Δεν μπορώ να είμαι αλληλέγγυος σε όσους δεν ζητούν άρση των αδικιών, αλλά την δική τους εξαίρεση. Κι όσο εμμένουν σε αυτήν την άδικη αξίωση, φυσικά θα είμαι αντίθετος και θα γελάω με τις συμμαχίες τρακτεράκηδων και γραβατάκηδων.
Για τους γραβατάκηδες τι να πώ; Αυτοί οι ίδιοι (δικηγόροι, λογιστές κ.λ.π. διαμεσολαβητές του πολίτη με το κράτος) είναι το μισό βάρος στην πλάτη των παραγωγικών τάξεων (το άλλο μισό είναι η δημόσια γραφειοκρατία). Η νομοθεσία είναι κομμένη και ραμμένη στα μέτρα τους, ώστε να μας είναι απαραίτητοι και να υπάρχει τεχνητά μεγάλος όγκος εργασίας για πάρτη τους. Π.χ. το επάγγελμα του ιδιώτη φοροτεχνικού υπάρχει αποκλειστικά και μόνο χάρη στην στρυφνή νομοθεσία (και τις διαρκείς αλλαγές) για την οποία τάχα δυσανασχετούν και οι ίδιοι. Μα αν τα πράγματα ήσαν απλοποιημένα και σταθερά, ποιος θα πήγαινε σε λογιστή; Το ίδιο ισχύει για το μεγαλύτερο μέρος του όγκου εργασίας και των υπόλοιπων γραβατάκηδων.
Συνεπώς θα ήταν ανεξήγητη αυτή η συμμαχία, αν δεν υπήρχαν οι δεσμοί αίματος· οι γραβατάκηδες είναι τα παιδιά των τρακτεράκηδων και όλοι μαζί δεν ζητάνε τίποτε άλλο, παρά την δική τους εξαίρεση από τα μνημόνια των κομμάτων που ψηφίζουν. Η συμπαράσταση που λένε, ότι έχουν οι τρακτεράκηδες, οφείλεται (πλην της συγγένειας) στην (μάταιη) ελπίδα πολλών, ότι μία εξέγερση θα βοηθούσε να απαλλαγούν και οι ίδιοι από τα βάρη τους (χρέη). Για να δούμε, πόσο δίκιο έχουν;
Η «εξέγερση» των γραβατάκηδων ούτε κατά διάνοια δεν επιζητά την ρήξη με τους «δανειστές», αφού η πλειοψηφεία τους, όπως και όλων των διαμαρτυρομένων, ψήφισε και θα ξαναψηφίσει μνημονιακό κόμμα. Ποιος θα πληρώσει τους «δανειστές», αν ευοδωθεί ο «αγώνας» τους; Μαντέψτε…
Ούτε και οι τρακτεράκηδες όμως θέλουν να τα σπάσουμε με τους «δανειστές», γιατί αυτοί εισπράττουν τις επιδοτήσεις… Κάποιοι έχουν δεύτερο και τρίτο τρακτέρ, ενώ οι περισσότεροι αγρότες δεν έχουμε κανένα. Αρκετοί βέβαια τα έβγαλαν με αγώνα και μικροστερήσεις, αλλά πάρα πολλοί μπορούν να κλείνουν δρόμους χάρη στις επιδοτήσεις, στις οποίες πήραν το μερίδιο του λέοντος, χωρίς να το δικαιούνται. Εκμεταλλεύτηκαν τον συνδυασμό της Ευρωπαϊκής και της Ελληνικής γραφειοκρατίας και τους απαράδεκτους όρους των επιχορηγήσεων εις βάρος των μικροκαλλιεργητών και τώρα θέλουν να μας πετάξουν εντελώς από τα κτήματα μας και να μας τα πάρουν αυτοί αντί πινακίου φακής, ή να μας τα «νοικιάσουν» αντί σπυρίου φακής (και εμείς να πληρώνουμε τον ΕΝΦΙΑ).
Χωρίς ίχνος τσίπας χρησιμοποιούν τον αριθμό των μικροκαλλιεργητών, όταν και όποτε τους συμφέρει να πουν για το μεγάλο μέγεθος της αγροτιάς στην χώρα και ταυτόχρονα απαιτούν τον πλήρη εξοβελισμό μας με τα «μητρώα αγροτών». Θέλουν βέβαια την ΕΕ, αλλά ταυτόχρονα απαιτούν να γίνει κλειστό επάγγελμα ο αγρότης!!!!!!!!
Γιατί το θέλουν αυτό; Πρώτα για να μας πάρουν και τα τελευταία ψίχουλα των επιδοτήσεων και μετά (αφού θα έχουμε στριμωχτεί ακόμα περισσότερο από την άνιση μεταχείριση) για να μας πάρουν τα κτήματα. Αυτοί οι άνθρωποι μόνο με τις στρεβλώσεις της ΚΑΠ μπορούσαν να κάνουν τέτοια προκοπή, άλλοι γιατί στην πραγματικότητα είναι τεμπέληδες και παράσιτα και άλλοι είναι μεν εργατικοί, αλλά άπληστοι και δεν αρκούνται στην αμοιβή του μόχθου τους, αλλά θέλουν να αρπάξουν και του διπλανού τους.
Ας δούμε την ιστορία των ευρωπαϊκών επιχορηγήσεων στην ελαιοκαλλιέργεια (οι ίδιες στρεβλώσεις υπάρχουν σε όλους τους τομείς της αγροτικής οικονομίας). Την πρώτη περίοδο δίνονταν με βάση τον αριθμό των δηλωμένων (παραγωγικών) ελαιόδεντρων. Οι μικροί δηλώσαμε όσα είχαμε πραγματικά, οι περισσότεροι από τους μεγάλους όμως τα αυγάτισαν, λογαριάζοντας ακόμα κι αυτά που ονειρεύονταν να φυτέψουν. Για να αντιμετωπίσει τάχα αυτήν την κουτοπονηριά η Ευρωπαϊκή γραφειοκρατία άλλαξε τον τρόπο υπολογισμού και καθιέρωσε την σύνδεση των επιδοτήσεων με την παραγωγή ελαιόλαδου. Βέβαια το εξίσου πονηρό νέο σύστημα το εκμεταλλεύτηκαν πάλι στο έπακρο οι μεγαλοκαλλιεργητές, που ως μεγαλοπελάτες στα λιοτρίβια, έκαναν τακίμια με τους λιοτριβιαραίους και εισέπρατταν από τα πανωγραψίματα.
Αυτή η δεύτερη περίοδος είναι η περίοδος του μεγάλου πλιάτσικου (από μεγαλοαγρότες, γεωπόνους, λιοτριβιαραίους και λοβιτουραδόρους). Τα πανωγραψίματα της πρώτης περιόδου (στον αριθμό των ελαιόδεντρων) είχαν κάποιο μέτρο. Η δεύτερη περίοδος (που περιλαμβάνει τις πρωθυπουργίες Α. Παπανδρέου, Μητσοτάκη, Σημίτη) δεν έχει μέτρο στο όργιο της διασπάθισης αστρονομικών ποσών, που προορίζονταν για την αναπροσαρμογή –αναβάθμιση των αγροτικών εκμεταλλεύσεων. Αγροτοσυνδικαλιστές και λοιπά λαμόγια, που νέμονται τον ιδρώτα μας, άρπαξαν όλο το λίπος, αφήνοντας κάποια κόκαλα στους μικροκαλιεργητές, που θέλουν να τα πάρουν κι αυτά τώρα.
Τα πανωγραψίματα δεν ήταν παρά ένας από τους τρόπους που έκλεβαν τους μικροκαλλιεργητές. Η μεγάλη μπάζα έγινε με τα προγράμματα των νέων αγροτών και τα σχέδια βελτίωσης, όπου εξαιρεθήκαμε όλοι οι μικροί. Ο πατέρας μεγαλομεσαίος αγρότης έγραφε την αγροτική εκμετάλλευση στον γιό, έπαιρνε ο ίδιος την σύνταξη και ο γιός έπαιρνε τζάμπα έναν μποναμά τουλάχιστον 12.000 ευρώ (και δικαίωμα επιδοτούμενου δανείου). Δηλαδή εκτός από μεγαλύτερο κλήρο ξεκινούσαν και με τζάμπα κεφάλαιο κίνησης και εξοπλισμού πληρωμένο από τους φόρους των κορόιδων.
Οσο για το «επιχείρημα», ότι τα λεφτά που έτρωγαν ήταν των «κουτόφραγκων», είναι ολωσδιόλου ψευδές. Πρώτον· στα διάφορα «προγράμματα» υπήρχε και Ελληνική συμμετοχή στην χρηματοδότηση. Δεύτερον· μέρος των Ευρωπαϊκών κεφαλαίων προέρχεται από την συμβολή της Ελλάδας σε αυτά από ποσοστό του ΦΠΑ. Τρίτον· το υποτιθέμενο όφελος από την διαφορά των χρηματοδοτήσεων με την Ελληνική συμμετοχή στα έξοδα της ΕΕ, όχι μόνο ισοφαρίζεται, αλλά τελικά καταλήγει να είναι ζημιά από την ασφυκτική εξάρτηση της οικονομίας μας από τους νταβατζήδες της ΕΕ. Αυτό οι αγρότες, είτε μεγάλοι είτε μικροί, το έχουμε νοιώσει περισσότερο από κάθε άλλο παραγωγικό κλάδο, ως εξαρτημένοι από τα αγροτικά εφόδια, που χρυσοπληρώνουμε στους νταβατζήδες.
Εκτός αυτών, τα συνολικά ποσά των επιδοτήσεων δεν αυξάνονταν με τα πανωγραψίματα. Οι «κουτόφραγκοι» έδιναν ένα συγκεκριμένο συνολικό ποσό για την επιδότηση κάθε καλλιέργειας. Το ποσό αυτό επιμεριζόταν στους δικαιούχους ανάλογα με την δηλωθείσα ως παραχθείσα ποσότητα. Δηλαδή τα «αδέλφια» μας οι μεγαλοαγρότες έκλεβαν εμάς και όχι την ΕΕ. Συνεταιράκια σε αυτήν την κλοπή ήταν οι λιοτριβιαραίοι, που για κάποιο διάστημα είχαν το πρόσθετο όφελος (από τα πανωγραψίματα) των επιδοτήσεων στα λιοτρίβια.
