Α΄. Η «μαγική» ελιά
Πριν ξεκινήσουν οι ενισχύσεις των αγροτών, η ελαιοκομία ήταν ένας κλάδος, που ήθελε αγώνα για το μεροκάματο, αλλά αυτό το μικρό μεροκάματο ήταν σχετικά εξασφαλισμένο για τον παραγωγό, γιατί το λάδι είναι ένα από τα πολυτιμότερα τρόφιμα. Την πρώτη χρονιά που πήραμε επιδότηση για το λάδι, ήμασταν όλοι πολύ ευχαριστημένοι, γιατί ήταν ένα πραγματικά πρόσθετο έσοδο. Σιγά σιγά αυτό το πρόσθετο έσοδο το οικειοποιήθηκε η κατανάλωση, καθώς η τιμή του λαδιού έμενε στάσιμη, ή αυξανόταν πολύ λιγότερο από την γενικότερη αύξηση του τιμάριθμου. Ετσι αυτό που έμεινε ως πραγματικό επιπλέον έσοδο στον παραγωγό, ήταν η επιδότηση στο μέρος του λαδιού που ιδιοκατανάλωνε. Με λίγα λόγια, εάν σήμερα κοβόταν η επιδότηση, απλά θα αυξανόταν η τιμή του λαδιού για ίσο ποσόν.
Ακριβώς για αυτόν τον λόγο είναι σωστό μέτρο η επιδότηση. Δεν προσθέτει τίποτα στον παραγωγό, αλλά βοηθάει τόσο την εσωτερική κατανάλωση, όσο και τις εξαγωγές (ενώ βοηθήθηκαν αρχικά και οι παραγωγοί, γιατί όπως είπα, τον πρώτο χρόνο υπήρξε ένα καθαρό πρόσθετο έσοδο, το οποίο δεν εξαφανίστηκε αμέσως, αλλά σταδιακά απομειωνόταν προς όφελος της ανταγωνιστικότητας της τιμής). Αν μάλιστα δινόταν με τον σωστό τρόπο, θα υπήρχε και τρίτο σημαντικότατο όφελος για την οικονομία το οποίο όμως συνεχίζουμε να αποποιούμαστε μόνο και μόνο από την (γενικευμένη) κουτοπονηριά.
Από την δεύτερη χρονιά λοιπόν, άρχισαν τα πανωγραψίματα στα λιοτρίβια. Ολοι οι επιτήδειοι γύρω από τους συνεταιρισμούς και τα λιοτρίβια, έκλεβαν τις επιδοτήσεις, όχι από την Ευρώπη, όπως διατείνονταν, όταν άρχισαν οι διαμαρτυρίες, αλλά από τους υπόλοιπους παραγωγούς. Η ΕΕ δίνει ένα συνολικό ποσό για όλους· δεν αυξάνεται το ποσό, αν εμείς παρουσιάσουμε διπλή παραγωγή· απλά διανέμεται άδικα το ίδιο ποσό.
Θα μπορούσε να γίνει αυτό, αν η επιδότηση δινόταν με βάση τις φορολογικά αποδεδειγμένες πωλήσεις και όχι με την υποτιθέμενη παραγωγή; Όμως αυτόν, τον μόνο δίκαιο, εύκολο και αναπτυξιακό τρόπο, τον ζητάμε πέντε δακτυλοδεικτούμενοι και απομονωμένοι από τους συνδικαλιστικούς φορείς των αγροτών. Γι αυτό οι έντιμοι αγρότες, παρά το ότι έχουν πολλαπλάσια προβλήματα από τους θορυβώδεις συνδικαλιστές (που αρπάζουν όλες τις ενισχύσεις, μέσω των «στοχευμένων» πολιτικών, όπως θα δούμε) απεχθάνονται τους συνδικαλισμούς και τους συνεταιρισμούς.
Το μεγάλο πρόβλημα με αυτό το σύστημα, δεν είναι ότι βολεύει τους λίγους· είναι ότι δημιουργεί προσδοκίες βολέματος στους πολλούς, τους οποίους τελικά κάνει υποχείρια, χωρίς να τους δίνει τίποτα!!!!! Ετσι αντί να πούμε «άει σιχτίρ», αρχίσαμε όλοι να απαιτούμε πανωγραψίματα από τα λιοτρίβια, πιστεύοντας, ότι θα φάμε και εμείς από τους κουτόφραγκους… Ως γνωστόν όμως, τα μεταξωτά βρακιά θέλουν κι επιδέξιους κώλους και «όλως περιέργως» ακόμα κι αν κάνουμε το ίδιο ακριβώς με τους επιτήδειους, εμείς χάνουμε, ενώ εκείνοι κερδίζουν, γιατί είναι χαμαιλέοντες και ξέρουν να προσαρμόζονται στις διαρκώς μεταβαλλόμενες συνθήκες.
