Όταν ήταν μικρός ο Λευκός Πύργος, έπαιζε στην παραλία με την Ομόνοια.
Αχώριστη παρέα σου λέω! Μέρα νύχτα ξεσήκωναν με τις φωνές τους τις γειτονιές στο πόδι.
Ο Λευκός την αγάπησε, αλλά εκείνη λέει τον έβλεπε δυστυχώς μόνο σα φίλο.
Τι κρίμα θα μου πεις.
Έτσι είναι όμως.
Όταν μεγάλωσαν τελικά, η Ομόνοια τάφτιαξε λέει με το Μπακάκο. Το φαρμακέμπορα. Τον είδε, την είδε, αγαπήθηκαν, τέλος.
Αγκαλιά πιασμένοι φύγαν μαύρη πέτρα για Αθήνα.
Ο Λευκός έμεινε με τον μαρασμό να χαζεύει το άδειο απέναντι στις τριγύρω πλάκες και τη γειτόνισσα θάλασσα.
Μην κλαις πασά μου, τούλεγε η φουκαριάρα η θάλασσα, μην κλαίς, αλλά αυτός τίποτε.
Τελικά μόνο αυτή τον πονούσε κι έμεινε κοντά του. Άλλοτε πικρή, άλλοτε μικρή, άλλοτε ασπρομάλλα, ή ακόμη και καθρέφτης, πάντα όμως αληθινή και δίπλα του.
Κι εκείνη η άλλη; Η Ομόνοια; Τον είχε μάλλον ξεχάσει για πάντα.
Όντως.
Οι αγαπημένοι κατεβήκαν Αθήνα και σα νέο ζευγάρι στριμωχτήκαν κάπου στο κέντρο. Έλεγες ραντεβού στην Ομόνοια, βρισκόσουν στο Μπακάκο. Έλεγες ραντεβού στο Μπακάκο, εννοούσες Ομόνοια. Αχώριστοι, δε λέω.
Δεν είχε όμως καλή συνέχεια, γιατί κάποτε ο Μπακάκος τη βαρέθηκε και την έκανε. Για να την ψιλοσυνεφέρουν οι περίοικοι, της έχωσαν στο κατακέφαλο ένα πράγμα κοφτερό, κάτι δήθεν που τρέχει. Δυστυχώς δεν έτρεξε ποτέ, αλλά ευτυχώς κάποτε κάποιος σκέφτηκε να την αφήσουν επιτέλους ήσυχη και το γδύσαν απο πάνω της.
Εκείνη ντράπηκε, μαζεύτηκε στα μισά της και άφησε κάποια δήθεν άγρια να το παίξουν πάνω της τα ήμερα. Τίποτε φοβερό. Να λιαστούνε ρε παιδί μου. Έτσι κι αλλιώς παιδιά της σάρκας της δεν ήταν. Σιγά τα λάχανα.
Και θα μου πεις, εδώ τελειώνει η ιστορία;
Μπορεί και ναι. Δεν ξέρω.
Εύχομαι όμως όχι.
Ο Λευκός τελικά πάντως, δεν έφυγε από κει που ήταν ποτέ. Έμεινε με τους Παοκτσήδες που τον λάτρεψαν εξ αρχής.
Ίσως επειδή οι ξεριζωμένοι έχουν ίδιας στόφας καρδιά.
Ίσως επειδή από χρόνια είχαν βάλει κι οι δυό γυαλιά μαύρα.
Έτσι μου έχουν πεί και μάλλον πρέπει νάχουν δίκιο. Εγώ πια αδυνατώ, γιατί τα χρόνια που πέρασαν γράφουνε πια δεκάδες.
Όταν ήταν μικρός ο Λευκός Πύργος, έπαιζε στην παραλία με την Ομόνοια.
Έτσι λέει η παράδοση τουλάχιστον...
Εγώ την πιστεύω.
(Ας αποφασίσει τελοσπάντων και αυτό το καράβι με το όνομα «Ελευθέριος Βενιζέλος» τι θα κάνει με τα παιδιά που δεν είναι της σάρκας του, δεν είναι της σάρκας σου και που θα τα αδειάσει. Ή όποιος είναι πιο πάνω απο αυτό. Εκτός κι αν η αλήθεια δε λέγεται πια σαν παραμύθι κι ο ξένος πόνος διαφέρει τόσο πια απ’ τον δικό σου.....)
www.toportal.gr/?i=toportal.el.politismos&id=8774#sthash.9qxJ0R5y.dpuf
Δημοσίευση: Σεπτεμβρίου 08, 2015
- Κατηγορία:
ΑΠΟΨΕΙΣ
Αχώριστη παρέα σου λέω! Μέρα νύχτα ξεσήκωναν με τις φωνές τους τις γειτονιές στο πόδι.