Στην λοβιτούρα των «προγραμμάτων» συνεταιράκια ήσαν οι γεωπόνοι με τις «μελέτες» τους, αλλά και πολλοί υπάλληλοι των διευθύνσεων Γεωργίας. Οι «μελέτες» αυτές δεν ήταν παρά η αριθμητική προσαρμογή των δεδομένων του ενδιαφερόμενου στις απαιτήσεις της Ευρωπαϊκής γραφειοκρατίας. Οι απαιτήσεις αυτές αφορούσαν το μέγεθος της εκμετάλλευσης και φυσικά απέκλειαν όλες τις μικρές εκμεταλλεύσεις ως μη βιώσιμες.
Αντί λοιπόν να βοηθηθούν οι μικρές εκμεταλλεύσεις, ώστε να γίνουν περισσότερο βιώσιμες, αποκλείστηκαν από κάθε επιχορήγηση, αλλά όχι και από τους φόρους. Με λίγα λόγια, ενώ μας χρακτηρίζουν «μη βιώσιμους», μας βάζουν να ενισχύουμε τους βιώσιμους!!!!!!!!
Για την ιστορία να προσθέσω, ότι στην τρίτη φάση η επιδότηση του λαδιού συνδέθηκε με τον μέσο όρο της δηλωθείσας παραγωγής μίας συγκεκριμένης τετραετίας (αν θυμάμαι καλά `98-2001) οπότε πετάχτηκαν έξω κι άλλοι μικροκαλλιεργητές, που αγανάκτησαν και σταμάτησαν να ασχολούνται με τα δικαιώματα τους. Τώρα, στην τέταρτη περίοδο, η επιδότηση συνδέθηκε ξανά με τον αριθμό των ελαιόδεντρων σε πιο πραγματιστική βάση με την κατάρτιση ενός μίνι κτηματολόγιου με φωτομετρικούς χάρτες, που πληρώθηκε πάλι από τους αγρότες με παρακράτηση επιπλέον ποσού από τις επιδοτήσεις. [Αυτό το αγροτικό κτηματολόγιο είναι άλλη μία μεγάλη αρπαχτή του ψευτοϊδιωτικού τομέα, που παρασιτοβιεί χάρη στην μεταφορά γραφειοκρατικού έργου από τον δημόσιο στον ιδιωτικό τομέα, αλλά πάντα στην πλάτη των κορόιδων.]
Και μια και μιλάμε για τα παράσιτα των αγροτών, δεν πρέπει να ξεχνάμε και τους «οικολόγους». Τις εταιρείες πιστοποίησης, που έφαγαν την μερίδα του λέοντος από τις ειδικές επιδοτήσεις των οικολογικών εκμεταλλεύσεων. Εκμεταλλευόμενοι την ψευτοπεριβαλλοντική πολιτική, έστησαν τα παραμάγαζα τους στις παρυφές της Ευρωπαϊκής γραφειοκρατίας και πούλαγαν αέρα κοπανιστό, πιστοποιώντας σε πρώτη φάση κάθε πελάτη, που προσπαθούσε να πάρει μερίδιο σε μία ανερχόμενη αγορά. Δηλαδή στην ουσία αποκλείστηκαν οι πραγματικοί οικολόγοι παραγωγοί, που δεν μπορούσαν να βαστάξουν ένα επιπλέον βάρος στο ήδη πολύ δύσκολο εγχείρημα τους.
Στην πραγματικότητα δεν υπήρχε κανένας έλεγχος και ο πελάτης -ψευτοοικολόγος παραγωγός έπαιρνε την πολυπόθητη πιστοποίηση και έξτρα επιδότηση, για να καταστεί έτσι εξοντωτικός ανταγωνιστής του πραγματικού οικολόγου, που έμεινε έξω από αυτές τις λοβιτούρες. Αργότερα και μετά από διαμαρτυρίες, άκουσα, ότι άρχισαν πραγματικοί έλεγχοι, αλλά δεν το πιστεύω. Ο λόγος είναι απλός· όταν πληρώνω κάποιον, για να μου πιστοποιήσει κάτι, φυσικά δεν το κάνω για να με απορρίψει…
Η τιμωρία έρχεται μόνη της, καθώς έχουν απαξιωθεί πλέον όλα τα πιστοποιημένα και οι ψαγμένοι καταναλωτές αναζητούν τους μικροπαραγωγούς, αδιαφορώντας για τις απατεωνίστικες πιστοποιήσεις. Αλλά η τιμωρία ήλθε και για όσους θέλουν να εξαφανίσουν τους μικροκαλλιεργητές, αφού βρέθηκαν οι ίδιοι σε μεγαλύτερες φουρτούνες, καθώς εκείνοι εποφθαλμιούν τα δικά μας κτήματα, αλλά οι διεθνείς καρχαρίες εποφθαλμιούν τα δικά τους…
Οι κύριοι λόγοι που βρέθηκαν καταχρεωμένοι και ανέτοιμοι για αυτήν την δύσκολη συγκυρία, παρά τα μεγάλα ποσά των επιχορηγήσεων που πήραν είναι οι εξής: 1) Γιατί πίστεψαν τις δόλιες υποσχέσεις και έκαναν ανοίγματα μεγαλύτερα από τον ίσκιο τους. 2) Γιατί παράτησαν τις παραδοσιακές καλλιέργειες, που αποσκοπούσαν στην εξυπηρέτηση των ουσιαστικών ανθρώπινων αναγκών (τροφή, ένδυση) και στράφηκαν στις εκάστοτε «μοντέρνες» καλλιέργειες και την συμβολαιακή γεωργία, που τους κατέστησε υποχείρια και όμηρους αλλότριων συμφερόντων. Ετσι μόλις περνάει η μόδα και πήζει η αγορά από το άλφα μοντέρνο προϊόν, που δήθεν θα έφερνε μεγάλες οικονομικές αποδώσεις, αναγκάζονται να ξανααλλάξουν την καλλιέργεια, εξοπλισμό, γεωργικά εφόδια. 3) Γιατί ελάχιστοι είδαν τους συνεταιρισμούς ως δικές τους επιχειρήσεις. Οι περισσότεροι λειτούργησαν με την λογική του συνδικαλιστικού σωματείου, που διαρκώς ζητάει λεφτά για ρεμούλες και σπατάλες. Το εταιρικό πνεύμα στην Ελλάδα παραμένει σε εμβρυακή κατάσταση δύο αιώνες μετά την ανεξαρτησία. 4) Γιατί πήραν τα μυαλά τους αέρα και νόμισαν ότι έγιναν επιχειρηματίες με τα ξένα κόλλυβα. Πολλοί από αυτούς που κατηγορούν εμάς τους μικροκαλλιεργητές, ότι δεν είμαστε αγρότες, οι ίδιοι έχουν πάψει από πολλού να είναι αγρότες. Στην θέση τους οι πραγματικοί αγρότες είναι οι Πακιστανοί και οι Αλβανοί. Και καθώς δεν κόπιασαν και πολύ για να αποκτήσουν τα κεφάλαια που τους κατέστησαν «επιχειρηματίες» απέκτησαν όλα τα σουσούμια του νεόπλουτου (σκυλάδικα, τζιπ, αρχοντικά σπίτια).
Δεν είναι χειρότεροι από τους υπόλοιπους νεοέλληνες βέβαια, αλλά δυστυχώς δεν είναι και καλύτεροι, για να βασίσουμε επάνω τους κάποιες ελπίδες.
Οι παρακάτω προτάσεις –αιτήματα δεν είναι κομμένες και ραμμένες στα μικροσυμφέροντα ούτε των μικροκαλλιεργητών, ούτε των αγροτών γενικότερα, γιατί πιστεύω στους δίκαιους κανόνες, που δίνουν δυνατότητα για προκοπή σε όποιον την αξίζει πραγματικά και όχι στις εξαιρέσεις και τις στρεβλώσεις με κανόνες συντεχνιακού προστατευτισμού.
Οι προτάσεις αυτές αντιμετωπίζουν την εθνική οικονομία σαν σύνολο και αποσκοπούν στην περικοπή όλων των περιττών και επιζήμιων γραφειοκρατικών διαδικασιών, που βαρύνουν τον αγροτικό τομέα. Φυσικά ανάλογες είναι οι προτάσεις μου και για κάθε άλλον τομέα, αλλά το παρόν άρθρο αφορά την αγροτική οικονομία. Γι αυτό από τις γενικότερες προτάσεις –αιτήματα παραθέτω μόνο όσα αφορούν και τους αγρότες ως πολίτες.
1) Ούτε ένα ευρώ στους ψευτοδανειστές. Μας χρωστούν τουλάχιστον τα διπλάσια· ας μας δώσουν τις πολεμικές αποζημιώσεις και τότε συνεχίζουμε και εμείς να πληρώνουμε τα χρέη μας. Αυτό κατά πάσα πιθανότητα θα φέρει την ρήξη, για την οποία σίγουρα θα πρέπει να είμαστε έτοιμοι, αλλά τα πράγματα είναι τόσο περίπλοκα παγκοσμίως, που αν ακολουθούσαμε (και) τις παρακάτω προτάσεις, δεν είμαι καθόλου βέβαιος, ότι θα μας έδιωχναν από την ευρωζώνη, την ΕΕ και την διεθνή οικονομία.
2) Ενοποίηση των φόρων, αναλογική επιβάρυνση και ενιαίοι κανόνες φορολογίας και κοινωνικής ασφάλισης, χωρίς εξαιρέσεις. Εδώ τα στυλώνουν όλα τα συντεχνιακά πνεύματα στην Ελλάδα, αλλά είναι μία από τις θεμελιώδεις βάσεις για την εξυγίανση της οικονομίας. Οι αγρότες τουλάχιστον θα έπρεπε να καταλάβουν, πως ότι και να κάνουν, δεν θα εξελιχθούν ποτέ σε προνομιούχα τάξη. Αρα πρέπει να διεκδικούν από κοινού με τους άλλους μη προνομιούχους την γενικότερη ευημερία και όχι την προνομιακή μεταχείριση. [Αλλωστε οι πραγματικά μεγάλοι είναι πολύ λίγοι. Οι περισσότεροι είναι μεσαίοι και για τα Ευρωπαϊκά δεδομένα οι δικοί μας μεσαίοι είναι μικροί.] Οσα πρέπει να αλλάξουν, πρέπει να αλλάξουν για όλους και όχι μόνο για τους αγρότες. Π.χ. αφορολόγητο ποσό και ίδια κλιμάκια φόρου για όλους, είτε είναι υπάλληλοι, είτε ελεύθεροι επαγγελματίες, αγρότες κ.λ.π.