Αφού το κόλπο του πανωγραψίματος ξέφτισε, άρχισαν οι ίδιοι οι λιοτριβιάρηδες να προτείνουν πανωγραψίματα στους αφελείς, που νόμισαν, ότι έτυχαν της συμπάθειας του «ξηγημένου» λιοτριβιάρη. Σου λέει ο χαζούλης «και τι έγινε, που θα δώσω λίγα ευρώ παραπάνω από αυτό που λέει η απόδειξη. Θα τα βγάλω και με το παραπάνω από το πανωγράψιμο». Φυσικά πλέον δεν είχε μεγάλο νόημα, γιατί το πανωγράψιμο ήταν γενικευμένο και αν σε αυτόν έγραψε 20% παραπάνω σε άλλους έγραψε διπλά και τριπλά.
Η ματσακονιά εδώ (εκτός από τα στρογγυλέματα μεταξύ του ποσού, που έδινε το κορόιδο και του ποσού της απόδειξης) ήταν ότι αφορούσε μία δύο χρονιές από τις τέσσερις, που διαμόρφωσαν το σημερινό επίπεδο χρηματοδότησης του κάθε παραγωγού. Δηλαδή αφού το πανωγράψιμο γενικεύτηκε, οι επιτήδειοι έκαναν τα τελευταία γενναία πανωγραψίματα τις τέσσερις συγκεκριμένες χρονιές, που ορίστηκαν ως ενδεικτικές και εξασφαλίστηκαν για πολλά χρόνια. Ετσι ενώ εκείνοι συνεχίζουν να παίρνουν την επιδότηση με βάση τα τότε δηλωθέντα, άλλοι δεν παίρνουν τίποτα, είτε παίρνουν ελάχιστα, είτε γιατί οι συγκεκριμένες χρονιές ήταν φτωχές γι αυτούς, είτε γιατί μετά από πυρκαγιά δεν είχαν καθόλου παραγωγή, είτε γιατί τότε είχαν νοικιασμένο τον ελαιώνα και τώρα εξ ανάγκης (ή επιλογής) τον καλλιεργούν οι ίδιοι.
Το τι γραφειοκρατία προκάλεσαν αυτά τα συστήματα και πόσο την πληρώνουμε αυτήν την γραφειοκρατία, το γνωρίζουμε όλοι, όσοι την πληρώνουμε και έμμεσα (από τους γενικούς φόρους) και άμεσα από τις κρατήσεις, που τελικά ευτελίζουν ένα μέρος της αξίας του προϊόντος, γιατί όπως είπα, η επιδότηση πλέον δεν είναι κάτι τις παραπάνω· είναι τμήμα της τιμής του λαδιού, που το παίρνουμε πολλούς μήνες αργότερα και κουτσουρεμένο.
Β΄. Η «στοχευμένη» πολιτική στην αγροτική οικονομία
Οι αρπαχτές από καταστάσεις που φθίνουν γρήγορα, όπως οι παραπάνω, δεν ήσαν αρκετές για την «στοχευμένη» αναδιανομή εσόδων και περιουσιακών στοιχείων, γι αυτό η γραφειοκρατική νομενκλατούρα της ΕΕ, με την πρόθυμη συναίνεση των Ελλήνων παραγόντων εφηύραν τα περίφημα «προγράμματα». Φυσικά οι συνδικαλιστές, οι συνεταιριστές και λοιποί επιτήδειοι έσπευσαν να προσεταιριστούν την απόλυτη μέθοδο αδικίας, όπου οι ενισχύσεις δίνονταν στα υποτιθέμενα άρτια σχέδια, χωρίς καμία φοροδοτική υποχρέωση!!!!! Δηλαδή σε κρίνουμε άξιο, βάσει της «μελέτης» σου, να πάρεις χρήματα, αλλά δεν έχεις καμία υποχρέωση, να φτιάξεις μία μονάδα, που θα αποδίδει φόρους στο κράτος. Αντίθετα απορρίπτουμε το σχέδιο κάποιου άλλου ως ανεπαρκές, αλλά τον κρίνουμε επαρκή, να πληρώνει τους φόρους, που θα χρηματοδοτήσουν το δικό σου σχέδιο!!!!!
