Τα Αηδόνια είναι ένας μικρός οικισμός στην ευρύτερη περιοχή της Νεμέας(1), που ενδεχομένως να ήταν εντελώς αδιάφορος, αν οι περιστάσεις δεν τον έφερναν στο επίκεντρο μίας σκανδαλώδους υπόθεσης αρχαιοκαπηλίας, μέσω της οποίας αποκαλύφθηκε ένα από τα σπουδαιότερα μυκηναϊκά νεκροταφεία του αρχαιοελληνικού κόσμου. Η πλοκή των συμβάντων παραπέμπει κυριολεκτικά σε ένα μυθιστόρημα, έχοντας μία συναρπαστική και απρόσμενα αίσια εξέλιξη. Αν και με το συγκεκριμένο θέμα ασχολήθηκαν διάφοροι ερευνητές στο παρελθόν, δημοσιεύοντας αρκετές αξιόλογες εργασίες, εντούτοις στο παρόν άρθρο προσπαθήσουμε να παραθέσουμε το χρονικό της υπεξαίρεσης των πολύτιμων κλοπιμαίων των λαθρανασκαφών, τα οποία προσέλαβαν την επωνυμία ο «Θησαυρός των Αηδονιών», μέσα από ένα αμερόληπτο πρίσμα. Επίσης, θα γίνει και μία περιγραφή του υφιστάμενου αρχαιολογικού χώρου με τους υπόσκαφους θαλαμωτούς τάφους, σε αντιπαραβολή με την πιθανή ταυτοποίηση της τοποθεσίας με την αρχαία πόλη της Αραιθυρέας, που μνημονεύεται στην «Ιλιάδα» του Ομήρου, συνταιριάζοντας παράλληλα τα παλαιότερα αλλά και τα πρόσφατα ανασκαφικά δεδομένα.
Τα γεγονότα ξεκίνησαν το έτος 1971, όταν ένας ιδιώτης ονόματι Θεοφάνης Κουγιούρης, ο οποίος τύγχανε τότε και κοινοτάρχης των Αηδονιών, μετέβηκε στο κτήμα του που βρίσκονταν στην πλαγιά ενός λόφου, περίπου 500 μέτρανοτιοανατολικά του οικισμού. Η τοποθεσία με τους ελαιώνες αποκαλούνταν με το τοπωνύμιο «Γουρουνοσπηλιά», εξαιτίας κάποιων χαμηλών εσοχών στο βραχώδες έδαφος, που έμοιαζαν κάπως με φυσικά μονόχωρα σπήλαια και χρησιμοποιούνταν περιστασιακά ως ιδιότυπα χοιροστάσια, αλλά ουσιαστικά επρόκειτο για τα τεχνητά ανοίγματα ανεξερεύνητων μυκηναϊκών τάφων. Φθάνοντας ο Κουγιούρης εκεί, ξαφνικά το έδαφος υποχώρησε και μαζί με το μουλάρι του έπεσαν σε μία κοιλότητα.Μόλις συνήλθε και κατάφερε να βγει στην επιφάνεια έσπευσε στο καφενείο του χωριού να ζητήσει βοήθεια, προκειμένου να απεγκλωβίσει και το ζώο. Τότε λοιπόν και προφανώς κατά την διάρκεια της διαδικασίας πρέπει να έγινε αντιληπτό από τους συμμετέχοντες ότι είχε καταρρεύσει η οροφή ενός ασύλητου τύμβου, εντός του οποίου υπήρχαν λείψανα νεκρών ανθρώπων και πληθώρα αρχαίων αντικειμένων. Αντίθετα με την αρνητική άποψη που διατύπωσε ο γράφων στην αρχική παρουσίαση του άρθρου, όπως αυτή προέκυπτε από τα διάφορα δημοσιεύματα, ο κοινοτάρχης δεν είχε καμία απολύτως εμπλοκή με την επακόλουθη λαθρανασκαφή και παράνομη διακίνηση των πολύτιμων κτερισμάτων του Μυκηναϊκού νεκροταφείου. Κατόπιν προσωπικής επικοινωνίας με τον συνονόματο εγγονό του τελευταίου, Φάνη Κουγιούρη, και της αντικειμενικής διερεύνησης του ζητήματος από τον ίδιο μέσω συνομιλιών με αρμόδια πρόσωπα, διαπιστώθηκε ότι ο πρόγονος του όχι απλά ήταν αμέτοχος, αλλά μάλλον ήταν εντελώς ανήμπορος να αποτρέψει τους τυμβωρύχους, καθόσον φαίνεται πως το κύκλωμα των αρχαιοκαπήλων διέθετε ισχυρά ερείσματα και λειτουργούσε με κανόνες οργανωμένου εγκλήματος.