3) Δωρεάν κοινωνικές παροχές για όλους, σύμφωνα με τις δυνατότητες του κράτους, αρχίζοντας από την υγεία και ακολούθως παιδεία κ.λ.π..
4) Πάγωμα για μία τριετία (χωρίς τόκους) και ενοποίηση σε έναν φορέα όλων των οφειλών προς το δημόσιο και τις τράπεζες. Αμεσα δημόσιος διάλογος για την δίκαιη και βιώσιμη αποπληρωμή αυτών των χρεών.
5) Εάν δεν μας διώξουν από την ΕΕ, οι επιδοτήσεις στην αγροτική οικονομία θα δίνονται αποκλειστικά βάσει των πωλήσεων με φορολογικά παραστατικά. Όλα τα ποσά που δικαιούται η Ελλάδα από τα ταμεία της ΚΑΠ θα δίνονται με αυτόν τον τρόπο και θα καταργηθούν τα κάθε είδους προγράμματα, που κατασπαταλούν μεγάλα ποσά σε γραφειοκρατικές διαδικασίες και ανούσιες «μελέτες». Αυτός ο τρόπος επιδότησης δεν σηκώνει καμία παγαποντιά, εξαλείφει πλήρως την φοροδιαφυγή σε όλες τις βαθμίδες (μεταποίηση, εμπόριο) που πηγάζουν από την εγχώρια αγροτική παραγωγή, εξασφαλίζει τον κάθε έντιμο αγρότη είτε μικρό, είτε μεγάλο, από τον αθέμιτο ανταγωνισμό τόσο της φοροδιαφυγής, όσο και της άδικης κατανομής των επιχορηγήσεων.
Εν τέλει έτσι δεν επιχορηγούνται οι αγρότες, αλλά οι τιμές των νόμιμα διακινούμενων προϊόντων. Ολοι (οι παλιοί) θυμόμαστε, ότι το `80 που πρωτοπήραμε τις επιδοτήσεις του λαδιού, αυτά τα λεφτά ήσαν πράγματι ένα έξτρα έσοδο. Μέσα σε τρία τέσσερα χρόνια όμως, αυτό το επιπλέον έσοδο ουσιαστικά μηδενίστηκε, γιατί οι τιμές των μη επιδοτούμενων προϊόντων αυξάνονταν, οι μισθοί αυξάνονταν, αλλά το λάδι παρέμενε σταθερό, χάνοντας στο τέλος όλο το επιπλέον όφελος της επιδότησης. Δηλαδή πλέον παίρνουμε ένα μέρος της τιμής του από την πώληση και ένα μέρος από την επιδότηση.
Αυτό σημαίνει, ότι αν μας διώξουν από την ΕΕ και η τιμή θα αυξηθεί για τον καταναλωτή και ο αγρότης (για να μοιραστεί η ζημιά) δεν θα την ανεβάσει όσο είναι η απώλεια από την επιδότηση που θα χάσει. Όμως στις ρηξικέλευθες λύσεις υπάρχουν κέρδη και ζημίες. Δεν μπορούμε και να απαλλαγούμε από τον θανατηφόρο εναγκαλισμό των ψευτοδανειστών και καμία απώλεια να μην έχουμε. Οι απώλειες αυτές θα είναι πολύ προσωρινές, ενώ τα κέρδη μόνιμα.
Αραγε έχουμε τόσο μεγάλη ανάγκη το 1 ευρώ το κιλό, που είναι μεσοσταθμικά η επιδότηση του λαδιού; Αμα βγάλουμε τα γραφειοκρατικά έξοδα και την συμμετοχή της Ελλάδας από το ποσοστό του ΦΠΑ το όφελος θα είναι μικρότερο από τα 60-70 λεπτά, αλλά κι αυτά όχι απλώς μηδενίζονται, αλλά εν τέλει υπάρχει ζημιά για την εθνική οικονομία από την ζημιογόνα εξάρτηση. Π.χ. μία αγορά 180.000 τρακτέρ, δηλαδή τουλάχιστον 5-6.000 ανανεώσεις τον χρόνο, δεν μπορούσε να στηρίξει μία εθνική βιομηχανία τρακτέρ σε συνεργασία με άλλους ανταγωνιστές των ευρωπαϊκών εταιρειών;
Πως θα μπορούσε το κράτος να στηρίξει άμεσα την ελαιοκαλλιέργεια, αν μας διώξουν από την ΕΕ; Μειώνοντας τον ΦΠΑ του (Ελληνικού μόνο) λαδιού από το 13% στο 3% σχεδόν εκμηδενίζει και αυτά τα 60-70 λεπτά. Από πού θα εξοικονομηθούν αυτά τα χρήματα (της μείωσης του ΦΠΑ); Από την κατάργηση της γραφειοκρατίας, που σχετίζεται με αυτά. Τι θα μπορούσαμε να κάνουμε, ώστε κι αυτοί να μην βρεθούν άνεργοι; Κάποιοι να μεταταγούν σε παραγωγικούς τομείς και άλλοι να βοηθήσουν στην προώθηση του Ελληνικού λαδιού σε καλές τιμές στο εξωτερικό, ώστε να βρεθεί και για αυτούς απασχόληση επωφελής για την Ελληνική οικονομία. Εμείς οι παραγωγοί μπορούμε να πάρουμε μέχρι 4 ευρώ το κιλό (χονδρικοίς) είτε μόνο από την τιμή, είτε από συνδυασμό τιμής και επιδότησης (αν δεν μας διώξουν από την ΕΕ). Λίγα είναι, αλλά αν δεν μας τα αρπάζουν με τον άλφα και τον βήτα τρόπο και αν καλλιεργήσουμε όπως πρέπει, μπορούμε να επιβιώσουμε. Από τα 4 ευρώ όμως, μέχρι τις απίστευτες τιμές που πιάνει ως πολύτιμο προϊόν για την υγεία, υπάρχει πολύ μεγάλο περιθώριο για να φάνε και πολλοί άλλοι εκτός από τους ελαιοπαραγωγούς, αρκεί να συμβάλλουν πραγματικά στην επικερδή προώθηση των αγροτικών προϊόντων και όχι να είναι τσιμπούρια στην πλάτη μας με ψευτοεπιστημονικά προσχήματα.
6) Ως στήριξη της εγχώριας παραγωγής, να υπάρχει υποχρεωτική αναγραφή της χώρας προέλευσης και της χώρας μεταποίησης –συσκευασίας και αν βγούμε από την ΕΕ, μεγάλοι δασμοί στα εισαγόμενα. Συστηματικοί έλεγχοι και εξοντωτικές ποινές σε όσους «Ελληνοποιούν» εισαγόμενα προϊόντα.
7) Συστηματική προώθηση της οικολογικής γεωργίας, δωρεάν πιστοποίηση από δημόσιο φορέα και σύνδεση των ενισχύσεων με τον βαθμό οικολογικότητας κάθε αγροτικής εκμετάλλευσης.
Η λέξη «Ελλάδα» πρέπει να γίνει το πρώτο διεθνές μπραντ νέιμ και συνώνυμο της οικολογίας. Βέβαια είναι πρακτικά αδύνατο να γίνει από την μια χρονιά στην άλλη και μάλιστα χωρίς σχέδια και υποδομές. Γι αυτό εκεί ακριβώς έπρεπε να πιέζουν οι Ελληνες αγρότες. Ο στόχος είναι εξαιρετικά δύσκολος και μεγαλεπήβολος, αλλά και μονόδρομος, τόσο για την υγεία του πληθυσμού και πρώτα από όλους των ίδιων των αγροτών, όσο και για την οικονομική επιβίωση, όχι μόνο των αγροτών, αλλά γενικότερα της οικονομίας.
Οι κύριοι λόγοι που δεν επιτρέπουν την άμεση και μαζική μετατροπή των εκμεταλλεύσεων σε οικολογικές είναι: α) Η έλλειψη αποτελεσματικών και οικονομικά βιώσιμων μεθόδων φυτοπροστασίας (και υγειονομικής προστασίας των ζώων) με οικολογικές μεθόδους σε μεγάλη κλίμακα. Το πρόβλημα αυτό γίνεται ουσιαστικά άλυτο, όσο επιμένουμε στην ανάπτυξη μη εγκλιματισμένων ειδών. β) Το τεράστιο έλλειμμα πολύτιμου χούμου (οργανικής ύλης) στα χωράφια μας. γ) Η ανεπάρκεια υδάτινων πόρων δ) Οι στρεβλώσεις του ισχύοντος συστήματος πιστοποίησης και εμπορίας. ε) Η εξάρτηση καθοριστικών παραγόντων από τις πολυεθνικές (επιχειρήσεις αγροεφοδίων, πολιτικοί, διοικητικοί και συνδικαλιστικοί παράγοντες, γεωπόνοι, κτηνίατροι).
Πρέπει να στραφούμε ξανά στα εγχώρια και εγκλιματισμένα είδη και ποικιλίες, που είναι πιο ανθεκτικά στις περιβαλλοντικές συνθήκες της Ελλάδας και της κάθε περιοχής ειδικά. Ετσι, ακόμα κι αν δεν μπορούμε να μετατρέψουμε άμεσα όλες τις καλλιέργειες σε οικολογικές, μπορούμε να μετριάσουμε πολύ την χρήση φυτοφαρμάκων.
Αυτό που πρέπει να κατανοήσουμε, είναι ότι οι οικολογικές μέθοδοι φυτοπροστασίας (και ζωοπροστασίας) απαιτούν πολύ περισσότερη εργασία και άρα ποτέ δεν θα γίνουν οικονομικά ανταγωνιστικές με τις συμβατικές μεθόδους. Γι αυτό τα οικολογικά προϊόντα είναι πιο ακριβά. Η διαφορά όμως πρέπει να πηγαίνει εξ ολοκλήρου στον παραγωγό κι όχι στους ενδιάμεσους και τους πιστοποιητές.