Ετσι στήθηκε μία χρυσοφόρα φάμπρικα «μελετών» από γεωπόνους και άλλους ειδικούς της γραφειοκρατίας, που μαζί με τους αντίστοιχους υπάλληλους των «αρμόδιων υπηρεσιών» και τους επιτήδειους «αγρότες» παρασιτοβιούν από τα κονδύλια του αγροτικού τομέα.
Εάν το κριτήριο ήταν πραγματικά η βιωσιμότητα των αγροτικών εκμεταλλεύσεων, υπάρχει μεγαλύτερη απόδειξη του σωστού σχεδιασμού, της εργατικότητας και της εντιμότητας, από τα αποδεδειγμένα φορολογικά έσοδα ενός αγρότη; Υπάρχει πιο αντικειμενική και απλή μέθοδος αξιολόγησης από αυτήν; Γιατί κάνουν οποιαδήποτε άλλη πονηριά, εκτός από αυτό το απλό; Αλλά και οι συνδικαλιστές, γιατί απαιτούν εξοργιστικά προνόμια κλειστού επαγγέλματος και όχι αυτό το απλό και δίκαιο; Προφανώς επειδή με τις κουτοπονηριές βολεύεται και ο συνδικαλιστής μπαμπάς και ο γιός ο γεωπόνος, που κάνει τις «μελέτες»…
Και αυτό το απροσχημάτιστα ληστρικό σύστημα, τολμούν και το αποκαλούν «ελεύθερη οικονομία»... Είναι ελεύθερη οικονομία και ισότιμος ανταγωνισμός αυτό; Δεν έχω αντίρρηση ούτε για κρατική οικονομία (δηλαδή να είμαστε όλοι δημόσιοι υπάλληλοι) ούτε για πραγματικά ελεύθερη οικονομία (με ίσους όρους για όλους). Αυτό δεν είναι ούτε το ένα, ούτε το άλλο· είναι συμμοριοκρατία των συντεχνιών. Οποιος είναι έξω από τα μαντριά των συμμοριών, χάθηκε και όποιος είναι μέσα, κάνει τουμπεκί για τις λαμογιές της συντεχνίας του και των όμορων, ή φιλικών συντεχνιών.
Αυτή είναι η «στοχευμένη» πολιτική, που την κάνουν και σημαία τους οι πολιτικάντηδες· η τέλεια ανατροπή των κανόνων ισονομίας και ισοτιμίας. Από τα κορόιδα παίρνουμε φόρους και δίνουμε ενισχύσεις στους έξυπνους.
Γ΄. Οι «άξιοι» που κουμαντάρουν την ζωή μας.
Στην διάρκεια της ιστορίας οι δραστήριοι και οι λουφαδόροι των κατώτερων τάξεων μηχανεύονται χιλιάδες τρόπους, για να απαλλάξουν εαυτούς από την μοίρα του «σκαφτιά» και να ανέλθουν όσο το δυνατόν ψηλότερα. Άλλος γινόταν μοναχός και ιερέας και μάγος και αστρολόγος, ποντάροντας στην δεισιδαιμονία του κόσμου, άλλος που ήταν πιο δυνατός και βίαιος γινόταν πολεμιστής, χωροφύλακας, επιστάτης, άλλοι ξεχώριζαν από την κοινή μοίρα από τις δεξιότητες τους στις τέχνες, τα γράμματα, το εμπόριο και άλλα και κάποιοι ακολουθώντας τους πλέον ανήθικους δρόμους.
