Η εντύπωση που υπάρχει είναι ότι στο ελληνικό εκλογικό σκηνικό επικρατεί εν τέλει η αυτοδυναμία και ότι οι κυβερνήσεις συνεργασίας ή ακόμα και οι οικουμενικές, ελλείψει κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας, είναι η εξαίρεση στον κανόνα. Τα πράγματα, όμως, μόνο έτσι δεν είναι. Και ειδικά την περίοδο της λεγόμενης «ύστερης μεταπολίτευσης».
Από τις 13 εκλογικές αναμετρήσεις μετά το 1989 οι περισσότερες από τις μισές, και συγκεκριμένα οι επτά, δεν ανέδειξαν αυτοδύναμες κυβερνήσεις! Μάλιστα, μία από τις έξι της αυτοδυναμίας είχε ισχνή πλειοψηφία, μόλις δύο βουλευτών.
Όταν, λοιπόν, κάποιος παρατηρεί ολόκληρο το παζλ που διαμορφώνεται στο διόλου ευκαταφρόνητο διάστημα των τελευταίων 26 ετών, τότε θα διαπιστώσει ότι οι αυτοδύναμες κυβερνήσεις απουσιάζουν όλο και περισσότερο, σε σύγκριση με παλιότερες δεκαετίες, ενώ ενδυναμώνεται διαρκώς η κουλτούρα των συνεργασιών, έστω και μάλλον αναγκαστικών τις περισσότερες φορές. Και ειδικά σε δύσκολες περιόδους κρίσεων, πολιτικών ή οικονομικών.
Τα δεδομένα
Από το 1974 μέχρι και το 1985 έγιναν τέσσερις εκλογικές αναμετρήσεις και οι κυβερνήσεις Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ εκλέγονταν με ισχυρή πλειοψηφία. Ουδέποτε απαιτήθηκε λόγω των συνθηκών να συγκυβερνήσουν με κάποιο άλλο κόμμα.
Υπό τη βαριά σκιά του σκανδάλου Κοσκωτά, όμως, τα δεδομένα άλλαξαν άρδην.
Στις 18 Ιουνίου 1989, στο προοίμιο ουσιαστικά της ύστερης μεταπολίτευσης, οι βουλευτικές εκλογές δεν «δίνουν» αυτοδυναμία στο πρώτο κόμμα. Η Ν.Δ. του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη συγκεντρώνει μόνο 145 έδρες κι έτσι δημιουργείται η βραχύβια κυβέρνηση Τζαννετάκη, με την ιστορική συνεργασία Νέας Δημοκρατίας - Συνασπισμού (στον οποίο μετείχε και το ΚΚΕ), που αποτέλεσε την εν πολλοίς απρόσμενη κατάληξη του εκλογικού αποτελέσματος. Είναι η πρώτη φορά που την περίοδο της μεταπολίτευσης γίνεται ένας τέτοιος «γάμος».
Οι άκαρπες εκλογές του Ιουνίου προκάλεσαν αστάθεια και νέες εκλογές τον Νοέμβριο. Η Ν.Δ. ξανακέρδισε με 46% και, αυτήν τη φορά, εξέλεξε 148 βουλευτές. Δεν έκανε αυτοδύναμη κυβέρνηση κι έτσι προέκυψε η, επίσης με ημερομηνία λήξης, Οικουμενική υπό τον Ξενοφώντα Ζολώτα, την οποία στήριξαν τότε η Ν.Δ., το ΠΑΣΟΚ και ο Συνασπισμός. Η Οικουμενική αποσυμπίεσε την πόλωση στο συγκεκριμένο τάιμινγκ, μάλιστα σε μια εποχή που, εκτός όλων των άλλων, φούντωνε η οικονομική κρίση.
Λίγους μήνες μετά, τον Απρίλιο του 1990, με τη χώρα καζάνι που έβραζε, η Ν.Δ. δεν κατάφερε να κερδίσει έναν βουλευτή παραπάνω, παρά το 47%. Με 150 έδρες δεν μπορεί να κυβερνήσει, αφού δεν έχει την απαραίτητη πλειοψηφία. Έτσι, με πατερίτσα τη βοήθεια της ΔΗΑΝΑ του Κωστή Στεφανόπουλου και την «επιστράτευση» του βουλευτή Θεόδωρου Κατσίκη (και μιας απόφασης του Εκλογοδικείου για λάθος κατανομή εδρών) εξασφαλίζει εν τέλει 152 έδρες. Θα αντέξει μέχρι τις 9.9.1993, όταν οι διαδοχικές παραιτήσεις και αποχωρήσεις από τη Ν.Δ. των πολιτικών φίλων του Αντώνη Σαμαρά οδήγησαν στην ανατροπή της κυβέρνησης Μητσοτάκη και τη διεξαγωγή πρόωρων εκλογών.