Τα νέα διαδόθηκαν αστραπιαία στους κατοίκους των Αηδονιών, όμως δεν θα παρέμεναν για πολύ ως ένα κοινό μυστικό στην κλειστή κοινωνία του χωριού. Σύντομα αρκετά άτομα, μεταξύ αυτών και ευυπόληπτοι πολίτες, αλλά και ομάδες επιτήδειων τυμβωρύχων, άρχισαν να επιδίδονται νυχθημερόν σε εντατικές λαθρανασκαφές στον χώρο του αρχαίου νεκροταφείου, μία δραστηριότητα που διάρκεσε επί μήνες και ήταν γνωστή στους κρατικούς φορείς. Ενδεικτικό της αδιάντροπης συγκάλυψης των αρχαιοκάπηλων, είναι ότι μόλις γίνονταν μία καταγγελία στην Αστυνομία για εκτελούμενες εκσκαφές στον υπόψη λόφο, τα αστυνομικά όργανα προσεγγίζοντας την τοποθεσία ενεργοποιούσαν την σειρήνα και τον φάρο του οχήματος και έτσι ειδοποιούνταν οι δράστες που έσπευδαν να εξαφανιστούν. Η ακριβής ποσότητα και το είδος των υφαρπαγέντων κτερισμάτων δεν δύναται να διευκρινιστούν, αλλά σίγουρα ήταν πολυάριθμα και πουλήθηκαν έναντι σεβαστού χρηματικού αντιτίμου, καθώς μερικοί κάτοικοι του οικισμού φέρονται να απόκτησαν αιφνιδίως μία διόλου ευκαταφρόνητη περιουσία. Η δε διοχέτευση του «Θησαυρού των Αηδονιών» στο εξωτερικό πραγματοποιούνταν με ποικίλους και λίαν ευφάνταστους τρόπους. Για παράδειγμα και σύμφωνα με την μαρτυρία ενός Ελβετού τραπεζίτη, τα αρχαία αντικείμενα κρύβονταν ακόμα και μέσα σε καρπούζια και μεταφέρονταν με φορτηγά με προορισμό την Ελβετία και την Γερμανία, καταλήγοντας στα χέρια κλεπταποδόχων συλλεκτών.