Ο Λευκός την αγάπησε, αλλά εκείνη λέει τον έβλεπε δυστυχώς μόνο σα φίλο.
Τι κρίμα θα μου πεις.
Έτσι είναι όμως.
Όταν μεγάλωσαν τελικά, η Ομόνοια τάφτιαξε λέει με το Μπακάκο. Το φαρμακέμπορα. Τον είδε, την είδε, αγαπήθηκαν, τέλος.
Αγκαλιά πιασμένοι φύγαν μαύρη πέτρα για Αθήνα.
Ο Λευκός έμεινε με τον μαρασμό να χαζεύει το άδειο απέναντι στις τριγύρω πλάκες και τη γειτόνισσα θάλασσα.
Μην κλαις πασά μου, τούλεγε η φουκαριάρα η θάλασσα, μην κλαίς, αλλά αυτός τίποτε.
Τελικά μόνο αυτή τον πονούσε κι έμεινε κοντά του. Άλλοτε πικρή, άλλοτε μικρή, άλλοτε ασπρομάλλα, ή ακόμη και καθρέφτης, πάντα όμως αληθινή και δίπλα του.
Κι εκείνη η άλλη; Η Ομόνοια; Τον είχε μάλλον ξεχάσει για πάντα.
Όντως.
Οι αγαπημένοι κατεβήκαν Αθήνα και σα νέο ζευγάρι στριμωχτήκαν κάπου στο κέντρο. Έλεγες ραντεβού στην Ομόνοια, βρισκόσουν στο Μπακάκο. Έλεγες ραντεβού στο Μπακάκο, εννοούσες Ομόνοια. Αχώριστοι, δε λέω.
Δεν είχε όμως καλή συνέχεια, γιατί κάποτε ο Μπακάκος τη βαρέθηκε και την έκανε. Για να την ψιλοσυνεφέρουν οι περίοικοι, της έχωσαν στο κατακέφαλο ένα πράγμα κοφτερό, κάτι δήθεν που τρέχει. Δυστυχώς δεν έτρεξε ποτέ, αλλά ευτυχώς κάποτε κάποιος σκέφτηκε να την αφήσουν επιτέλους ήσυχη και το γδύσαν απο πάνω της.
Εκείνη ντράπηκε, μαζεύτηκε στα μισά της και άφησε κάποια δήθεν άγρια να το παίξουν πάνω της τα ήμερα. Τίποτε φοβερό. Να λιαστούνε ρε παιδί μου. Έτσι κι αλλιώς παιδιά της σάρκας της δεν ήταν. Σιγά τα λάχανα.
Και θα μου πεις, εδώ τελειώνει η ιστορία;
Μπορεί και ναι. Δεν ξέρω.
Εύχομαι όμως όχι.
Ο Λευκός τελικά πάντως, δεν έφυγε από κει που ήταν ποτέ. Έμεινε με τους Παοκτσήδες που τον λάτρεψαν εξ αρχής.
Ίσως επειδή οι ξεριζωμένοι έχουν ίδιας στόφας καρδιά.
Ίσως επειδή από χρόνια είχαν βάλει κι οι δυό γυαλιά μαύρα.
Έτσι μου έχουν πεί και μάλλον πρέπει νάχουν δίκιο. Εγώ πια αδυνατώ, γιατί τα χρόνια που πέρασαν γράφουνε πια δεκάδες.
Όταν ήταν μικρός ο Λευκός Πύργος, έπαιζε στην παραλία με την Ομόνοια.
Έτσι λέει η παράδοση τουλάχιστον...
Εγώ την πιστεύω.
(Ας αποφασίσει τελοσπάντων και αυτό το καράβι με το όνομα «Ελευθέριος Βενιζέλος» τι θα κάνει με τα παιδιά που δεν είναι της σάρκας του, δεν είναι της σάρκας σου και που θα τα αδειάσει. Ή όποιος είναι πιο πάνω απο αυτό. Εκτός κι αν η αλήθεια δε λέγεται πια σαν παραμύθι κι ο ξένος πόνος διαφέρει τόσο πια απ’ τον δικό σου.....)
www.toportal.gr/?i=toportal.el.politismos&id=8774#sthash.9qxJ0R5y.dpuf
Τα θέματα των αναρτήσεων δεν εκφράζουν απαραίτητα και τις απόψεις των διαχειριστών και των συντακτών του ιστολογίου μας. Τα σχόλια εκφράζουν τις απόψεις των σχολιαστών και μόνο αυτών.
Σχόλια που περιέχουν ύβρεις ή απρεπείς χαρακτηρισμούς διαγράφονται κατά τον έλεγχο από την ομάδα διαχείρισης. Ευχαριστούμε.