Θρίλερ
Μεταξύ 1993 και 2009 ακολούθησαν έξι εκλογικές αναμετρήσεις. Οι κυβερνήσεις που προέκυψαν αυτό το διάστημα ήταν αυτοδύναμες. Ακόμα και στο θρίλερ του 2000, όταν η διαφορά του πρώτου ΠΑΣΟΚ (158 έδρες) από τη δεύτερη Ν.Δ. ήταν μια χούφτα ψήφοι. Μόνο το 2007 η πλειοψηφία ήταν ισχνή, με τους 152 βουλευτές της Ν.Δ. του Κώστα Καραμανλή και ποσοστό 41,8%. Και πάλι, όμως, σχηματίστηκε κυβέρνηση δίχως πρόβλημα.
Από το 2009 και την άνετη επικράτηση του Γιώργου Παπανδρέου η Ελλάδα αρχίζει να μπαίνει στον τυφώνα της οικονομικής κρίσης και τα δεδομένα πάλι αλλάζουν.
Τον Μάιο του 2012 οι εκλογές αποβαίνουν άκαρπες, αφού κανένα κόμμα όχι μόνο δεν αγγίζει την αυτοδυναμία, αλλά δεν ξεπερνάει καν το 20%, με τη Ν.Δ. να παίρνει μόλις 18,5% ως πρώτο κόμμα και 108 βουλευτές. Η συγκρότηση κυβέρνησης συνεργασίας δεν επιτυγχάνεται κι έναν μήνα μετά γίνονται επαναληπτικές εκλογές από την υπηρεσιακή κυβέρνηση του Π. Πικραμμένου.
Στις επαναληπτικές εκλογές, που έγιναν στις 17 Ιουνίου, η Ν.Δ. αύξησε τα ποσοστά της στο 29,6%, αλλά πάλι δεν πλησίασε την αυτοδυναμία με τις 129 έδρες της. Σχεδόν υποχρεωτικά, ώστε να σχηματιστεί κυβέρνηση, συνεργάστηκε με το τρίτο ΠΑΣΟΚ (33 βουλευτές) και τη ΔΗΜΑΡ (17 βουλευτές), με τον Αντώνη Σαμαρά να ορκίζεται πρωθυπουργός.
Το... σερί μη αυτοδύναμων κυβερνήσεων συνεχίστηκε και τον Ιανουάριο του 2015, όταν ο ΣΥΡΙΖΑ... ακούμπησε το πολυπόθητο «151», όμως εν τέλει ο Αλέξης Τσίπρας και οι 149 βουλευτές του βρήκαν στήριγμα στους ΑΝΕΛΛ του Πάνου Καμμένου (13 έδρες).
Την περασμένη Κυριακή ο ΣΥΡΙΖΑ συγκράτησε σχεδόν σε απόλυτο βαθμό τα ποσοστά του Ιανουαρίου παρά τη σοβαρή απώλεια ψήφων. Έτσι, με τους 145 βουλευτές του, συνεχίζει τη συνεργασία του με τους Ανεξάρτητους Έλληνες (10 έδρες). Παρ’ ότι, βεβαίως, στην προκειμένη περίπτωση το πιθανότερο είναι να γινόταν αυτό έτσι κι αλλιώς, δηλαδή ακόμη κι αν είχε επιτευχθεί η αυτοδυναμία από το πρώτο κόμμα, αφού η σχέση Τσίπρα - Καμμένου ουδέποτε διαταράχθηκε το προηγούμενο επτάμηνο στη διακυβέρνηση της χώρας.
Όπως και να έχει, ενισχύθηκε η... παράδοση, που θέλει, από το 1989 και ύστερα, τις αυτοδύναμες κυβερνήσεις να αποδεικνύονται τελικά η... μειοψηφία στις εκλογικές αναμετρήσεις.