Η «επαγγελματική» ενασχόληση με την αρχαιοκαπηλία δεν ήταν κάτι το πρωτοφανές στην περιφέρεια της Νεμέας. Στην πεδιάδα του Φλιούντα (Φλιάσιο Πεδίο) και στον χώρο της αρχαίας Νεμέας, δρούσαν ήδη οργανωμένες συμμορίες αρχαιόσυλων, που έψαχναν αυθαίρετα στις τοποθεσίες των δύο αρχαιοελληνικών πόλεων, λεηλατώντας αγγεία, αρχιτεκτονικά μέλη, επιγραφές, αγαλματίδια και διάφορα αντικείμενα, πολλές φορές με την συνενοχή και την συγκάλυψη των τοπικών παραγόντων. Μία χαρακτηριστική περίπτωση αναφέρεται από τον διαπρεπή καθηγητή αρχαιολογίας Stephen G. Miller, ο οποίος ήρθε στην περιοχή μαζί με την σύζυγο του στα 1973, προκειμένου να διεξάγει ανασκαφές στην θέση της αρχαίας Νεμέας(2). Λίγο μετά από την άφιξη του, ο Αμερικάνος φιλέλληνας επισκέφτηκε ένα εμπορικό κατάστημα στην διπλανή κωμόπολη της Νέας Νεμέας, για να προμηθευτεί τον απαιτούμενο εξοπλισμό. Όταν ζήτησε να αγοράσει μία σκαπάνη και μερικά φτυάρια, εξηγώντας στον περίεργο ιδιοκτήτη για ποιο σκοπό τα θέλει, εκείνος του ανέφερε ανεπιφύλακτα ότι έσκαβε και ο ίδιος με έναν φορτωτή στο μέρος της αρχαίας Νεμέας και έβρισκε διαρκώς αρχαιότητες. Επίσης, δεν δίστασε να δηλώσει με στόμφο πως οι δύο τους θεωρούνταν συνάδελφοι και να προτείνει συνεργασία στον ξένο αρχαιολόγο. Ο εμβρόντητος Miller θέλοντας να τον επιπλήξει, του είπε ότι ήταν τίποτε άλλο παρά ένας σκαιός αρχαιοκάπηλος, για να λάβει την καταφατική απάντηση του καταστηματάρχη, ο οποίος τόνισε φιλάρεσκα πως ήταν και πολύ καλός σε αυτή την δουλειά.
Εικόνα 4: Χρυσό δακτυλίδι – σφραγίδα με ελλειψοειδή σφενδόνη, που φέρει έγγλυφη παράσταση άρματος (1500 – 1400 π. Χ.). Ο αναβάτης κρατάει τα χαλινάρια και ένα ραβδί ή μαστίγιο, πάνω από την πλάτη των δύο επικαλυπτόμενων αλόγων. Ανήκει στην συλλογή των υφαρπαγέντων αρχαίων κοσμημάτων από τον μυκηναϊκό «Θησαυρό των Αηδονιών».
Στον λόφο πάνω από τα Αηδόνια οι λαθρανασκαφές συνεχίστηκαν μέχρι το 1977, όπως και η παράνομη διακίνηση των αρχαίων ευρημάτων, πάντα υπό την άτυπη ανοχή των κατοίκων και των δημόσιων υπηρεσιών, ενώ ο ανταγωνισμός στην σύληση των αρχαιοτήτων οξύνθηκε σε τέτοιο βαθμό, που ανταλλάσσονταν ακόμα και πυροβολισμοί. Σύμφωνα με τα λεγόμενα του Stephen Miller, από τις δύο κύριες αντίπαλες ομάδες τυμβωρύχων, φέρεται να επικράτησε η συμμορία του κοινοτάρχη. Το θέμα πήρε διαστάσεις και στις 18 Νοεμβρίου 1977, εγκαταστάθηκαν φύλακες για πρώτη φορά στο ταφικό σύμπλεγμα. Το βράδυ εκείνης της ημέρας έγιναν επανειλημμένες τηλεφωνικές κλήσεις στην αστυνομία από ένα γειτονικό σπίτι, στις οποίες καταγγέλλονταν ότι παρατηρούνταν παράνομη δραστηριότητα στην τοποθεσία. Η κατηγορία αφορούσε τους φύλακες! Το δε πρόσωπο που έδωσε την πληροφορία, συμπεριλαμβάνονταν και αυτό στον κατάλογο των βασικών υπόπτων για ιδιαίτερους λόγους. Σύντομα, το υπόψη ελεγχόμενο άτομο μαζί με τον ανιψιό του κοινοτάρχη, διορίστηκαν επιστάτες του μυκηναϊκού νεκροταφείου των Αηδονιών, ύστερα από παρέμβαση ενός ισχυρού πολιτικού από την περιοχή της Νεμέας. Η διαπλοκή διάχυτη σε όλο της το μεγαλείο! Η ανώμαλη κατάσταση εξομαλύνθηκε κάπως λίγο αργότερα, όταν αποφασίστηκε από την Δ’ Εφορεία Αρχαιοτήτων Ναυπλίου, στην οποία υπάγονταν τότε η Κορινθία, να διενεργηθεί επίσημη αρχαιολογική έρευνα στον χώρο και επιλέχθηκαν αξιόπιστοι φύλακες εν όψει των επικείμενων εργασιών, οι οποίοι όμως δέχονταν συχνά άστοχους πυροβολισμούς τις βραδινές ώρες για εκφοβισμό και παραλάμβαναν επιστολές με απειλές για την ζωή τόσο των ιδίων, όσο και των μελών της οικογένειας τους.