Ετσι, όσο πιο οικολογική είναι μία εκμετάλλευση, τόσο περισσότερη εργασία για την ίδια ποσότητα προϊόντος, μεγαλύτερες τιμές και έσοδο, μεγαλύτερη προστιθέμενη αξία για τον αγρότη, άρα και μείωση του απαιτούμενου μεγέθους για να είναι μία εκμετάλλευση βιώσιμη.
Αντί να έχουμε λοιπόν 180.000 δήθεν βιώσιμες εκματαλλεύσεις, θα μπορούσαμε να έχουμε 800.000 πραγματικά βιώσιμες (ανεξάρτητα αν πολλοί κάνουμε και δεύτερο επάγγελμα) και σχεδόν διπλάσιους εργαζόμενους.
Αν μάλιστα αίρονταν τα γραφειοκρατικά εμπόδια για την οικοτεχνία στην μεταποίηση των αγροτικών προϊόντων, δεν θα χρειαζόταν καν δεύτερο επάγγελμα για πολλούς μικρούς παραγωγούς.
ΑΝΤΙ ΛΟΙΠΟΝ ΟΙ ΜΕΓΑΛΟΜΕΣΑΙΟΙ ΑΓΡΟΤΕΣ ΝΑ ΣΤΗΡΙΖΟΥΝ ΤΗΝ «ΕΠΙΒΙΩΣΗ» ΤΟΥΣ ΣΤΗΝ ΕΞΟΝΤΩΣΗ ΤΩΝ 600.000 ΜΙΚΡΟΚΑΛΛΙΕΡΓΗΤΩΝ ΚΑΙ ΤΗΝ ΖΗΤΟΥΝ ΕΞΑΙΡΕΣΗ ΤΟΥΣ ΑΠΟ ΤΑ ΣΚΛΗΡΑ ΜΝΗΜΟΝΙΑΚΑ ΜΕΤΡΑ, ΝΑ ΣΥΝΤΑΧΘΟΥΝ ΜΕ ΟΣΟΥΣ ΛΕΜΕ «ΟΧΙ ΣΤΗΝ ΑΠΟΠΛΗΡΩΜΗ ΤΩΝ ΔΑΝΕΙΩΝ, ΑΝ ΔΕΝ ΜΑΣ ΑΠΟΔΟΘΟΥΝ ΟΙ ΠΟΛΕΜΙΚΕΣ ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΕΙΣ ΚΑΙ ΤΑ ΧΡΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΔΙΝΟΥΜΕ ΣΤΟ ΚΡΑΤΟΣ, ΝΑ ΕΠΙΣΤΡΕΦΟΥΝ ΣΤΟΥΣ ΠΟΛΙΤΕΣ.
Το κράτος βεβαίως οφείλει να καταρτίσει και να εφαρμόσει σχέδιο αειφόρου ανάπτυξης στην αγροτική οικονομία και να φτιάξει τις αναγκαίες υποδομές. α) Η γεωδιαμόρφωση της χώρας και οι σύγχρονες κλιματολογικές συνθήκες, με τις λίγες και συχνά ραγδαίες βροχοπτώσεις, επιβάλλουν την υδρολογική εκμετάλλευση και της τελευταίας πτύχωσης του εδάφους. Με λίγα λόγια (μικρά) φράγματα παντού, ώστε να δημιουργούνται υπέργειοι και υπόγειοι ταμιευτήρες νερού, καθώς και ταμιευτήρες πολύτιμης ιλύος. β) Η ιλύς αυτή, μαζί με την χουμοποιημένη βιομάζα από αγροτικά και δασικά υπολείμματα και επεξεργασμένα αγροβιομηχανικά λύματα και φυσικά ζωική φουσκή, θα εμπλουτίζουν τις καλλιέργειες αντικαθιστώντας τα χημικά λιπάσματα. Αυτή θα είναι η νέα μας λιπασματοβιομηχανία, που θα έχει πολλές και (ενίοτε) εξειδικευμένες μορφές και φυσικά θα πρέπει να ξεκινήσει από συνεταιριστικά σχήματα με την βοήθεια του κράτους. Αλλωστε το μεγαλύτερο μέρος αυτής της «βιομηχανικής» δραστηριότητας θα διεξάγεται από τους ίδιους τους αγρότες στα χωράφια τους. Το κράτος όμως πρέπει να μεριμνήσει για την συνολική οργάνωση και να βοηθήσει στην ανάπτυξη των απαραίτητων βιομηχανιών (και επεκτάσεων, ή μεταβολών σε υπάρχουσες). Π.χ. φωσφορούχο οργανικό λίπασμα μπορεί να προκύψει από την κονιορτοποίηση των οστών των σφαγείων, κάτι βέβαια, που δεν μπορεί να γίνεται σε ατομικό επίπεδο, όπως η άλεση υλικού κλαδέματος, που μπορούν να κάνουν και οι μικρές ακόμα εκμεταλλεύσεις. Φυσικά θα πρέπει να αναπτυχθεί Ελληνική βιομηχανία αγροεφοδίων για την οικολογική γεωργία. γ) Βεβαίως δεν πρέπει να μας καταλάβει το άγχος για την έλλειψη χούμος στα εδάφη μας, ούτε να πιστεύουμε, ότι θα τα κάνουμε «δέλτα του Νείλου» σε μερικά χρόνια, ή μερικές δεκαετίες. Η έλλειψη αυτή άλλωστε δεν είναι πρόσφατη και η αγροτική μας οικονομία είχε προσαρμοστεί σε αυτήν εδώ και χιλιετίες με ποικιλίες που δεν απαιτούν πολύ παχιά χώματα, όπως πολλές παραδοσιακές ποικιλίες αμπελιού. Υπάρχουν εναλλακτικές λύσεις για πιο φτωχά εδάφη, όπως βότανα, δασοκαλλιέργειες, φωτοβολταϊκά κ.λ.π.. Ωστόσο η μέριμνα μας για τον εμπλουτισμό των χωραφιών πρέπει να είναι διαρκής και οι κατευθύνσεις των αγροτών να αποσκοπούν στο γενικότερο και διαρκέστερο συμφέρον και όχι σε προσωρινά οικονομικά οφέλη. Η Ελλάδα δεν έχει ούτε την ανάγκη, ούτε την πολυτέλεια για παραγωγή βιομάζας για ενεργειακούς σκοπούς. Βέβαια το χοντρό ξυλώδες υλικό των κλαδεμάτων και των υλοτομιών, εφόσον δεν έχει εφαρμογή ως «χρήσιμη» ξυλεία (έπιπλα, κουφώματα κ.λ.π.) μπορεί να καίγεται, αλλά δεν έχουμε κανέναν λόγο και κανένα περιθώριο να ξοδεύουμε την υπόλοιπη βιομάζα για καύση και δέσμευση πολύτιμων εδαφών για παραγωγή βιοκαυσίμων. Η Ελλάδα μπορεί και πρέπει να λύσει το ενεργειακό της από τον ήλιο (κυρίως). Αυτό πρέπει να γίνει το φθηνό καύσιμο και των αγροτών και όλων των άλλων. Και για να γίνει φθηνό, πρέπει να δημιουργηθεί εθνική (όχι απαραίτητα κρατική) βιομηχανία και τεχνολογία για τις ΑΠΕ.
Τέλος ως μέτρα άμεσης ανακούφισης, πλην του προαναφερθέντος παγώματος των χρεών και σε συνάρτηση με όλα τα παραπάνω: 1) Για τα εισοδήματα του 2015 αφορολόγητο 12.000 για όλους. 2) Αφορολόγητο για τον ΕΝΦΙΑ του `16 οι 50.000 και 20.000 για κάθε προστατευόμενο μέλος (και κλιμακωτή επιβάρυνση). 3) Κλιμακωτή εφαρμογή της σύνδεσης της κοινωνικής ασφάλισης με το εισόδημα για αγρότες και επαγγελματίες. Πρώτο κλιμάκιο εως 8.000 συντελεστής 5%. Οι επόμενες 12.000 με συντελεστή 10%. Οι επόμενες 15.000 με 15% και το υπερβάλλον με 20%. [Δηλαδή ένας επαγγελματίας, αγρότης με εισόδημα 5.000 ασφάλιστρο 250 ευρώ. Με 8.000 ασφάλιστρο 400 ευρώ. Με 15.000 ασφάλιστρο 1.100 ευρώ. Με 20.000 ασφάλιστρο 1.600 ευρώ και με 30.000 ασφάλιστρο 2.100 ευρώ.] 4) Επαναφορά της επιστροφής ΦΠΑ στους αγρότες. 5) Επέκταση της κάλυψης των ζημιών από τον ΕΛΓΑ στα πραγματικά μεγέθη από όλα τα αίτια (πλην της αμέλειας του αγρότη).
Η κυβέρνηση κλείνει το μάτι στους αγρότες των μπλόκων, λέγοντας «μπορεί να σας αδικώ στην φορολογία και άλλα, αλλά θα σας βοηθήσω να εξαφανίσετε τους μικροκαλλιεργητές». Ας σκεφτούν, γιατί είναι το μόνο αίτημα που συναινεί και αν την εμπιστεύονται, ας διαρρήξουν οριστικά τις σχέσεις τους με τους 600.000 μικροκαλλιεργητές. Σήμερα εμείς· αύριο αυτοί (στο μαχαίρι των χασάπηδων της Ελλάδας). Μάλιστα φοβάμαι μην συμβεί και με αντίθετη σειρά η απώλεια… Ο ΣΥΡΙΖΑ πάει να εφαρμόσει το «διαίρει και βασίλευε» ανάμεσα στους μικρούς και τους μικρότερους (γιατί οι δικοί μας μεγαλομεσαίοι είναι μικροί για τα Ευρωπαϊκά μεγέθη) βάζοντας τους πρώτους να κατασπαράξουν τους δεύτερους, για να έχουν περισσότερο λίπος, όταν κατασπαραχτούν οι ίδιοι. Πολύ φοβάμαι, ότι δεν θα προλάβουν καν να δαγκώσουν, γιατί οι καρχαρίες δεν κρατιώνται και θα φάνε μαζί με την μαρίδα και τους ενδιάμεσους θηρευτές.