Αυτή η διαδικασία ανάδειξης σε ανώτερα οικονομικά στρώματα, υποκαθιστούσε το έλλειμμα δημοκρατίας στα λιγότερο, ή περισσότερο αριστοκρατικά πολιτεύματα, αλλά αυτή η διαστρωμάτωση δεν τα έκανε δικαιότερα, γιατί όλοι στου φουκαρά τις πλάτες πάταγαν, προσφέροντας του, θέλοντας και μη, τις «υπηρεσίες» τους…
Καθώς τα ήθη εξομαλύνθηκαν και η βιομηχανοποιημένη μαζική παραγωγή το επέτρεψε, η διαδικασία αυτή πήρε μαζικές διαστάσεις στην Ελλάδα τις δύο τρείς προηγούμενες δεκαετίες, δημιουργώντας μία υπερμεγέθη επιστημονική τάξη, την οποία (το σύστημα) κάλυψε εργασιακά με μία εντελώς παράλογη και αντιαναπτυξιακή γραφειοκρατική οργάνωση της οικονομίας. Ακόμα και ειδικότητες φαινομενικά ξένες προς την γραφειοκρατία, όπως οι γεωπόνοι, στηρίχτηκαν τελικά εργασιακά αποκλειστικά σε αυτήν, με αποτέλεσμα αντί για την ποιοτική αναβάθμιση της αγροτικής οικονομίας από αυτό το τεράστιο πλήθος ειδικών, να έχουμε την (επικείμενη) κατάρρευση της (τουλάχιστον σε ότι αφορά το σημερινό ιδιοκτησιακό καθεστώς).
Από τα μέσα του 20ου αιώνα η επιστημολαγνεία, τροφοδοτούμενη από την μεταφυσική λογική των νεο«φώτιστων» στον μαγικό κόσμο των επιστημών, επισκίασε την θρησκόληπτη δεισιδαιμονία και οι επιστήμονες πήραν την θέση των μάγων και των αοιδών με την ανάλογη κοινωνική και οικονομική καταξίωση. Ετσι προϊόντος του χρόνου (και των προνομίων), η θέση του επιστήμονα γινόταν περιζήτητη και οι κατώτερες τάξεις βρήκαν νέο τρόπο προσωπικής ανόδου. Ο επιστήμονας ήταν ένας νέος εξειδικευμένος θεός, που μπορούσε να προέλθει ακόμα και από τις κατώτατες τάξεις, υπερβαίνοντας με την αξία του την ταξική του προέλευση… Πολύ δημοκρατικό και δίκαιο φαινόταν αυτό και για να γίνει ακόμη πιο «δημοκρατικό» κάθε τέχνη και ειδικότητα βαφτίστηκε «επιστήμη». Και για ακόμα μεγαλύτερη «δημοκρατική» επέκταση, χαλάρωσαν και τα κριτήρια εισόδου στα πανεπιστήμια, τα οποία παράγουν πλέον σωρηδόν διπλωματούχους, από τους οποίους ελάχιστοι μπορούν να βολευτούν στην ειδικότητα τους.
Απορεί κανείς, πως ένα κράτος, στελεχωμένο από ένα τέτοιο πλήθος «άξιων» επιστημόνων έφτασε εδώ; Πως δεν είχαν το μυαλό, να προβλέψουν ούτε καν τα αποτελέσματα αυτού του επιστημονικού πληθωρισμού; Θα μας πουν κάποιοι παρεξηγημένοι μάγοι: «μα δεν ήμασταν εμείς στην εξουσία», εννοώντας ο καθένας για τον εαυτό του «δεν ήμουν εγώ υπουργός οικονομικών» και έτσι θαρρούν, πως αποσείουν τις ευθύνες, που προκύπτουν από την δημόσια (και πάντα πλουσιοπάροχη) σίτιση τους.
Τι έκαναν όλοι αυτοί οι καθηγητάδες της οικονομίας, όταν έβλεπαν την Αργεντινή να χρεοκοπεί, με μικρότερο χρέος από το (τότε) Ελληνικό και με πολύ μεγαλύτερη παραγωγική βάση από εμάς; «Προειδοποιούσαν» (λένε ανερυθρίαστα) με άρθρα και ομιλίες σε συμπόσια. Εφτιαχναν από τότε το άλλοθι, για να μας παραστήσουν σήμερα τους «διορατικούς» και τους «ηθικούς».
