Γιατί πυροβολείτε την επιστήμονα αγράμματοι και υπερφίαλοι Ελληναράδες; Ως πότε ο τυφλός εθνικισμός θα παραποιεί την αληθινή ιστορία; Επειδή με εξοργίσατε με την ανοίκεια επίθεση στην κοντοσυνεπώνυμη ιστορικό, ήλθε η ώρα να σας τρίψω στην μούρη την πάσα αλήθεια.
Στο Ζάλογγο οι Σουλιώτες είχαν πάει για πικ νικ. Ειρήσθω εν παρόδω, ότι ο αγαθός Τεπελενλής εξαπατηθείς από τους πονηρούς Σουλιώτες τους παραχώρησε το Ζάλογγο και το Βουργαρέλι. Όταν πήγαν λοιπόν οι παλιοληστές στο Ζάλογγο, περιόδευαν την νέα τους ιδιοκτησία τρώγοντας και πίνοντας. Ετσι βρέθηκαν μεθυσμένοι να χορεύουν δίπλα στον γκρεμό και καθώς το μέρος ήταν στενό και κακοτράχαλο, άρχισαν να παραπατάνε και να πέφτουν. Μέσα στον συνωστισμό δεν κατάλαβαν καλά καλά τι έγινε και οι πισινοί ωθούσαν τους μπροστινούς λέγοντας «τι φωνάζετε ρε παιδιά; Τι έγινε;» Μέχρι να ξεσουρώσουν και να καταλάβουν τι έγινε, 63 αλλοπαρμένες είχαν πέσει ήδη στον γκρεμό. Είναι χαρακτηριστικό, ότι πολλές γυναίκες μέσα στο μεθύσι τους πέταγαν τα μωρά στον αέρα με την άγρια ιαχή «κου παι πε» [Σ.Σ. είναι η γνωστή αρβανίτικη σύντμηση της φράσης «κουνήσου παιδάκι πέτα».] Φυσικά μέσα στην ντίρλα τους δεν μπορούσαν να ξαναπιάσουν τα μωρά, που κατέληγαν στον καιάδα (δηλαδή στον Γερμενή).
Εν τω μεταξύ ο Κίτσο Μπότσαρης ορέχτηκε πέστροφα από τον Ασπροπόταμο. Συγκέντρωσε λοιπόν τους καπεταναίους, που του είχαν απομείνει στο Βουργαρέλι και τους πήρε τα μυαλά με αυτά τα λόγια που η σοβινιστική ιστοριογραφία σκοπίμως αποκρύπτει: «Αδέρφια, αυτός ο παραδόπιστος ο Αλής μας έδωσε τόπο χωρίς πέστροφες. Τι θα κάνουμε τώρα εμείς, που είμαστε μαθημένοι από κούνια στις πέστροφες; Να πάμε στου Σέλτσου, που ο τόπος είναι καλός, να πλύνουμε τα πόδια μας βρε αδέλφια. Μη μας λέει ακόμα κι αυτός ο μπάσταρδος, ο γύφτος ότι είμαστε βρωμοτσάρουχα».
Δεν χρειάζεται να πω στους ψαγμένους αναγνώστες μου τι έκαναν εκεί οι Σουλιώτες, αλλά επειδή υπάρχουν και οι παραμυθιασμένοι θα το πώ. Ναι, όργια έκαναν οι αναίσχυντοι παρά τις συνεχείς εκκλήσεις του αγαθού Αλή, να σταματήσουν αυτόν τον κατήφορο. Βουτάγανε τα ψωμάκια τους στο λειωμένο τυρί και οποιανού του έπεφτε το ψωμάκι στην χύτρα τον ρίχνανε στο ποτάμι. Ετσι μόνοι τους εξολοθρεύτηκαν οι Μποτσαραίοι. Οσο για τις Μποτσαρίνες (μεγάλες κρασοκανάτες όλες) έχουμε και λέμε: Κατ αρχάς η ωραιοπαθής Λένω πνίγηκε ενώ καθρεφτίζονταν στο ποτάμι. Η γιαγιά Δέσπω δεν χρειάζεται καν να το λέμε, πως αποχαιρέτισε τον μάταιο τούτο κόσμο· από πέσιμο. Εδώ δεν άντεξαν τέτοιες σούρες νέες γυναίκες και γλιστράγανε στους γκρεμούς προσπαθώντας να περάσουν τον Αχελώο, για να πάνε στο πανηγύρι του Λιάσκοβου. Αλλά και τα 160 γυναικόπαιδα που βρήκαν τον δρόμο για το γεφύρι του κοράκου, γλίστρησαν από την γέφυρα που δεν είχε παραπέτια και πήγαν να βρούν τους άλλους ληστές στον Αδη.
