Γράφει ο Νικήτας Χιωτίνης
Κατ’ αρχάς αισθάνομαι την ανάγκη να δηλώσω πως έψαξα πολύ για να χρησιμοποιήσω τον χαρακτηρισμό «σιωπή των αμνών», αναφερόμενος στις πολιτικές ηγεσίες της χώρας μας, και είναι ό,τι πιο ευγενικό μπόρεσα να βρω. Ας ξεκινήσουμε όμως με ορισμένα θέματα που κανονικά όλοι οι πολίτες οφείλουν να γνωρίζουν και δεν είμαι σίγουρος ότι γνωρίζουν:
· Η αποκαλούμενη Ευρωπαϊκή Ένωση (Ε.Ε.) έχει τρία κύρια θεσμικά όργανα που έχουν ως στόχο την ισχυροποίησή της ως τέτοιας, δηλαδή ως Ένωσης και την ομαλή αποδοτική λειτουργία της – πάλι ως τέτοιας, δηλαδή ως ενιαίας οντότητας. Είναι τα κύρια νομοθετικά όργανα: το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το οποίο εκλέγεται άμεσα από τους πολίτες της Ε.Ε., το Συμβούλιο της Ε.Ε., το οποίο αντιπροσωπεύει τις κυβερνήσεις των κρατών - μελών, και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία προασπίζει τα συμφέροντα της Ένωσης συνολικά.
· Το 2009 – μετά τη Συνθήκη της Λισσαβώνας – προσετέθη και ένα τέταρτο επίσημο θεσμικό όργανο, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, με στόχο τον καθορισμό των γενικών πολιτικών προσανατολισμών και των προτεραιοτήτων της Ε.Ε. Απέκτησε και πρόεδρο, τον κ. Βαν Ρομπέι.
· Όταν λέμε προεδρία της Ε.Ε., εννοούμε την εκ περιτροπής προεδρία του Συμβουλίου της Ε.Ε. Από τώρα και για ένα εξάμηνο, πρόεδρος θα είναι η Ελλάδα, δηλαδή θα προεδρεύει αυτού του Συμβουλίου η πολιτική της ηγεσία.
· Οι εκ του καταστατικού του, τώρα, στόχοι αυτού του Συμβουλίου της Ε.Ε. (του οποίου τώρα προεδρεύει η Ελλάδα – η οποία έχει προεδρεύσει και άλλες 4 φορές) είναι οι ακόλουθοι:
1. Θεσπίζει τη νομοθεσία της Ε.Ε.
2. Συντονίζει τις οικονομικές πολιτικές των χωρών - μελών της Ε.Ε.
3. Υπογράφει συμφωνίες μεταξύ της Ε.Ε. και άλλων χωρών.
4. Εγκρίνει τον ετήσιο προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
5. Χαράσσει την εξωτερική πολιτική και την πολιτική άμυνας της Ε.Ε.
6. Συντονίζει τη συνεργασία μεταξύ δικαστικών αρχών και αστυνομικών δυνάμεων των χωρών - μελών.
(Άπαντα τα ανωτέρω αναφέρονται λεπτομερώς στην επίσημη ιστοσελίδα της Ε.Ε.).