Τι σχέση έχει ο λαός με συμπόσια και ημερίδες; Όταν τους έβλεπε να τσεπώνουν ανέμελα τις μισθάρες τους (ακόμη κι αν άκουγε κάτι για αυτές τις «διαφωνίες») έλεγε «αυτά είναι ψιλά γράμματα μεταξύ επιστημόνων, που διαφωνούν μεταξύ τους». Τι άλλο να πεί δηλαδή; Ετσι «προειδοποιούν» για τέτοιου μεγέθους κίνδυνο; Δεν έπρεπε αυτοί, που τώρα μας λένε, ότι «προειδοποιούσαν», να παραιτούνταν από την δημόσια θέση και τον δημόσιο μισθό, φωνάζοντας «εγώ δεν μπορώ να σιτίζομαι από το αίμα των παιδιών μου»; Το έκανε έστω και ένας από αυτούς;
Τι θα έχαναν, αν 5-10 από τους καθηγητάδες, που «προειδοποιούσαν» ψιθυριστά την κοινωνία, το έκαναν με μία θορυβώδη παραίτηση; Τους μισθούς μερικών μηνών θα έχαναν, μέχρι να ξαναβολευτούν με δόξα και τιμή. Ούτε αυτό δεν θυσίασαν και σήμερα λένε, ότι «προειδοποιούσαν» οι ξεφτίλες. Αυτοί είναι οι «άξιοι», οι μεγάλες «ελπίδες» της πατρίδας… Αυτοί που παραμύθιασαν τον κόσμο, ότι στην κοινωνία της υψηλής εξειδίκευσης και της ευημερίας, χωράνε λίγο πολύ όλοι οι Ελληνες …
Δ΄. Μάθε παιδί μου γράμματα
Δεν υπάρχει συνοπτικότερη απόδοση της νεοελληνικής υποκρισίας από αυτήν την φράση. Πίσω από το ευγενές ιδανικό της μόρφωσης κρύβονται οι μύχιοι πόθοι της κοινωνικής και οικονομικής επιβολής και των προνομίων. Στα πλαίσια της γενικευμένης συνενοχής, δημοσίως παραλείπουμε την υπόλοιπη φράση «Μάθε παιδί μου γράμματα, μην καταντήσεις σκαφτιάς», αλλά ιδιωτικώς πάντα αυτό λέμε στους νέους...
Αυτός είναι ο πολιτισμός, αυτή είναι η αγάπη για την «μόρφωση» και την «εργασία», που διδάσκονται τα παιδιά και όσα από αυτά χάσουν πιο γρήγορα την παιδικότητα τους και γίνουν οι σπασίκλες, ανακηρύσσονται αργότερα ως «άξιοι». Αυτά τα κομπλεξικά οδηγούν την κοινωνία, όταν μεγαλώσουν μέσα από «επιστήμες» όπως η «δημόσια διοίκηση», «νομική», «οικονομία». Τις «επιστήμες» που μας διδάσκουν, ότι η δημοκρατία δεν είναι υπόθεση του δήμου, αλλά των «ειδικών»…
Η διαρκής εκπόρνευση της έννοιας «επιστήμη» τελικά θα συμπαρασύρει στην ανυποληψία και τους πραγματικούς υπηρέτες της. Η κοινωνία φυσικά και πρέπει να μορφώνεται συνολικά (όχι μόνον οι ελίτ) αλλά πρέπει να γίνει κοινή συνείδηση, ότι οι γραφειοκρατικές κουτοπονηριές δεν μπορεί να είναι εργασιακό αποκούμπι κανενός. Ολοι οι νέοι (πλην πολύ λίγων εξαιρέσεων) πρέπει να εργάζονται σε παραγωγικές εργασίες, μέχρις ότου για λόγους ηλικίας, ή υγείας αναλάβουν διοικητικά καθήκοντα. Αν δεν αφήσουμε πίσω μας άμεσα την κουτοπόνηρη εργασιοφοβία· αν η πραγματική δουλειά δεν γίνει το πολιτισμικό μας ιδανικό, τότε θα χαθούμε στην δίνη της παρακμής.
Δεν μαθαίνουμε στα παιδιά μόνο να φοβόνται την δουλειά σαν την μεγαλύτερη κατάρα· τα μαθαίνουμε επίσης να γίνονται υποκριτές από τα μικρά τους χρόνια, παριστάνοντας τους εργατικούς (αλλά μόνο σε «πνευματικές» εργασίες). Τα μαθαίνουμε, ότι με την «σωστή χρήση» ενός διπλώματος, μπορούν από τα 25 τους να μας κυβερνούν με το «ταλέντο» τους και τις «φρέσκες ιδέες» τους...
Αυτοί λοιπόν, οι «νέοι, μορφωμένοι και άξιοι» μηχανεύονται χίλιους τρόπους για να δημιουργήσουν συνθήκες ανισότητας στην αγορά και στην αγροτική οικονομία, όπως το παράδειγμα της ελαιοκομίας, όπου (εκτός των παραπάνω) όσοι είχαν μεγάλες εκτάσεις, απλά τις μεταβίβασαν στα παιδιά τους και έτσι πήραν επιπλέον τα χρήματα του προγράμματος νέων αγροτών… Αντί δηλαδή να βοηθηθούν αυτοί που δεν είχαν ικανό αγροτικό κλήρο, πήραν εντελώς τζαπατζίδικα λεφτά, αυτοί που είχαν τα πολλά και στην συνέχεια πήραν κι άλλα από τα προγράμματα βελτίωσης. Με αυτά τα λεφτά παίρνουν τα τρακτέρ, που κλείνουν τους δρόμους, για να απαιτήσουν κι άλλα λεφτά αέρα.