Δημοσίευση: Σεπτεμβρίου 26, 2015
- Κατηγορία:
ΕΚΛΟΓΕΣ
Από τις 13 εκλογικές αναμετρήσεις μετά το 1989 οι περισσότερες από τις μισές, και συγκεκριμένα οι επτά, δεν ανέδειξαν αυτοδύναμες κυβερνήσεις! Μάλιστα, μία από τις έξι της αυτοδυναμίας είχε ισχνή πλειοψηφία, μόλις δύο βουλευτών.
Όταν, λοιπόν, κάποιος παρατηρεί ολόκληρο το παζλ που διαμορφώνεται στο διόλου ευκαταφρόνητο διάστημα των τελευταίων 26 ετών, τότε θα διαπιστώσει ότι οι αυτοδύναμες κυβερνήσεις απουσιάζουν όλο και περισσότερο, σε σύγκριση με παλιότερες δεκαετίες, ενώ ενδυναμώνεται διαρκώς η κουλτούρα των συνεργασιών, έστω και μάλλον αναγκαστικών τις περισσότερες φορές. Και ειδικά σε δύσκολες περιόδους κρίσεων, πολιτικών ή οικονομικών.
Τα δεδομένα
Από το 1974 μέχρι και το 1985 έγιναν τέσσερις εκλογικές αναμετρήσεις και οι κυβερνήσεις Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ εκλέγονταν με ισχυρή πλειοψηφία. Ουδέποτε απαιτήθηκε λόγω των συνθηκών να συγκυβερνήσουν με κάποιο άλλο κόμμα.
Υπό τη βαριά σκιά του σκανδάλου Κοσκωτά, όμως, τα δεδομένα άλλαξαν άρδην.
Στις 18 Ιουνίου 1989, στο προοίμιο ουσιαστικά της ύστερης μεταπολίτευσης, οι βουλευτικές εκλογές δεν «δίνουν» αυτοδυναμία στο πρώτο κόμμα. Η Ν.Δ. του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη συγκεντρώνει μόνο 145 έδρες κι έτσι δημιουργείται η βραχύβια κυβέρνηση Τζαννετάκη, με την ιστορική συνεργασία Νέας Δημοκρατίας - Συνασπισμού (στον οποίο μετείχε και το ΚΚΕ), που αποτέλεσε την εν πολλοίς απρόσμενη κατάληξη του εκλογικού αποτελέσματος. Είναι η πρώτη φορά που την περίοδο της μεταπολίτευσης γίνεται ένας τέτοιος «γάμος».
Οι άκαρπες εκλογές του Ιουνίου προκάλεσαν αστάθεια και νέες εκλογές τον Νοέμβριο. Η Ν.Δ. ξανακέρδισε με 46% και, αυτήν τη φορά, εξέλεξε 148 βουλευτές. Δεν έκανε αυτοδύναμη κυβέρνηση κι έτσι προέκυψε η, επίσης με ημερομηνία λήξης, Οικουμενική υπό τον Ξενοφώντα Ζολώτα, την οποία στήριξαν τότε η Ν.Δ., το ΠΑΣΟΚ και ο Συνασπισμός. Η Οικουμενική αποσυμπίεσε την πόλωση στο συγκεκριμένο τάιμινγκ, μάλιστα σε μια εποχή που, εκτός όλων των άλλων, φούντωνε η οικονομική κρίση.
Λίγους μήνες μετά, τον Απρίλιο του 1990, με τη χώρα καζάνι που έβραζε, η Ν.Δ. δεν κατάφερε να κερδίσει έναν βουλευτή παραπάνω, παρά το 47%. Με 150 έδρες δεν μπορεί να κυβερνήσει, αφού δεν έχει την απαραίτητη πλειοψηφία. Έτσι, με πατερίτσα τη βοήθεια της ΔΗΑΝΑ του Κωστή Στεφανόπουλου και την «επιστράτευση» του βουλευτή Θεόδωρου Κατσίκη (και μιας απόφασης του Εκλογοδικείου για λάθος κατανομή εδρών) εξασφαλίζει εν τέλει 152 έδρες. Θα αντέξει μέχρι τις 9.9.1993, όταν οι διαδοχικές παραιτήσεις και αποχωρήσεις από τη Ν.Δ. των πολιτικών φίλων του Αντώνη Σαμαρά οδήγησαν στην ανατροπή της κυβέρνησης Μητσοτάκη και τη διεξαγωγή πρόωρων εκλογών.