Εικόνα 5: Άποψη του εσωτερικού ενός θαλαμωτού τύμβου (Τ. 11). Έως το 1978, όταν και ξεκίνησαν οι συστηματικές ανασκαφές στο μυκηναϊκό νεκροταφείο των Αηδονιών, είχαν συληθεί 15 από τα 20 ανακαλυφθέντα ταφικά μνημεία.
Οι αρχικές συστηματικές ανασκαφές στο ύψωμα των Αηδονιών ξεκίνησαν τον Ιούνιο του 1978, με επικεφαλής του συνεργείου των αρχαιολόγων την Καλλιόπη Κρυστάλλη – Βότση και διεξήχθησαν σε τέσσερις περιόδους έως το 1980. Συνολικά ερευνήθηκαν και καταμετρήθηκαν 20 λαξευμένα και υπόσκαφα ταφικά μνημεία, η περιγραφή των οποίων θα παρατεθεί σε επόμενη ενότητα του παρόντος άρθρου. Παρά την εκτεταμένη ληστρική επέμβαση των αρχαιοκάπηλων, πέντε από αυτά εντοπίστηκαν ασύλητα, όπως και ένας λάκκος ανακομιδής σε ένα λεηλατημένο θάλαμο. Οι δε εργασίες σε όλα τα νεκρικά διαμερίσματα του ταφικού συμπλέγματος απέδωσαν πολλά και αξιολογότατα ευρήματα, που η συγκριτική μελέτη τους θα αποδεικνύονταν μελλοντικά, το κλειδί για τον επαναπατρισμό ενός τμήματος των ανεκτίμητων αρχαίων αντικειμένων από τα Αηδόνια, που είχαν διακινηθεί στο εξωτερικό. Στα αναθηματικά κτερίσματα περιλαμβάνονταν αγγεία, ειδώλια, όπλα, εργαλεία, χρυσά δακτυλίδια – σφραγίδες, σφραγιδόλιθοι και κοσμήματα από χρυσό, άργυρο και σίδηρο, ήλεκτρο, ημιπολύτιμους λίθους, υαλόμαζα, φαγεντιανή και ελεφαντόδοντο, μέσω των οποίων πιστοποιήθηκε ότι το νεκροταφείο ανάγονταν στην Μυκηναϊκή εποχή και ήταν σε συνεχή χρήση για μεγάλο χρονικό διάστημα από τον 16ο έως τον 13ο αιώνα π. Χ.. Η αρχαιολογική έρευνα συνεχίστηκε αποσπασματικά μέχρι το 1986, οπότε παραδόξως διακόπηκε χωρίς να έχει περατωθεί πλήρως και η τοποθεσία παρέμεινε ξανά εντελώς αφύλαχτη και αναξιοποίητη. Μάλιστα, φημολογείται ότι οι αρχαιόσυλοι επέστρεψαν στον τόπο του εγκλήματος και προέβαιναν ευκαιριακά στις βέβηλες πράξεις τους τουλάχιστον έως το 2004.
Εικόνα 6: Χρυσά κοίλα δισκόμορφα ελάσματα, διαμέτρου 4,4 εκατοστών, με έκτυπη παράσταση διπλών δεκαεξάφυλλων ροδάκων (π. 1500 π. Χ.). Στην επιφάνεια τους διακρίνονται δύο αντικριστά ζεύγη οπών, για την στερέωση των κοσμημάτων σε βαρύτιμο ένδυμα ως επιθέματα. Βρέθηκαν σε ασύλητο λάκκο ανακομιδής σε ένα από διαταραγμένους τύμβους (Τ. 7), κατά την επίσημη αρχαιολογική έρευνα στο νεκροταφείο των Αηδονιών.