Ε΄. Ο παρασιτικός αγρότης
Ολες αυτές οι «στοχευμένες» πολιτικές δημιούργησαν τον παρασιτικό αγρότη, που την βγάζει με προγράμματα και επιδοτήσεις. Τις περισσότερες φορές δεν πρόκειται καν για αγρότες, αλλά για εργοδότες, όπως η βασίλισσα της Αγγλίας και διάφοροι Γερμανοί βαρόνοι, που παίρνουν τα περισσότερα λεφτά από όλους τους Ευρωπαίους «αγρότες». Μπορεί στην Ελλάδα να μην έχουμε τέτοιου μεγέθους κοπρίτες, αλλά έχουμε μεγάλο αριθμό παράσιτων, που βρήκαν εύφορο έδαφος στο καθεστώς των «στοχεύσεων».
Ποιο θα ήταν το δίκαιο και συνταγματικό για τις ενισχύσεις των νέων και της αγροτικής οικονομίας; 1) Να μην ενισχύονται οι νέοι με βάση επιχειρηματικά σχέδια (για να παρασιτοβιεί από αυτά η γραφειοκρατία) αλλά με βάση την οικογενειακή περιουσιακή κατάσταση. Οι πολύ φτωχοί να παίρνουν όλο το ποσό της ενίσχυσης και να μειώνεται το ποσό αναλογικά για τους ευπορότερους, έως μηδενισμού για τους αρκετά ευκατάστατους. Ο κάθε νέος, ας κάνει ότι νομίζει με αυτό το ποσό. Άλλος θα κάνει αγροτική επένδυση, άλλος εμπορική, ή βιοτεχνική, άλλος θα κάνει μεταπτυχιακές σπουδές, άλλος θα τα βάλλει στην τράπεζα (κι αυτό χρειάζεται, δεν είναι κακό) κι άλλος θα τα καταναλώσει (νόμιμα και χωρίς ψευτομελέτες για «αγροτικές» επενδύσεις, που καταλήγουν σε κούρσες και Ρωσιδάδικα). Ακόμα κι αυτός, που θα τα φάει έτσι, μόνο στον εαυτό του κάνει ζημιά, η εθνική οικονομία δεν θα χάσει. 2) Τα σχέδια βελτίωσης (και όχι μόνο στον αγροτικό τομέα) αντί να είναι κι αυτά «στοχευμένα» σε πρόσωπα και εταιρείες, να είναι σε ολόκληρους τους κλάδους με την γενική έμμεση ενίσχυση τους (μειωμένοι φορολογικοί συντελεστές, ενίσχυση επιτοκίων, επιδότηση της τιμής των προϊόντων κ.λ.π.). 3) Η ενίσχυση των αγροτικών προϊόντων να δίνεται με βάση τις φορολογημένες πωλήσεις. Όπως είπα, είναι ενίσχυση της τιμής και όχι του ίδιου του αγρότη, αλλά τον βοηθάει καταλυτικά, γιατί κάνει την τιμή του ανταγωνιστική. Εξ ίσου μεγάλο όφελος έχει και το κράτος, γιατί έτσι εξαλείφεται η παραοικονομία σε όλα τα ενισχυόμενα είδη.
Ξέρω, ότι πολύ λίγους τους ενδιαφέρουν αυτές οι προτάσεις, αλλά ακριβώς λόγω της αδιαφορίας της πλειοψηφίας στα σοβαρά θέματα κατορθώνουν οι πονηροί και καβαλάνε την κοινωνία.
Π. Ρέππας
Τα θέματα των αναρτήσεων δεν εκφράζουν απαραίτητα και τις απόψεις των διαχειριστών και των συντακτών του ιστολογίου μας. Τα σχόλια εκφράζουν τις απόψεις των σχολιαστών και μόνο αυτών.
Σχόλια που περιέχουν ύβρεις ή απρεπείς χαρακτηρισμούς διαγράφονται κατά τον έλεγχο από την ομάδα διαχείρισης. Ευχαριστούμε.