Π. Ρέππας
Δημοσίευση: Φεβρουαρίου 06, 2016
- Κατηγορία:
ΡΕΠΠΑΣ Π
Για τους γραβατάκηδες τι να πώ; Αυτοί οι ίδιοι (δικηγόροι, λογιστές κ.λ.π. διαμεσολαβητές του πολίτη με το κράτος) είναι το μισό βάρος στην πλάτη των παραγωγικών τάξεων (το άλλο μισό είναι η δημόσια γραφειοκρατία). Η νομοθεσία είναι κομμένη και ραμμένη στα μέτρα τους, ώστε να μας είναι απαραίτητοι και να υπάρχει τεχνητά μεγάλος όγκος εργασίας για πάρτη τους. Π.χ. το επάγγελμα του ιδιώτη φοροτεχνικού υπάρχει αποκλειστικά και μόνο χάρη στην στρυφνή νομοθεσία (και τις διαρκείς αλλαγές) για την οποία τάχα δυσανασχετούν και οι ίδιοι. Μα αν τα πράγματα ήσαν απλοποιημένα και σταθερά, ποιος θα πήγαινε σε λογιστή; Το ίδιο ισχύει για το μεγαλύτερο μέρος του όγκου εργασίας και των υπόλοιπων γραβατάκηδων.
Συνεπώς θα ήταν ανεξήγητη αυτή η συμμαχία, αν δεν υπήρχαν οι δεσμοί αίματος· οι γραβατάκηδες είναι τα παιδιά των τρακτεράκηδων και όλοι μαζί δεν ζητάνε τίποτε άλλο, παρά την δική τους εξαίρεση από τα μνημόνια των κομμάτων που ψηφίζουν. Η συμπαράσταση που λένε, ότι έχουν οι τρακτεράκηδες, οφείλεται (πλην της συγγένειας) στην (μάταιη) ελπίδα πολλών, ότι μία εξέγερση θα βοηθούσε να απαλλαγούν και οι ίδιοι από τα βάρη τους (χρέη). Για να δούμε, πόσο δίκιο έχουν;
Η «εξέγερση» των γραβατάκηδων ούτε κατά διάνοια δεν επιζητά την ρήξη με τους «δανειστές», αφού η πλειοψηφεία τους, όπως και όλων των διαμαρτυρομένων, ψήφισε και θα ξαναψηφίσει μνημονιακό κόμμα. Ποιος θα πληρώσει τους «δανειστές», αν ευοδωθεί ο «αγώνας» τους; Μαντέψτε…
Ούτε και οι τρακτεράκηδες όμως θέλουν να τα σπάσουμε με τους «δανειστές», γιατί αυτοί εισπράττουν τις επιδοτήσεις… Κάποιοι έχουν δεύτερο και τρίτο τρακτέρ, ενώ οι περισσότεροι αγρότες δεν έχουμε κανένα. Αρκετοί βέβαια τα έβγαλαν με αγώνα και μικροστερήσεις, αλλά πάρα πολλοί μπορούν να κλείνουν δρόμους χάρη στις επιδοτήσεις, στις οποίες πήραν το μερίδιο του λέοντος, χωρίς να το δικαιούνται. Εκμεταλλεύτηκαν τον συνδυασμό της Ευρωπαϊκής και της Ελληνικής γραφειοκρατίας και τους απαράδεκτους όρους των επιχορηγήσεων εις βάρος των μικροκαλλιεργητών και τώρα θέλουν να μας πετάξουν εντελώς από τα κτήματα μας και να μας τα πάρουν αυτοί αντί πινακίου φακής, ή να μας τα «νοικιάσουν» αντί σπυρίου φακής (και εμείς να πληρώνουμε τον ΕΝΦΙΑ).
Χωρίς ίχνος τσίπας χρησιμοποιούν τον αριθμό των μικροκαλλιεργητών, όταν και όποτε τους συμφέρει να πουν για το μεγάλο μέγεθος της αγροτιάς στην χώρα και ταυτόχρονα απαιτούν τον πλήρη εξοβελισμό μας με τα «μητρώα αγροτών». Θέλουν βέβαια την ΕΕ, αλλά ταυτόχρονα απαιτούν να γίνει κλειστό επάγγελμα ο αγρότης!!!!!!!!
Γιατί το θέλουν αυτό; Πρώτα για να μας πάρουν και τα τελευταία ψίχουλα των επιδοτήσεων και μετά (αφού θα έχουμε στριμωχτεί ακόμα περισσότερο από την άνιση μεταχείριση) για να μας πάρουν τα κτήματα. Αυτοί οι άνθρωποι μόνο με τις στρεβλώσεις της ΚΑΠ μπορούσαν να κάνουν τέτοια προκοπή, άλλοι γιατί στην πραγματικότητα είναι τεμπέληδες και παράσιτα και άλλοι είναι μεν εργατικοί, αλλά άπληστοι και δεν αρκούνται στην αμοιβή του μόχθου τους, αλλά θέλουν να αρπάξουν και του διπλανού τους.
Ας δούμε την ιστορία των ευρωπαϊκών επιχορηγήσεων στην ελαιοκαλλιέργεια (οι ίδιες στρεβλώσεις υπάρχουν σε όλους τους τομείς της αγροτικής οικονομίας). Την πρώτη περίοδο δίνονταν με βάση τον αριθμό των δηλωμένων (παραγωγικών) ελαιόδεντρων. Οι μικροί δηλώσαμε όσα είχαμε πραγματικά, οι περισσότεροι από τους μεγάλους όμως τα αυγάτισαν, λογαριάζοντας ακόμα κι αυτά που ονειρεύονταν να φυτέψουν. Για να αντιμετωπίσει τάχα αυτήν την κουτοπονηριά η Ευρωπαϊκή γραφειοκρατία άλλαξε τον τρόπο υπολογισμού και καθιέρωσε την σύνδεση των επιδοτήσεων με την παραγωγή ελαιόλαδου. Βέβαια το εξίσου πονηρό νέο σύστημα το εκμεταλλεύτηκαν πάλι στο έπακρο οι μεγαλοκαλλιεργητές, που ως μεγαλοπελάτες στα λιοτρίβια, έκαναν τακίμια με τους λιοτριβιαραίους και εισέπρατταν από τα πανωγραψίματα.
Αυτή η δεύτερη περίοδος είναι η περίοδος του μεγάλου πλιάτσικου (από μεγαλοαγρότες, γεωπόνους, λιοτριβιαραίους και λοβιτουραδόρους). Τα πανωγραψίματα της πρώτης περιόδου (στον αριθμό των ελαιόδεντρων) είχαν κάποιο μέτρο. Η δεύτερη περίοδος (που περιλαμβάνει τις πρωθυπουργίες Α. Παπανδρέου, Μητσοτάκη, Σημίτη) δεν έχει μέτρο στο όργιο της διασπάθισης αστρονομικών ποσών, που προορίζονταν για την αναπροσαρμογή –αναβάθμιση των αγροτικών εκμεταλλεύσεων. Αγροτοσυνδικαλιστές και λοιπά λαμόγια, που νέμονται τον ιδρώτα μας, άρπαξαν όλο το λίπος, αφήνοντας κάποια κόκαλα στους μικροκαλιεργητές, που θέλουν να τα πάρουν κι αυτά τώρα.
Τα πανωγραψίματα δεν ήταν παρά ένας από τους τρόπους που έκλεβαν τους μικροκαλλιεργητές. Η μεγάλη μπάζα έγινε με τα προγράμματα των νέων αγροτών και τα σχέδια βελτίωσης, όπου εξαιρεθήκαμε όλοι οι μικροί. Ο πατέρας μεγαλομεσαίος αγρότης έγραφε την αγροτική εκμετάλλευση στον γιό, έπαιρνε ο ίδιος την σύνταξη και ο γιός έπαιρνε τζάμπα έναν μποναμά τουλάχιστον 12.000 ευρώ (και δικαίωμα επιδοτούμενου δανείου). Δηλαδή εκτός από μεγαλύτερο κλήρο ξεκινούσαν και με τζάμπα κεφάλαιο κίνησης και εξοπλισμού πληρωμένο από τους φόρους των κορόιδων.
Οσο για το «επιχείρημα», ότι τα λεφτά που έτρωγαν ήταν των «κουτόφραγκων», είναι ολωσδιόλου ψευδές. Πρώτον· στα διάφορα «προγράμματα» υπήρχε και Ελληνική συμμετοχή στην χρηματοδότηση. Δεύτερον· μέρος των Ευρωπαϊκών κεφαλαίων προέρχεται από την συμβολή της Ελλάδας σε αυτά από ποσοστό του ΦΠΑ. Τρίτον· το υποτιθέμενο όφελος από την διαφορά των χρηματοδοτήσεων με την Ελληνική συμμετοχή στα έξοδα της ΕΕ, όχι μόνο ισοφαρίζεται, αλλά τελικά καταλήγει να είναι ζημιά από την ασφυκτική εξάρτηση της οικονομίας μας από τους νταβατζήδες της ΕΕ. Αυτό οι αγρότες, είτε μεγάλοι είτε μικροί, το έχουμε νοιώσει περισσότερο από κάθε άλλο παραγωγικό κλάδο, ως εξαρτημένοι από τα αγροτικά εφόδια, που χρυσοπληρώνουμε στους νταβατζήδες.
Εκτός αυτών, τα συνολικά ποσά των επιδοτήσεων δεν αυξάνονταν με τα πανωγραψίματα. Οι «κουτόφραγκοι» έδιναν ένα συγκεκριμένο συνολικό ποσό για την επιδότηση κάθε καλλιέργειας. Το ποσό αυτό επιμεριζόταν στους δικαιούχους ανάλογα με την δηλωθείσα ως παραχθείσα ποσότητα. Δηλαδή τα «αδέλφια» μας οι μεγαλοαγρότες έκλεβαν εμάς και όχι την ΕΕ. Συνεταιράκια σε αυτήν την κλοπή ήταν οι λιοτριβιαραίοι, που για κάποιο διάστημα είχαν το πρόσθετο όφελος (από τα πανωγραψίματα) των επιδοτήσεων στα λιοτρίβια.