Όσον αφορά τα κλεμμένα αρχαία αντικείμενα από το μυκηναϊκό ταφικό σύμπλεγμα των Αηδονιών, μία απροσδόκητη εξέλιξη θα έφερνε την υπόθεση της αρχαιοκαπηλίας και πάλι στην δημοσιότητα μερικά χρόνια αργότερα. Στα 1992 παρουσιάστηκε ένα σύνολο 312 τεμαχίων από αρχαιοελληνικά κοσμήματα στον διάσημο Αμερικάνο έμπορο αρχαιοτήτων και έργων τέχνης Michael Ward, προκειμένου να τεθούν σε πλειστηριασμό, τα οποία είτε πέρασαν στην κυριότητα του, είτε βρίσκονταν στα χέρια κάποιου ιδιώτη συλλέκτη και ο ίδιος θα λειτουργούσε ως μεσάζων. Η τεχνοτροπία τους εκτιμήθηκε ως Κρητομυκηναϊκή και χρονολογήθηκαν γενικά στην ύστερη Εποχή του Χαλκού στο Αιγαίο. Ο Ward για να κατοχυρώσει μία νομιμοφάνεια στην επιδιωκόμενη πώληση τους, ειδοποίησε εγγράφως το Ελληνικό Δημόσιο και ζήτησε πληροφορίες για την προέλευση και την αυθεντικότητα τους. Οι αρμόδιοι κρατικοί φορείς επέδειξαν μία εξωφρενική αδιαφορία, αποστέλλοντας μία επιστολή αδειοδότησης στον Αμερικάνο γκαλερίστα, γνωστοποιώντας ότι δεν υπήρχαν διαθέσιμα στοιχεία για την εκπόρευση τους. Ο δρόμος για την εκποίηση ενός ακόμα μέρους της Ελληνικής πολιτιστικής κληρονομιάς ήταν πλέον ανοιχτός. Αφού δεν διαφαίνονταν κανένα άλλο εμπόδιο, τον Απρίλιο του 1993, τα αρχαία αντικείμενα εκτέθηκαν για δημοπρασία στην αίθουσα τέχνης του Ward στην Νέα Υόρκη, συνοδευόμενα από ένα πολυτελή εικονογραφημένο κατάλογο και κείμενα επεξηγήσεων με τίτλο «Gold of the Mycenaeans Important Finger Rings, Sealstones and Ornaments of the 15 th Century B. C. (J. H. Betts, Michael Ward Gallery, New York, 1993)».
Εικόνα 7: Χρυσό δακτυλίδι – σφραγίδα με ελλειψοειδή σφενδόνη, που φέρει έγγλυφη παράσταση με θρησκευτική σκηνή (1500 – 1400 π. Χ.). Δύο γυναικείες μορφές κινούνται προς τα αριστερά κρατώντας η μία μίσχο κρίνου και παπύρου και η άλλη μίσχο παπύρου, υψώνοντας το ένα χέρι τους προς τον λαιμό σε μια τελετουργική χειρονομία. Ανήκει στην συλλογή των υφαρπαγέντων αρχαίων κοσμημάτων από τον μυκηναϊκό «Θησαυρό των Αηδονιών».