Κατάδηλη είναι η προσχηματική λειτουργία όλων των ανωτέρω θεσμικών οργάνων, προσχηματική ως προς την ενίσχυση της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Αλλά θα σταθούμε σε αυτό που δεν κρατάει μήτε τα προσχήματα, στο Συμβούλιο της Ε.Ε., δηλαδή σε αυτό που «προεδρεύσαμε» ήδη τέσσερις φορές, προεδρεύουμε και τώρα: μέσα σε όλα τα άλλα βαρύγδουπα, δηλώνεται πως καταστατικώς έχει ως στόχο να «χαράσσει την εξωτερική πολιτική και την πολιτική άμυνας της Ε.Ε.». Τι έχει κάνει όμως μέχρι τώρα γι’ αυτό; Τι έχουν κάνει οι μέχρι τώρα υπόλογοι για τη λειτουργία του πρόεδροί του, συμπεριλαμβανομένων των ελληνικών πολιτικών ηγεσιών; Η Ελλάδα έχει ήδη προεδρεύσει 4 φορές, 3 φορές με πρωθυπουργό τον Ανδρέα Παπανδρέου και 1 φορά με τον Κώστα Σημίτη. Συνετέλεσαν, ή εν πάση περιπτώσει προσπάθησαν, στη με νομοθετικές ρυθμίσεις «χάραξη πολιτικής άμυνας της Ε.Ε.»; Γιατί απεδέχθησαν, σαν αμνοί επί σφαγήν, η χώρα που αποτελεί το γεωγραφικό όριο της Ε.Ε. – και η οποία Ε.Ε. πάσχιζε να την εντάξει σε αυτήν, ήδη από τον 19ο αιώνα – να πληρώνει με δικά της και μόνο χρήματα τον εξοπλισμό της, για να προστατεύσει εαυτήν αλλά και την Ευρώπη στο σύνολό της, την Ευρώπη ως ενιαία οντότητα που υποτίθεται πως είναι; Και όχι μόνο αυτό: η χώρα αυτή αγοράζει πανάκριβα οπλικά συστήματα από τις άλλες χώρες αυτής της δήθεν Ευρωπαϊκής Ένωσης, υπερχρεώνεται και υποθηκεύει την ανεξαρτησία της και εξαθλιώνει τους πολίτες της, ενώ ταυτόχρονα αυτές οι άλλες χώρες και ασφαλίζουν την από Ανατολάς άμυνά τους και αναπτύσσουν τις βιομηχανίες τους. Μιλάμε για μια απίστευτη και απροσχημάτιστη απάτη.
Τι έκαναν μέχρι τώρα οι τέσσερις Έλληνες πρόεδροι αυτού του Συμβουλίου (επαναλαμβάνω: τρεις φορές ο Ανδρέας Παπανδρέου και μία φορά ο Κώστας Σημίτης, που μας ενέταξε και στο κοινό νόμισμα); Πρόκειται περί καταφανούς σιωπής των αμνών, ή είναι υπερβολικά χαριστική η επιείκεια αυτού του χαρακτηρισμού;
Μέχρι την ένταξή μας στο κοινό νόμισμα, στο ευρώ, αυτή η σιωπή των αμνών θα μπορούσε να δικαιολογηθεί, ίσως και να επαινεθεί. Μας ενδιέφερε πρωτίστως η χώρα να έχει ευρωπαϊκή ταυτότητα, παρά το εκλογικό κόλπο που χρησιμοποιούσε θριαμβικώς και ανερυθριάστως ο τότε ηγέτης της αντιπολίτευσης, αυτό του «ΕΟΚ και ΝΑΤΟ το ίδιο συνδικάτο», ανερυθριάστως γιατί ο ίδιος αυτός πολιτικός ηγέτης προήδρευσε στη συνέχεια σαν καλό και υπάκουο παιδί τρεις φορές του Συμβουλίου της Ε.Ε. Με τη συμβολή ίσως και της ανιστόρητης ρήσης «ανήκομεν εις την Δύσιν», παραβλέψαμε τον στόχο του Συμβουλίου της Ε.Ε. (του οποίου τέσσερις φορές προεδρεύαμε) περί δήθεν κοινής πολιτικής άμυνας, γιατί είχαμε άλλα οφέλη. Δεκτή λοιπόν αυτή η σιωπή των αμνών, αν πράγματι μας συνέφερε. Αλλά τότε (κατά τις τρεις προεδρίες μας) διαθέταμε δικό μας νόμισμα και μπορούσαμε να ασκήσουμε (ασκήσαμε άραγε; άλλης τάξεως ζήτημα αυτό) νομισματική πολιτική ικανή να προφυλάξει την οικονομία μας.