Στην λοβιτούρα των «προγραμμάτων» συνεταιράκια ήσαν οι γεωπόνοι με τις «μελέτες» τους, αλλά και πολλοί υπάλληλοι των διευθύνσεων Γεωργίας. Οι «μελέτες» αυτές δεν ήταν παρά η αριθμητική προσαρμογή των δεδομένων του ενδιαφερόμενου στις απαιτήσεις της Ευρωπαϊκής γραφειοκρατίας. Οι απαιτήσεις αυτές αφορούσαν το μέγεθος της εκμετάλλευσης και φυσικά απέκλειαν όλες τις μικρές εκμεταλλεύσεις ως μη βιώσιμες.
Αντί λοιπόν να βοηθηθούν οι μικρές εκμεταλλεύσεις, ώστε να γίνουν περισσότερο βιώσιμες, αποκλείστηκαν από κάθε επιχορήγηση, αλλά όχι και από τους φόρους. Με λίγα λόγια, ενώ μας χρακτηρίζουν «μη βιώσιμους», μας βάζουν να ενισχύουμε τους βιώσιμους!!!!!!!!
Για την ιστορία να προσθέσω, ότι στην τρίτη φάση η επιδότηση του λαδιού συνδέθηκε με τον μέσο όρο της δηλωθείσας παραγωγής μίας συγκεκριμένης τετραετίας (αν θυμάμαι καλά `98-2001) οπότε πετάχτηκαν έξω κι άλλοι μικροκαλλιεργητές, που αγανάκτησαν και σταμάτησαν να ασχολούνται με τα δικαιώματα τους. Τώρα, στην τέταρτη περίοδο, η επιδότηση συνδέθηκε ξανά με τον αριθμό των ελαιόδεντρων σε πιο πραγματιστική βάση με την κατάρτιση ενός μίνι κτηματολόγιου με φωτομετρικούς χάρτες, που πληρώθηκε πάλι από τους αγρότες με παρακράτηση επιπλέον ποσού από τις επιδοτήσεις. [Αυτό το αγροτικό κτηματολόγιο είναι άλλη μία μεγάλη αρπαχτή του ψευτοϊδιωτικού τομέα, που παρασιτοβιεί χάρη στην μεταφορά γραφειοκρατικού έργου από τον δημόσιο στον ιδιωτικό τομέα, αλλά πάντα στην πλάτη των κορόιδων.]
Και μια και μιλάμε για τα παράσιτα των αγροτών, δεν πρέπει να ξεχνάμε και τους «οικολόγους». Τις εταιρείες πιστοποίησης, που έφαγαν την μερίδα του λέοντος από τις ειδικές επιδοτήσεις των οικολογικών εκμεταλλεύσεων. Εκμεταλλευόμενοι την ψευτοπεριβαλλοντική πολιτική, έστησαν τα παραμάγαζα τους στις παρυφές της Ευρωπαϊκής γραφειοκρατίας και πούλαγαν αέρα κοπανιστό, πιστοποιώντας σε πρώτη φάση κάθε πελάτη, που προσπαθούσε να πάρει μερίδιο σε μία ανερχόμενη αγορά. Δηλαδή στην ουσία αποκλείστηκαν οι πραγματικοί οικολόγοι παραγωγοί, που δεν μπορούσαν να βαστάξουν ένα επιπλέον βάρος στο ήδη πολύ δύσκολο εγχείρημα τους.
Στην πραγματικότητα δεν υπήρχε κανένας έλεγχος και ο πελάτης -ψευτοοικολόγος παραγωγός έπαιρνε την πολυπόθητη πιστοποίηση και έξτρα επιδότηση, για να καταστεί έτσι εξοντωτικός ανταγωνιστής του πραγματικού οικολόγου, που έμεινε έξω από αυτές τις λοβιτούρες. Αργότερα και μετά από διαμαρτυρίες, άκουσα, ότι άρχισαν πραγματικοί έλεγχοι, αλλά δεν το πιστεύω. Ο λόγος είναι απλός· όταν πληρώνω κάποιον, για να μου πιστοποιήσει κάτι, φυσικά δεν το κάνω για να με απορρίψει…
Η τιμωρία έρχεται μόνη της, καθώς έχουν απαξιωθεί πλέον όλα τα πιστοποιημένα και οι ψαγμένοι καταναλωτές αναζητούν τους μικροπαραγωγούς, αδιαφορώντας για τις απατεωνίστικες πιστοποιήσεις. Αλλά η τιμωρία ήλθε και για όσους θέλουν να εξαφανίσουν τους μικροκαλλιεργητές, αφού βρέθηκαν οι ίδιοι σε μεγαλύτερες φουρτούνες, καθώς εκείνοι εποφθαλμιούν τα δικά μας κτήματα, αλλά οι διεθνείς καρχαρίες εποφθαλμιούν τα δικά τους…
Οι κύριοι λόγοι που βρέθηκαν καταχρεωμένοι και ανέτοιμοι για αυτήν την δύσκολη συγκυρία, παρά τα μεγάλα ποσά των επιχορηγήσεων που πήραν είναι οι εξής: 1) Γιατί πίστεψαν τις δόλιες υποσχέσεις και έκαναν ανοίγματα μεγαλύτερα από τον ίσκιο τους. 2) Γιατί παράτησαν τις παραδοσιακές καλλιέργειες, που αποσκοπούσαν στην εξυπηρέτηση των ουσιαστικών ανθρώπινων αναγκών (τροφή, ένδυση) και στράφηκαν στις εκάστοτε «μοντέρνες» καλλιέργειες και την συμβολαιακή γεωργία, που τους κατέστησε υποχείρια και όμηρους αλλότριων συμφερόντων. Ετσι μόλις περνάει η μόδα και πήζει η αγορά από το άλφα μοντέρνο προϊόν, που δήθεν θα έφερνε μεγάλες οικονομικές αποδώσεις, αναγκάζονται να ξανααλλάξουν την καλλιέργεια, εξοπλισμό, γεωργικά εφόδια. 3) Γιατί ελάχιστοι είδαν τους συνεταιρισμούς ως δικές τους επιχειρήσεις. Οι περισσότεροι λειτούργησαν με την λογική του συνδικαλιστικού σωματείου, που διαρκώς ζητάει λεφτά για ρεμούλες και σπατάλες. Το εταιρικό πνεύμα στην Ελλάδα παραμένει σε εμβρυακή κατάσταση δύο αιώνες μετά την ανεξαρτησία. 4) Γιατί πήραν τα μυαλά τους αέρα και νόμισαν ότι έγιναν επιχειρηματίες με τα ξένα κόλλυβα. Πολλοί από αυτούς που κατηγορούν εμάς τους μικροκαλλιεργητές, ότι δεν είμαστε αγρότες, οι ίδιοι έχουν πάψει από πολλού να είναι αγρότες. Στην θέση τους οι πραγματικοί αγρότες είναι οι Πακιστανοί και οι Αλβανοί. Και καθώς δεν κόπιασαν και πολύ για να αποκτήσουν τα κεφάλαια που τους κατέστησαν «επιχειρηματίες» απέκτησαν όλα τα σουσούμια του νεόπλουτου (σκυλάδικα, τζιπ, αρχοντικά σπίτια).
Δεν είναι χειρότεροι από τους υπόλοιπους νεοέλληνες βέβαια, αλλά δυστυχώς δεν είναι και καλύτεροι, για να βασίσουμε επάνω τους κάποιες ελπίδες.
Οι παρακάτω προτάσεις –αιτήματα δεν είναι κομμένες και ραμμένες στα μικροσυμφέροντα ούτε των μικροκαλλιεργητών, ούτε των αγροτών γενικότερα, γιατί πιστεύω στους δίκαιους κανόνες, που δίνουν δυνατότητα για προκοπή σε όποιον την αξίζει πραγματικά και όχι στις εξαιρέσεις και τις στρεβλώσεις με κανόνες συντεχνιακού προστατευτισμού.
Οι προτάσεις αυτές αντιμετωπίζουν την εθνική οικονομία σαν σύνολο και αποσκοπούν στην περικοπή όλων των περιττών και επιζήμιων γραφειοκρατικών διαδικασιών, που βαρύνουν τον αγροτικό τομέα. Φυσικά ανάλογες είναι οι προτάσεις μου και για κάθε άλλον τομέα, αλλά το παρόν άρθρο αφορά την αγροτική οικονομία. Γι αυτό από τις γενικότερες προτάσεις –αιτήματα παραθέτω μόνο όσα αφορούν και τους αγρότες ως πολίτες.
1) Ούτε ένα ευρώ στους ψευτοδανειστές. Μας χρωστούν τουλάχιστον τα διπλάσια· ας μας δώσουν τις πολεμικές αποζημιώσεις και τότε συνεχίζουμε και εμείς να πληρώνουμε τα χρέη μας. Αυτό κατά πάσα πιθανότητα θα φέρει την ρήξη, για την οποία σίγουρα θα πρέπει να είμαστε έτοιμοι, αλλά τα πράγματα είναι τόσο περίπλοκα παγκοσμίως, που αν ακολουθούσαμε (και) τις παρακάτω προτάσεις, δεν είμαι καθόλου βέβαιος, ότι θα μας έδιωχναν από την ευρωζώνη, την ΕΕ και την διεθνή οικονομία.
2) Ενοποίηση των φόρων, αναλογική επιβάρυνση και ενιαίοι κανόνες φορολογίας και κοινωνικής ασφάλισης, χωρίς εξαιρέσεις. Εδώ τα στυλώνουν όλα τα συντεχνιακά πνεύματα στην Ελλάδα, αλλά είναι μία από τις θεμελιώδεις βάσεις για την εξυγίανση της οικονομίας. Οι αγρότες τουλάχιστον θα έπρεπε να καταλάβουν, πως ότι και να κάνουν, δεν θα εξελιχθούν ποτέ σε προνομιούχα τάξη. Αρα πρέπει να διεκδικούν από κοινού με τους άλλους μη προνομιούχους την γενικότερη ευημερία και όχι την προνομιακή μεταχείριση. [Αλλωστε οι πραγματικά μεγάλοι είναι πολύ λίγοι. Οι περισσότεροι είναι μεσαίοι και για τα Ευρωπαϊκά δεδομένα οι δικοί μας μεσαίοι είναι μικροί.] Οσα πρέπει να αλλάξουν, πρέπει να αλλάξουν για όλους και όχι μόνο για τους αγρότες. Π.χ. αφορολόγητο ποσό και ίδια κλιμάκια φόρου για όλους, είτε είναι υπάλληλοι, είτε ελεύθεροι επαγγελματίες, αγρότες κ.λ.π.