Θρίλερ
Μεταξύ 1993 και 2009 ακολούθησαν έξι εκλογικές αναμετρήσεις. Οι κυβερνήσεις που προέκυψαν αυτό το διάστημα ήταν αυτοδύναμες. Ακόμα και στο θρίλερ του 2000, όταν η διαφορά του πρώτου ΠΑΣΟΚ (158 έδρες) από τη δεύτερη Ν.Δ. ήταν μια χούφτα ψήφοι. Μόνο το 2007 η πλειοψηφία ήταν ισχνή, με τους 152 βουλευτές της Ν.Δ. του Κώστα Καραμανλή και ποσοστό 41,8%. Και πάλι, όμως, σχηματίστηκε κυβέρνηση δίχως πρόβλημα.
Από το 2009 και την άνετη επικράτηση του Γιώργου Παπανδρέου η Ελλάδα αρχίζει να μπαίνει στον τυφώνα της οικονομικής κρίσης και τα δεδομένα πάλι αλλάζουν.
Τον Μάιο του 2012 οι εκλογές αποβαίνουν άκαρπες, αφού κανένα κόμμα όχι μόνο δεν αγγίζει την αυτοδυναμία, αλλά δεν ξεπερνάει καν το 20%, με τη Ν.Δ. να παίρνει μόλις 18,5% ως πρώτο κόμμα και 108 βουλευτές. Η συγκρότηση κυβέρνησης συνεργασίας δεν επιτυγχάνεται κι έναν μήνα μετά γίνονται επαναληπτικές εκλογές από την υπηρεσιακή κυβέρνηση του Π. Πικραμμένου.
Στις επαναληπτικές εκλογές, που έγιναν στις 17 Ιουνίου, η Ν.Δ. αύξησε τα ποσοστά της στο 29,6%, αλλά πάλι δεν πλησίασε την αυτοδυναμία με τις 129 έδρες της. Σχεδόν υποχρεωτικά, ώστε να σχηματιστεί κυβέρνηση, συνεργάστηκε με το τρίτο ΠΑΣΟΚ (33 βουλευτές) και τη ΔΗΜΑΡ (17 βουλευτές), με τον Αντώνη Σαμαρά να ορκίζεται πρωθυπουργός.
Το... σερί μη αυτοδύναμων κυβερνήσεων συνεχίστηκε και τον Ιανουάριο του 2015, όταν ο ΣΥΡΙΖΑ... ακούμπησε το πολυπόθητο «151», όμως εν τέλει ο Αλέξης Τσίπρας και οι 149 βουλευτές του βρήκαν στήριγμα στους ΑΝΕΛΛ του Πάνου Καμμένου (13 έδρες).
Την περασμένη Κυριακή ο ΣΥΡΙΖΑ συγκράτησε σχεδόν σε απόλυτο βαθμό τα ποσοστά του Ιανουαρίου παρά τη σοβαρή απώλεια ψήφων. Έτσι, με τους 145 βουλευτές του, συνεχίζει τη συνεργασία του με τους Ανεξάρτητους Έλληνες (10 έδρες). Παρ’ ότι, βεβαίως, στην προκειμένη περίπτωση το πιθανότερο είναι να γινόταν αυτό έτσι κι αλλιώς, δηλαδή ακόμη κι αν είχε επιτευχθεί η αυτοδυναμία από το πρώτο κόμμα, αφού η σχέση Τσίπρα - Καμμένου ουδέποτε διαταράχθηκε το προηγούμενο επτάμηνο στη διακυβέρνηση της χώρας.
Όπως και να έχει, ενισχύθηκε η... παράδοση, που θέλει, από το 1989 και ύστερα, τις αυτοδύναμες κυβερνήσεις να αποδεικνύονται τελικά η... μειοψηφία στις εκλογικές αναμετρήσεις.
Τα θέματα των αναρτήσεων δεν εκφράζουν απαραίτητα και τις απόψεις των διαχειριστών και των συντακτών του ιστολογίου μας. Τα σχόλια εκφράζουν τις απόψεις των σχολιαστών και μόνο αυτών.
Σχόλια που περιέχουν ύβρεις ή απρεπείς χαρακτηρισμούς διαγράφονται κατά τον έλεγχο από την ομάδα διαχείρισης. Ευχαριστούμε.