Από τη στιγμή όμως που ενταχθήκαμε στο κοινό ευρωπαϊκό νόμισμα και δεν μπορούμε πλέον να ασκήσουμε κρατική νομισματική πολιτική, δεν μπορούμε να αποδεχόμαστε αυτήν την εξαπάτησή μας. Πληρώνουμε χρήματα για να θωρακίσουμε την Ευρώπη, βοηθάμε στην ανάπτυξη των πολεμικών βιομηχανιών των μεγάλων ευρωπαϊκών κρατών και ταυτόχρονα υπαγόμαστε στη νομισματική πολιτική που επιλέγουν οι χώρες αυτές. Δανειζόμαστε από αυτά τα κράτη τεράστια ποσά, για να χρεωνόμαστε εμείς και για να τα εξυπηρετούμε πολλαπλώς.
Ταυτόχρονα, οι τράπεζές μας «εκσυγχρονίζονται» κατά τα πρότυπα της Εσπερίας: μετ’ επιμονής μοιράζουν δάνεια και πιστωτικές κάρτες προς πάντες, με τον τρόπο που οι έμποροι ναρκωτικών πωλούν την πραμάτεια τους. Τις ενδιαφέρει το αποτέλεσμα, που είναι το κέρδος τους, παρεκκλίνοντας των στόχων τους που έπρεπε να παραμείνουν στην υποβοήθηση της πραγματικής παραγωγής και όχι των διακοπών στις Μαλδίβες.
Συνακολούθως, και τα χρηματιστήρια παύουν να στοχεύουν στην προώθηση αναπτυξιακών επενδύσεων και εμφανίζονται ως χρηματόδεντρα, δημιουργώντας χίμαιρες και μετατρεπόμενα σε πεδία δόξης των αντιπαραγωγικών κερδοσκόπων και των απατεώνων. Στους απατεώνες βεβαίως, προφανώς συμπεριλαμβάνονται και οι καθ’ ύλη αρμόδιοι πολιτικοί που προπαγάνδιζαν για τα χρηματιστήρια αυτά.
Οι τράπεζες και τα χρηματιστήρια αναδεικνύονται σε σύγχρονους εμπόρους ναρκωτικών. Βεβαίως, φταίνε και οι ναρκομανείς, αλλά περισσότερο φταίνε οι έμποροι και οι παραγωγοί των ναρκωτικών (ο Μάο απεξάρτησε και αναγέννησε την Κίνα εκτελώντας ομαδικώς τους εμπόρους ναρκωτικών σε στάδια).
Οι πολιτικές ηγεσίες όχι μόνο παραμένουν αμέτοχοι παρατηρητές αυτής της δολιοφθοράς του κράτους και της κοινωνίας, αλλά διαπλέκονται με αυτήν τη στρατηγική του διεφθαρμένου χρηματοπιστωτικού συστήματος: θυμηθείτε τι έλεγαν οι υπουργοί Οικονομικών για την «άνθιση» του χρηματιστηρίου. «Τσοβόλα δώσ’ τα όλα» έλεγε ο Α. Παπανδρέου, αυτός που κατανοούσε τα δωράκια (μίζες) των πολλών εκατομμυρίων, αλλά όχι των πάρα πολλών. «Η ελληνική οικονομία είναι πολύ ισχυρή» διακήρυττε ο Κ. Σημίτης. «Το χρηματιστήριο ανθεί γιατί η οικονομία ανθεί» διακήρυττε ο Γ. Παπαντωνίου – προτρέποντάς μας να επενδύσουμε σε αυτό που απεδείχθη «φούσκα» (βεβαίως ουδέποτε ζήτησε συγγνώμη από τους χιλιάδες «εγκλωβισμένους»).