3) Δωρεάν κοινωνικές παροχές για όλους, σύμφωνα με τις δυνατότητες του κράτους, αρχίζοντας από την υγεία και ακολούθως παιδεία κ.λ.π..
4) Πάγωμα για μία τριετία (χωρίς τόκους) και ενοποίηση σε έναν φορέα όλων των οφειλών προς το δημόσιο και τις τράπεζες. Αμεσα δημόσιος διάλογος για την δίκαιη και βιώσιμη αποπληρωμή αυτών των χρεών.
5) Εάν δεν μας διώξουν από την ΕΕ, οι επιδοτήσεις στην αγροτική οικονομία θα δίνονται αποκλειστικά βάσει των πωλήσεων με φορολογικά παραστατικά. Όλα τα ποσά που δικαιούται η Ελλάδα από τα ταμεία της ΚΑΠ θα δίνονται με αυτόν τον τρόπο και θα καταργηθούν τα κάθε είδους προγράμματα, που κατασπαταλούν μεγάλα ποσά σε γραφειοκρατικές διαδικασίες και ανούσιες «μελέτες». Αυτός ο τρόπος επιδότησης δεν σηκώνει καμία παγαποντιά, εξαλείφει πλήρως την φοροδιαφυγή σε όλες τις βαθμίδες (μεταποίηση, εμπόριο) που πηγάζουν από την εγχώρια αγροτική παραγωγή, εξασφαλίζει τον κάθε έντιμο αγρότη είτε μικρό, είτε μεγάλο, από τον αθέμιτο ανταγωνισμό τόσο της φοροδιαφυγής, όσο και της άδικης κατανομής των επιχορηγήσεων.
Εν τέλει έτσι δεν επιχορηγούνται οι αγρότες, αλλά οι τιμές των νόμιμα διακινούμενων προϊόντων. Ολοι (οι παλιοί) θυμόμαστε, ότι το `80 που πρωτοπήραμε τις επιδοτήσεις του λαδιού, αυτά τα λεφτά ήσαν πράγματι ένα έξτρα έσοδο. Μέσα σε τρία τέσσερα χρόνια όμως, αυτό το επιπλέον έσοδο ουσιαστικά μηδενίστηκε, γιατί οι τιμές των μη επιδοτούμενων προϊόντων αυξάνονταν, οι μισθοί αυξάνονταν, αλλά το λάδι παρέμενε σταθερό, χάνοντας στο τέλος όλο το επιπλέον όφελος της επιδότησης. Δηλαδή πλέον παίρνουμε ένα μέρος της τιμής του από την πώληση και ένα μέρος από την επιδότηση.
Αυτό σημαίνει, ότι αν μας διώξουν από την ΕΕ και η τιμή θα αυξηθεί για τον καταναλωτή και ο αγρότης (για να μοιραστεί η ζημιά) δεν θα την ανεβάσει όσο είναι η απώλεια από την επιδότηση που θα χάσει. Όμως στις ρηξικέλευθες λύσεις υπάρχουν κέρδη και ζημίες. Δεν μπορούμε και να απαλλαγούμε από τον θανατηφόρο εναγκαλισμό των ψευτοδανειστών και καμία απώλεια να μην έχουμε. Οι απώλειες αυτές θα είναι πολύ προσωρινές, ενώ τα κέρδη μόνιμα.
Αραγε έχουμε τόσο μεγάλη ανάγκη το 1 ευρώ το κιλό, που είναι μεσοσταθμικά η επιδότηση του λαδιού; Αμα βγάλουμε τα γραφειοκρατικά έξοδα και την συμμετοχή της Ελλάδας από το ποσοστό του ΦΠΑ το όφελος θα είναι μικρότερο από τα 60-70 λεπτά, αλλά κι αυτά όχι απλώς μηδενίζονται, αλλά εν τέλει υπάρχει ζημιά για την εθνική οικονομία από την ζημιογόνα εξάρτηση. Π.χ. μία αγορά 180.000 τρακτέρ, δηλαδή τουλάχιστον 5-6.000 ανανεώσεις τον χρόνο, δεν μπορούσε να στηρίξει μία εθνική βιομηχανία τρακτέρ σε συνεργασία με άλλους ανταγωνιστές των ευρωπαϊκών εταιρειών;
Πως θα μπορούσε το κράτος να στηρίξει άμεσα την ελαιοκαλλιέργεια, αν μας διώξουν από την ΕΕ; Μειώνοντας τον ΦΠΑ του (Ελληνικού μόνο) λαδιού από το 13% στο 3% σχεδόν εκμηδενίζει και αυτά τα 60-70 λεπτά. Από πού θα εξοικονομηθούν αυτά τα χρήματα (της μείωσης του ΦΠΑ); Από την κατάργηση της γραφειοκρατίας, που σχετίζεται με αυτά. Τι θα μπορούσαμε να κάνουμε, ώστε κι αυτοί να μην βρεθούν άνεργοι; Κάποιοι να μεταταγούν σε παραγωγικούς τομείς και άλλοι να βοηθήσουν στην προώθηση του Ελληνικού λαδιού σε καλές τιμές στο εξωτερικό, ώστε να βρεθεί και για αυτούς απασχόληση επωφελής για την Ελληνική οικονομία. Εμείς οι παραγωγοί μπορούμε να πάρουμε μέχρι 4 ευρώ το κιλό (χονδρικοίς) είτε μόνο από την τιμή, είτε από συνδυασμό τιμής και επιδότησης (αν δεν μας διώξουν από την ΕΕ). Λίγα είναι, αλλά αν δεν μας τα αρπάζουν με τον άλφα και τον βήτα τρόπο και αν καλλιεργήσουμε όπως πρέπει, μπορούμε να επιβιώσουμε. Από τα 4 ευρώ όμως, μέχρι τις απίστευτες τιμές που πιάνει ως πολύτιμο προϊόν για την υγεία, υπάρχει πολύ μεγάλο περιθώριο για να φάνε και πολλοί άλλοι εκτός από τους ελαιοπαραγωγούς, αρκεί να συμβάλλουν πραγματικά στην επικερδή προώθηση των αγροτικών προϊόντων και όχι να είναι τσιμπούρια στην πλάτη μας με ψευτοεπιστημονικά προσχήματα.
6) Ως στήριξη της εγχώριας παραγωγής, να υπάρχει υποχρεωτική αναγραφή της χώρας προέλευσης και της χώρας μεταποίησης –συσκευασίας και αν βγούμε από την ΕΕ, μεγάλοι δασμοί στα εισαγόμενα. Συστηματικοί έλεγχοι και εξοντωτικές ποινές σε όσους «Ελληνοποιούν» εισαγόμενα προϊόντα.
7) Συστηματική προώθηση της οικολογικής γεωργίας, δωρεάν πιστοποίηση από δημόσιο φορέα και σύνδεση των ενισχύσεων με τον βαθμό οικολογικότητας κάθε αγροτικής εκμετάλλευσης.
Η λέξη «Ελλάδα» πρέπει να γίνει το πρώτο διεθνές μπραντ νέιμ και συνώνυμο της οικολογίας. Βέβαια είναι πρακτικά αδύνατο να γίνει από την μια χρονιά στην άλλη και μάλιστα χωρίς σχέδια και υποδομές. Γι αυτό εκεί ακριβώς έπρεπε να πιέζουν οι Ελληνες αγρότες. Ο στόχος είναι εξαιρετικά δύσκολος και μεγαλεπήβολος, αλλά και μονόδρομος, τόσο για την υγεία του πληθυσμού και πρώτα από όλους των ίδιων των αγροτών, όσο και για την οικονομική επιβίωση, όχι μόνο των αγροτών, αλλά γενικότερα της οικονομίας.
Οι κύριοι λόγοι που δεν επιτρέπουν την άμεση και μαζική μετατροπή των εκμεταλλεύσεων σε οικολογικές είναι: α) Η έλλειψη αποτελεσματικών και οικονομικά βιώσιμων μεθόδων φυτοπροστασίας (και υγειονομικής προστασίας των ζώων) με οικολογικές μεθόδους σε μεγάλη κλίμακα. Το πρόβλημα αυτό γίνεται ουσιαστικά άλυτο, όσο επιμένουμε στην ανάπτυξη μη εγκλιματισμένων ειδών. β) Το τεράστιο έλλειμμα πολύτιμου χούμου (οργανικής ύλης) στα χωράφια μας. γ) Η ανεπάρκεια υδάτινων πόρων δ) Οι στρεβλώσεις του ισχύοντος συστήματος πιστοποίησης και εμπορίας. ε) Η εξάρτηση καθοριστικών παραγόντων από τις πολυεθνικές (επιχειρήσεις αγροεφοδίων, πολιτικοί, διοικητικοί και συνδικαλιστικοί παράγοντες, γεωπόνοι, κτηνίατροι).
Πρέπει να στραφούμε ξανά στα εγχώρια και εγκλιματισμένα είδη και ποικιλίες, που είναι πιο ανθεκτικά στις περιβαλλοντικές συνθήκες της Ελλάδας και της κάθε περιοχής ειδικά. Ετσι, ακόμα κι αν δεν μπορούμε να μετατρέψουμε άμεσα όλες τις καλλιέργειες σε οικολογικές, μπορούμε να μετριάσουμε πολύ την χρήση φυτοφαρμάκων.
Αυτό που πρέπει να κατανοήσουμε, είναι ότι οι οικολογικές μέθοδοι φυτοπροστασίας (και ζωοπροστασίας) απαιτούν πολύ περισσότερη εργασία και άρα ποτέ δεν θα γίνουν οικονομικά ανταγωνιστικές με τις συμβατικές μεθόδους. Γι αυτό τα οικολογικά προϊόντα είναι πιο ακριβά. Η διαφορά όμως πρέπει να πηγαίνει εξ ολοκλήρου στον παραγωγό κι όχι στους ενδιάμεσους και τους πιστοποιητές.
Ετσι, όσο πιο οικολογική είναι μία εκμετάλλευση, τόσο περισσότερη εργασία για την ίδια ποσότητα προϊόντος, μεγαλύτερες τιμές και έσοδο, μεγαλύτερη προστιθέμενη αξία για τον αγρότη, άρα και μείωση του απαιτούμενου μεγέθους για να είναι μία εκμετάλλευση βιώσιμη.