Η προς πώληση συλλογή των αρχαίων κοσμημάτων αποτελούνταν από δύο χρυσά δακτυλίδια – σφραγίδες, το ένα με παράσταση άρματος και το άλλο απεικόνιζε δύο γυναίκες σε τελετουργική πομπή, οι οποίες κρατούσαν άνθη στο ένα χέρι, δύο ακόμα χρυσά δακτυλίδια και ένα από ήλεκτρο με την έκτυπη μορφή καθήμενου πιθήκου, καθώς και τρεις σφραγιδόλιθους από αμέθυστο, αχάτη και στεατίτη, όπου διαγράφονταν διάφορα ζώα, Επίσης, περιλαμβάνονταν και χρυσά επιθέματα ενδυμασίας, χρυσές χάντρες σε ποικιλία σχημάτων, αλλά και πολυάριθμές χάντρες από διάφορες ύλες, όπως ημιπολύτιμους λίθους, ήλεκτρο, φαγεντιανή και υαλόμαζα. Η πλειονότητα των κοσμημάτων είχε παραπλήσιο διακοσμητικό ύφος, με ανάλογα αντικείμενα που είχαν ανακαλυφθεί σε τάφους των Μυκηνών και των Δέντρων της Αργολίδας, όπως και του Βαφείου Λακωνίας, μαρτυρώντας τις πιθανές Πελοποννησιακές καταβολές τους. Επιπλέον, εμφάνιζαν πρόδηλες κατασκευαστικές ομοιότητες με τα κτερίσματα, τα οποία είχαν ανασκαφεί στο μυκηναϊκό νεκροταφείο των Αηδονιών την περίοδο 1978 – 1980. Ωστόσο, αυτή η καταπληκτική συλλογή βγαλμένη από τα εσώψυχα της αρχαίας Ελλάδας, βρίσκονταν ένα βήμα πριν περάσει στην κατοχή ενός ξένου μουσείου ή κάποιου μεγιστάνα ιδιώτη, μετά από μία αδρή πλειοδοσία.
Εικόνα 8: Φακόσχημος σφραγιδόλιθος από αχάτη, όπου απεικονίζεται ένας θηλυκός χοίρος σε πρώτο πλάνο και ένας δεύτερος πάνω από την πλάτη του (π. 1500 π. Χ.). Ανήκει στην συλλογή των υφαρπαγέντων αρχαίων κοσμημάτων, που τέθηκαν προς δημοπρασία στην Νέα Υόρκη. Αντίστοιχος σφραγιδόλιθος από το ίδιο υλικό με παράσταση θηλυκού χοίρου βρέθηκε στις κανονικές ανασκαφές του 1978 – 1980 στα Αηδόνια.
Με την έναρξη της έκθεσης στην αίθουσα τέχνης του Michael Ward και την ευρεία δημοσιοποίηση των αρχαιοτήτων, ευαισθητοποιήθηκε άμεσα ο Αμερικανικός ακαδημαϊκός κύκλος. Με πρωτοστάτες τον επιστήμονα Malcolm H. Wiener, που εξειδικεύονταν σε θέματα της Αιγαιακής προϊστορίας και τον καθηγητή αρχαιολογίας James C. Wright(3), ειδοποιήθηκε σχετικά με την δημοπρασία η Ελληνική αρχαιολογική κοινότητα, με γνώμονα ότι τα αρχαία αντικείμενα της ομοιογενούς συλλογής ενδεχομένως να ήταν προϊόντα λαθρεμπορίας, από την σύληση μυκηναϊκών τάφων σε κάποια περιοχή της Ελλάδας, λόγω της ελλείψεως προφανών αποδείξεων της απόκτησης τους. Κατόπιν ενημερώθηκε λεπτομερώς το Υπουργείο Πολιτισμού για την σπουδαιότητα των απόδημων εκθεμάτων, καθώς και για το ατόπημα που επρόκειτο να διαπραχθεί και συγκροτήθηκε εσπευσμένα μία τριμελής επιτροπή αρχαιολόγων(4), η οποία ανέλαβε να διερευνήσει ενδελεχώς το φλέγον ζήτημα της ταυτοποίησης. Έπειτα από συγκριτική εξέταση όλων των δεδομένων, σε αντιπαραβολή με τις κατατοπιστικές εικόνες των αντικείμένων στον δημοσιευμένο