Εδώ πρέπει να επισημάνω άλλη μία ψευδολογία της επίσημης ιστορίας. Ο Αλής είχε στείλει εκπαιδευμένες μονάδες πολιτικής προστασίας για την ασφαλή διεκπεραίωση των γυναικόπαιδων από την γέφυρα. Υπήρχε λοιπόν ένα άγημα, που ερχόταν από πίσω και προσπαθούσε να προλάβει τον συνωστισμό φωνάζοντας «μην τρέχετε κορίτσια. Μύγδαλα» ενώ από την άλλη μεριά της γέφυρας άλλη ομάδα διασωστών έκανε αγωνιώδεις προσπάθειες να ηρεμήσει και να βάλλει σε τάξη τις ανυπόμονες πανηγυρτζούδες λέγοντας στις πρώτες που διέσχιζαν την γέφυρα «έλα μου, έλα μου». Προσπαθούσαν οι άνθρωποι να τις καθησυχάσουν, γιατί έβλεπαν τον κίνδυνο από τις κακοτεχνίες των Ελλήνων μαστόρων. Το γεφύρι ήταν στενό, γλίστραγε και κυρίως δεν είχε παραπέτια. Την μοιραία στιγμή λοιπόν, θεία δίκη χτύπησε αυτόν τον αμαρτωλό εσμό. Η Κουτζονίκαινα (που την είχε διασώσει στο Ζάλογγο ο διασώστης Μπεκήρ Τζογαδόρος και μαζί με τους άλλους διασωθέντες την έστειλε στους καχύποπτους Σουλιώτες, πριν οι αχάριστοι φύγουν από το Βουργαρέλι, να πάνε για πέστροφες) είδε κάτι να γυαλίζει μέσα στο ποτάμι και φώναξε στις άλλες «βρε τσαπερδόνς, τ ειν τούτο που λαμπυρίζ στα νερά;» Αμέσως όλες οι άπληστες έστρεψαν προς το ποτάμι λέγοντας «τι είναι; Για να δώ». Κι έτσι σπρώχνοντας η μία την άλλη για να δούν αυτό που λαχταρούσε πιότερο η καρδιά τους, μεθυσμένες από το κρασί και την φιλαργυρία, έπεσαν όλες στο ποτάμι μαζί με τα παιδιά, επειδή (αν δεν το είπα μέχρι τώρα) το γεφύρι δεν είχε παραπέτια.
Να λοιπόν ποια είναι η επιστημονική αλήθεια και μην ακούω αηδίες. Μερικοί νομίζουν, ότι η επιστημονική προσέγγιση της ιστορίας είναι κάτι εύκολο για τους κοινούς θνητούς. Αμ αν ήταν έτσι δεν θα χρυσοπληρώναμε τους ακαδημαϊκούς ερευνητές. Ενάμισι αιώνα αργότερα από τον διορατικό Αλή, οι ειδικοί επιστήμονες του Δημοκρατικού στρατού διαπίστωσαν τις κακοτεχνίες και γκρέμισαν το επικίνδυνο γεφύρι και έκτοτε όλα τα γεφύρια έχουν παραπέτια.
Π. Ρέππας
Τα θέματα των αναρτήσεων δεν εκφράζουν απαραίτητα και τις απόψεις των διαχειριστών και των συντακτών του ιστολογίου μας. Τα σχόλια εκφράζουν τις απόψεις των σχολιαστών και μόνο αυτών.
Σχόλια που περιέχουν ύβρεις ή απρεπείς χαρακτηρισμούς διαγράφονται κατά τον έλεγχο από την ομάδα διαχείρισης. Ευχαριστούμε.