τρία χρόνια τρεις πρωθυπουργούς, έχοντας περάσει από μια ανεπίσημη χρεοκοπία, και η κοινωνία παρακολουθεί περιδεής το βιοτικό της επίπεδο να υποβιβάζεται δραματικά, χωρίς να γνωρίζει αν η κατωφερής σήραγγα έχει τέλος, το ΠΑΣΟΚ χρεώνεται εξ ολοκλήρου με την κατολίσθηση αυτή χωρίς να διαθέτει την παραμικρή δυνατότητα αντίδρασης, αφού οι βαρόνοι του έχουν βγάλει προ πολλού τις εξωλέμβιους για να διασωθούν. Έναν χρόνο και κάτι μετά την διαδοχή ηγεσίας στο ΠΑΣΟΚ η εικόνα έχει χειροτερέψει.
Άλλος ξεφορτώθηκε, άλλος φορτώθηκε και οι δύο έκαναν λάθος.
Το άλλοτε κραταιό κόμμα της κεντροαριστεράς δεν εξακολουθεί να πορεύεται μόνο χωρίς πυξίδα, στόχους αναφοράς και προοπτική αλλά βρίσκεται στα πρόθυρα του black out .
Εκτός και εάν εκλάβουμε την συμμετοχή και την στήριξη της κυβέρνησης Σαμαρά ως μοναδικό στόχο και μοναδική προοπτική.
Το ΠΑΣΟΚ έχασε ωστόσο την ευκαιρία να απαντήσει στο ερώτημα του μέλλοντος, που είναι ηθικά και πολιτικά επιβεβλημένο. Δεν αναρωτήθηκε συλλογικά εάν έχει πλέον λόγο ύπαρξης και δεν έκανε τον κόπο να προβληματιστεί για τις κρίσεις που το διαπερνάνε. Όλα τα υπόλοιπα κρίνονται από την κοινωνία.
--------------------------------------------------------------------------------------------------
(1) Το ΠΑΣΟΚ, η μεσαία τάξη και το κρίσιμο 2011, της Άννας Κομνηνού για το insideinfo.gr
Τα θέματα των αναρτήσεων δεν εκφράζουν απαραίτητα και τις απόψεις των διαχειριστών και των συντακτών του ιστολογίου μας. Τα σχόλια εκφράζουν τις απόψεις των σχολιαστών και μόνο αυτών.
Σχόλια που περιέχουν ύβρεις ή απρεπείς χαρακτηρισμούς διαγράφονται κατά τον έλεγχο από την ομάδα διαχείρισης. Ευχαριστούμε.