Οι πολιτικές ηγεσίες ποιούσαν και καταδήλως εξακολουθούν να ποιούν την νήσσαν – ή τους αμνούς – υπακούοντας σε κάποιους ισχυρούς εντολείς ή απλώς λόγω βλακείας ή και τα δύο αυτά μαζί. Αδυνατούν να σκεφτούν και να πράξουν πέραν των εντολών της Γερμανίας, που, όπως ομολογεί η ίδια η κ. Μέρκελ, έχει κερδίσει πολλά δισ. από την τρέχουσα διαδικασία ή «κρίση» (γιατί η κρίση είναι κυρίως αποτέλεσμα στρατηγικής προς επιβολή μιας συγκεκριμένης διαδικασίας). «Εσωτερική υποτίμηση» προστάζει η Μέρκελ και αυτό γίνεται, ασχέτως αν ακόμα και το ΔΝΤ διαπίστωσε το λάθος αυτής της μεθόδου εξόδου από τις οικονομικές κρίσεις.
Αλλά και αυτή η «εσωτερική υποτίμηση» γίνεται λανθασμένα και προκλητικά. Μειώνουν μισθούς και συντάξεις, καταστρέφουν κάθε είδους παραγωγική διαδικασία χάριν κάποιων πρόσκαιρων οικονομικών ωφελημάτων, μερικές μάλιστα τέτοιες ενέργειες είναι και απροκάλυπτες απάτες. Αυτήν την εσωτερική υποτίμηση την υφίστανται όλοι, εκτός από τις τράπεζες: αυτές συνεχώς ανακεφαλαιώνονται και επιπλέον απεμπλέκουν από τις συνέπειες της κρίσης τους μεγάλους ιδιώτες «επενδυτές», μετακυλίοντας τη χασούρα τους από τα όποια «κουρέματα» στα άλλα κράτη, δηλαδή στους λαούς τους, δημιουργώντας δηλαδή έτσι και άλλα ζητήματα. Πώς μπορεί οι πολιτικές μας ηγεσίες να ανέχονται τα εισοδήματα όλων των πολιτών να μειώνονται ή να εξαερώνονται από αυτήν την εσωτερική υποτίμηση, εκτός από τα κέρδη των τραπεζών, που και δεν «κουρεύονται» όπως τα αποθεματικά των δημόσιων οργανισμών, πανεπιστημίων κ.λπ. και ενισχύονται με τις επαναλαμβανόμενες τραπεζικές ανακεφαλαιοποιήσεις, σε βάρος πάντα των ήδη εξαθλιωμένων αυτών πολιτών.
Είναι πραγματικά δύσκολο να κατανοήσουμε την αποστροφή του πρωθυπουργού μας περί «βοήθειας της Ευρώπης», στο καλωσόρισμα των Ευρωπαίων δήθεν εταίρων μας, κατά την ημέρα που αναλάβαμε την προεδρία του Συμβουλίου της Ε.Ε. Είναι ακατανόητος ο λόγος που, τουλάχιστον μετά την ένταξή μας στο ευρώ, δεν θέσαμε ζήτημα κόστους εξοπλισμών: και μόνο αν είχε δικαίως επιλυθεί το ζήτημα αυτό, δεν θα φτάναμε ποτέ στο σημερινό αδιέξοδο. Τώρα που πάλι προεδρεύουμε του Συμβουλίου, που έχει ως αντικείμενο τη «χάραξη της εξωτερικής πολιτικής και της πολιτικής άμυνας της Ε.Ε.», θα σιωπήσουμε και πάλι σαν αμνοί (αποφεύγω εδώ να αναφερθώ σε άλλους πιθανούς λόγους της σιωπής των πολιτικών ηγεσιών μας); Σιωπώντας εξαθλιωνόμαστε και αποδεχόμαστε τη δόλια επιδίωξη των μεγάλων ευρωπαϊκών κρατών (Γαλλίας και Γερμανίας) να δεσμεύσουν ακόμα περισσότερο τα ήδη δεσμευμένα περιφερειακά προτεκτοράτα, αλλά και να δημιουργήσουν και άλλα. Ιδού η «βοήθεια της Ευρώπης».