Αντί να έχουμε λοιπόν 180.000 δήθεν βιώσιμες εκματαλλεύσεις, θα μπορούσαμε να έχουμε 800.000 πραγματικά βιώσιμες (ανεξάρτητα αν πολλοί κάνουμε και δεύτερο επάγγελμα) και σχεδόν διπλάσιους εργαζόμενους.
Αν μάλιστα αίρονταν τα γραφειοκρατικά εμπόδια για την οικοτεχνία στην μεταποίηση των αγροτικών προϊόντων, δεν θα χρειαζόταν καν δεύτερο επάγγελμα για πολλούς μικρούς παραγωγούς.
ΑΝΤΙ ΛΟΙΠΟΝ ΟΙ ΜΕΓΑΛΟΜΕΣΑΙΟΙ ΑΓΡΟΤΕΣ ΝΑ ΣΤΗΡΙΖΟΥΝ ΤΗΝ «ΕΠΙΒΙΩΣΗ» ΤΟΥΣ ΣΤΗΝ ΕΞΟΝΤΩΣΗ ΤΩΝ 600.000 ΜΙΚΡΟΚΑΛΛΙΕΡΓΗΤΩΝ ΚΑΙ ΤΗΝ ΖΗΤΟΥΝ ΕΞΑΙΡΕΣΗ ΤΟΥΣ ΑΠΟ ΤΑ ΣΚΛΗΡΑ ΜΝΗΜΟΝΙΑΚΑ ΜΕΤΡΑ, ΝΑ ΣΥΝΤΑΧΘΟΥΝ ΜΕ ΟΣΟΥΣ ΛΕΜΕ «ΟΧΙ ΣΤΗΝ ΑΠΟΠΛΗΡΩΜΗ ΤΩΝ ΔΑΝΕΙΩΝ, ΑΝ ΔΕΝ ΜΑΣ ΑΠΟΔΟΘΟΥΝ ΟΙ ΠΟΛΕΜΙΚΕΣ ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΕΙΣ ΚΑΙ ΤΑ ΧΡΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΔΙΝΟΥΜΕ ΣΤΟ ΚΡΑΤΟΣ, ΝΑ ΕΠΙΣΤΡΕΦΟΥΝ ΣΤΟΥΣ ΠΟΛΙΤΕΣ.
Το κράτος βεβαίως οφείλει να καταρτίσει και να εφαρμόσει σχέδιο αειφόρου ανάπτυξης στην αγροτική οικονομία και να φτιάξει τις αναγκαίες υποδομές. α) Η γεωδιαμόρφωση της χώρας και οι σύγχρονες κλιματολογικές συνθήκες, με τις λίγες και συχνά ραγδαίες βροχοπτώσεις, επιβάλλουν την υδρολογική εκμετάλλευση και της τελευταίας πτύχωσης του εδάφους. Με λίγα λόγια (μικρά) φράγματα παντού, ώστε να δημιουργούνται υπέργειοι και υπόγειοι ταμιευτήρες νερού, καθώς και ταμιευτήρες πολύτιμης ιλύος. β) Η ιλύς αυτή, μαζί με την χουμοποιημένη βιομάζα από αγροτικά και δασικά υπολείμματα και επεξεργασμένα αγροβιομηχανικά λύματα και φυσικά ζωική φουσκή, θα εμπλουτίζουν τις καλλιέργειες αντικαθιστώντας τα χημικά λιπάσματα. Αυτή θα είναι η νέα μας λιπασματοβιομηχανία, που θα έχει πολλές και (ενίοτε) εξειδικευμένες μορφές και φυσικά θα πρέπει να ξεκινήσει από συνεταιριστικά σχήματα με την βοήθεια του κράτους. Αλλωστε το μεγαλύτερο μέρος αυτής της «βιομηχανικής» δραστηριότητας θα διεξάγεται από τους ίδιους τους αγρότες στα χωράφια τους. Το κράτος όμως πρέπει να μεριμνήσει για την συνολική οργάνωση και να βοηθήσει στην ανάπτυξη των απαραίτητων βιομηχανιών (και επεκτάσεων, ή μεταβολών σε υπάρχουσες). Π.χ. φωσφορούχο οργανικό λίπασμα μπορεί να προκύψει από την κονιορτοποίηση των οστών των σφαγείων, κάτι βέβαια, που δεν μπορεί να γίνεται σε ατομικό επίπεδο, όπως η άλεση υλικού κλαδέματος, που μπορούν να κάνουν και οι μικρές ακόμα εκμεταλλεύσεις. Φυσικά θα πρέπει να αναπτυχθεί Ελληνική βιομηχανία αγροεφοδίων για την οικολογική γεωργία. γ) Βεβαίως δεν πρέπει να μας καταλάβει το άγχος για την έλλειψη χούμος στα εδάφη μας, ούτε να πιστεύουμε, ότι θα τα κάνουμε «δέλτα του Νείλου» σε μερικά χρόνια, ή μερικές δεκαετίες. Η έλλειψη αυτή άλλωστε δεν είναι πρόσφατη και η αγροτική μας οικονομία είχε προσαρμοστεί σε αυτήν εδώ και χιλιετίες με ποικιλίες που δεν απαιτούν πολύ παχιά χώματα, όπως πολλές παραδοσιακές ποικιλίες αμπελιού. Υπάρχουν εναλλακτικές λύσεις για πιο φτωχά εδάφη, όπως βότανα, δασοκαλλιέργειες, φωτοβολταϊκά κ.λ.π.. Ωστόσο η μέριμνα μας για τον εμπλουτισμό των χωραφιών πρέπει να είναι διαρκής και οι κατευθύνσεις των αγροτών να αποσκοπούν στο γενικότερο και διαρκέστερο συμφέρον και όχι σε προσωρινά οικονομικά οφέλη. Η Ελλάδα δεν έχει ούτε την ανάγκη, ούτε την πολυτέλεια για παραγωγή βιομάζας για ενεργειακούς σκοπούς. Βέβαια το χοντρό ξυλώδες υλικό των κλαδεμάτων και των υλοτομιών, εφόσον δεν έχει εφαρμογή ως «χρήσιμη» ξυλεία (έπιπλα, κουφώματα κ.λ.π.) μπορεί να καίγεται, αλλά δεν έχουμε κανέναν λόγο και κανένα περιθώριο να ξοδεύουμε την υπόλοιπη βιομάζα για καύση και δέσμευση πολύτιμων εδαφών για παραγωγή βιοκαυσίμων. Η Ελλάδα μπορεί και πρέπει να λύσει το ενεργειακό της από τον ήλιο (κυρίως). Αυτό πρέπει να γίνει το φθηνό καύσιμο και των αγροτών και όλων των άλλων. Και για να γίνει φθηνό, πρέπει να δημιουργηθεί εθνική (όχι απαραίτητα κρατική) βιομηχανία και τεχνολογία για τις ΑΠΕ.
Τέλος ως μέτρα άμεσης ανακούφισης, πλην του προαναφερθέντος παγώματος των χρεών και σε συνάρτηση με όλα τα παραπάνω: 1) Για τα εισοδήματα του 2015 αφορολόγητο 12.000 για όλους. 2) Αφορολόγητο για τον ΕΝΦΙΑ του `16 οι 50.000 και 20.000 για κάθε προστατευόμενο μέλος (και κλιμακωτή επιβάρυνση). 3) Κλιμακωτή εφαρμογή της σύνδεσης της κοινωνικής ασφάλισης με το εισόδημα για αγρότες και επαγγελματίες. Πρώτο κλιμάκιο εως 8.000 συντελεστής 5%. Οι επόμενες 12.000 με συντελεστή 10%. Οι επόμενες 15.000 με 15% και το υπερβάλλον με 20%. [Δηλαδή ένας επαγγελματίας, αγρότης με εισόδημα 5.000 ασφάλιστρο 250 ευρώ. Με 8.000 ασφάλιστρο 400 ευρώ. Με 15.000 ασφάλιστρο 1.100 ευρώ. Με 20.000 ασφάλιστρο 1.600 ευρώ και με 30.000 ασφάλιστρο 2.100 ευρώ.] 4) Επαναφορά της επιστροφής ΦΠΑ στους αγρότες. 5) Επέκταση της κάλυψης των ζημιών από τον ΕΛΓΑ στα πραγματικά μεγέθη από όλα τα αίτια (πλην της αμέλειας του αγρότη).
Η κυβέρνηση κλείνει το μάτι στους αγρότες των μπλόκων, λέγοντας «μπορεί να σας αδικώ στην φορολογία και άλλα, αλλά θα σας βοηθήσω να εξαφανίσετε τους μικροκαλλιεργητές». Ας σκεφτούν, γιατί είναι το μόνο αίτημα που συναινεί και αν την εμπιστεύονται, ας διαρρήξουν οριστικά τις σχέσεις τους με τους 600.000 μικροκαλλιεργητές. Σήμερα εμείς· αύριο αυτοί (στο μαχαίρι των χασάπηδων της Ελλάδας). Μάλιστα φοβάμαι μην συμβεί και με αντίθετη σειρά η απώλεια… Ο ΣΥΡΙΖΑ πάει να εφαρμόσει το «διαίρει και βασίλευε» ανάμεσα στους μικρούς και τους μικρότερους (γιατί οι δικοί μας μεγαλομεσαίοι είναι μικροί για τα Ευρωπαϊκά μεγέθη) βάζοντας τους πρώτους να κατασπαράξουν τους δεύτερους, για να έχουν περισσότερο λίπος, όταν κατασπαραχτούν οι ίδιοι. Πολύ φοβάμαι, ότι δεν θα προλάβουν καν να δαγκώσουν, γιατί οι καρχαρίες δεν κρατιώνται και θα φάνε μαζί με την μαρίδα και τους ενδιάμεσους θηρευτές.
Π. Ρέππας
Τα θέματα των αναρτήσεων δεν εκφράζουν απαραίτητα και τις απόψεις των διαχειριστών και των συντακτών του ιστολογίου μας. Τα σχόλια εκφράζουν τις απόψεις των σχολιαστών και μόνο αυτών.
Σχόλια που περιέχουν ύβρεις ή απρεπείς χαρακτηρισμούς διαγράφονται κατά τον έλεγχο από την ομάδα διαχείρισης. Ευχαριστούμε.