Δεν είναι του παρόντος να κρίνουμε αν καλώς ή κακώς οι αρχηγοί των αντιπολιτευομένων κομμάτων δεν προσήλθαν στην τελετή ανάληψης της προεδρίας του Συμβουλίου της Ε.Ε. από τη χώρα μας – δηλαδή στην τελετουργική σύναξη υποκριτών, υστερόβουλων και αμνών πολιτικών. Θυμίζω πάντως εδώ πως ούτε και ο Α. Παπανδρέου (του «ΕΟΚ και ΝΑΤΟ το ίδιο συνδικάτο») είχε παραστεί, αλλά μετά προήδρευσε τρεις φορές σε αυτό το προσχηματικό όργανο της πολιτικής απάτης, σιωπώντας για τα ουσιώδη.
Η σημερινή προεδρία μας άραγε τι θα κάνει; Αυτό το «με τη βοήθεια της Ευρώπης» του κ. Σαμαρά μάς προδιαθέτει κακώς. Θα μου πείτε, ακόμα δεν προεδρεύσαμε, περίμενε και θα δεις. Ελπίζω να ζητήσω συγγνώμη για την εκ των προτέρων διαμορφωμένη άποψή μου. Τελικώς όμως, μπορεί η Ελλάδα να ασκήσει ανεξάρτητη πολιτική; Σαφώς ναι. Μπορεί να ασκήσει και ευρωπαϊκή πολιτική; Επίσης σαφώς ναι. (Ζητήματα που δεν είναι του παρόντος, θα έλθουμε όμως σε αυτά με μελλοντικό σημείωμά μας)
Και κάτι άλλο: κατηγορούνται όλοι όσοι δεν τάσσονται ευθέως υπέρ ή κατά της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συμπεριλαμβανομένων των κομμάτων που αμφιταλαντεύονται, κατηγορούνται όσοι δεν «απαντούν με ένα “ναι” ή με ένα “όχι”». Μέγα λάθος, γιατί καλώς αμφιταλαντεύονται, καλά κάνουν και θέτουν όρους, καλώς δεν διακηρύττουν «ελιά - ελιά και Κώτσο Βασιλιά». Ενωμένη Ευρώπη ναι, ομοσπονδιακή Ευρώπη ναι, αυτή η Ευρώπη όμως όχι[i].
* Ο Δρ. Νικήτας Χιωτίνης είναι Αρχιτέκτων, Καθηγητής ΤΕΙ, Τμήματος Εσωτερικής Αρχιτεκτονικής και Σχεδιασμού Αντικειμένων.
[i] Δεν αναφέρομαι βεβαίως στα κόμματα που δεν μπορούν να επιχειρηματολογήσουν σοβαρά – δεν το έχουν κάνει τουλάχιστον μέχρι τώρα – αλλά χρησιμοποιούν γενικόλογα συνθήματα κενά νοήματος ή απλώς λένε ψέματα, ως συμβαίνει δηλαδή κατά κανόνα με τους Έλληνες πολιτικούς. Λέω «κατά κανόνα», για να μην αναφερθώ μόνο στους πολιτικούς ηγέτες της περασμένης τριακονταετίας, την εν πολλοίς εργολαβικώς δεσμευμένη. Επιπλέον αυτό το μνημονιακοί - αντιμνημονιακοί είναι ελλιπές, ου μην αφελές ή καλύτερα για αφελείς. Το «μνημόνιο» κανείς δεν το θέλει, αλλά από μόνο του το σύνθημα «όχι στο μνημόνιο» δεν σημαίνει τίποτα!
Τα θέματα των αναρτήσεων δεν εκφράζουν απαραίτητα και τις απόψεις των διαχειριστών και των συντακτών του ιστολογίου μας. Τα σχόλια εκφράζουν τις απόψεις των σχολιαστών και μόνο αυτών.
Σχόλια που περιέχουν ύβρεις ή απρεπείς χαρακτηρισμούς διαγράφονται κατά τον έλεγχο από την ομάδα διαχείρισης. Ευχαριστούμε.