κατάλογο της δημοπρασίας, πιστοποιήθηκε ότι τελικά προέρχονταν από το μυκηναϊκό ταφικό σύμπλεγμα των Αηδονιών, καλύπτοντας ένα χρονικό φάσμα από τον 16ο/15ο έως τον 14/13ο αιώνα π. Χ.. Η εμπεριστατωμένη τεκμηρίωση έγινε από την αρχαιολόγο Καίτη Δημακοπούλου και μέλος της εν λόγω επιτροπής, με βάση τα ευρήματα των κανονικών ανασκαφών στην συγκεκριμένη τοποθεσία το διάστημα 1978 – 1980. Οι δύο ομοειδείς ομάδες αρχαιοτήτων παρουσίαζαν σαφέστατα κοινά γνωρίσματα ως προς την τεχνοτροπία, την επεξεργασία, την καλλιτεχνική μορφολογία και το υλικό κατασκευής τους. Ιδιαίτερα διαφωτιστική ήταν η εντυπωσιακή συνάφεια ανάμεσα σε χρυσά δακτυλίδια – σφραγίδες, που απεικονίζουν την λατρευτική σκηνή της πομπής γυναικών με άνθη στα χέρια, με ομοιόμορφη κοκκιδωτή διακόσμηση των κρίκων, όπως και στους σφραγιδόλιθους από αχάτη με αρκετά σπάνιες παραστάσεις θηλυκού χοίρου. Επίσης, διαπιστώθηκαν στενές συμμετρικές αντιστοιχίες σε θαυμάσιες χρυσές σφαιρικές χάντρες φιλοτεχνημένες με περίκλειστο και κοκκιδωτό τρόπο, καθώς και σε άλλες χάντρες από διάφορες ύλες που διέθεταν παραπλήσια σχήματα και κατασκευαστική μεθοδολογία. Τα παρατιθέμενα πειστήρια της επιτροπής ήταν ακράδαντα και δεν μπορούσαν να αγνοηθούν. Τα αρχαία τεχνουργήματα της έκθεσης του Michael Ward είχαν ανασυρθεί αναμφίβολα από τις λαθραίες εκσκαφές των τυμβωρύχων στον λόφο των Αηδονιών και διακινήθηκαν παράνομα μέσω σκοτεινών συναλλαγών, καταλήγοντας στην Νέα Υόρκη. Η υπόθεση του «Θησαυρού των Αηδονιών», όπως ονομάστηκε έκτοτε η συλλογή, θα μεταβάλλονταν άρδην.
Εικόνα 9: Χρυσό δακτυλίδι – σφραγίδα, όπου απεικονίζεται η θρησκευτική σκηνή της πομπής τριών γυναικών προς ένα οικοδόμημα πλαισιωμένο από δέντρα (π. 1500 π. Χ.). Βρέθηκε στις ανασκαφές του 1978 – 1980 στα Αηδόνια (Τ. 7). Τόσο η εικονογραφία του, όσο και η τεχνική της διπλής κοκκίδωσης στον κρίκο αποτέλεσαν αδιάσειστα κριτήρια ταυτοποίησης, για την προέλευση του απόδημου «Θησαυρού των Αηδονιών», συγκρινόμενα με ένα ανάλογο δακτυλίδι της συλλογής.
Τον Μάϊο του 1993, οι Ελληνικές αρχές προσέφυγαν στο Ομοσπονδιακό Δικαστήριο της Νέας Υόρκης, αξιώνοντας την ματαίωση της δημοπρασίας και διεκδικώντας την επιστροφή των μυκηναϊκών κοσμημάτων, με την αιτιολογία του προσπορισμού τους από λαθρεμπορία αρχαιοτήτων. Με εντολή του δικαστή Witman Nap ανεστάλη επ’ αόριστον η διαδικασία του πλειστηριασμού και άρχισε μία σειρά σκληρών διαπραγματεύσεων μεταξύ των δύο αντιδίκων. Ο θιγόμενος έμπορος έργων τέχνης Michael Ward απευθύνθηκε στο δικηγορικό γραφείο Rossenman – Collen για την υπεράσπιση του, ένα πανάκριβο «μεγαθήριο» της Αμερικανικού νομικού κατεστημένου, ενώ κατά την διάρκεια των διαβουλεύσεων προσέλαβε και έναν δεύτερο δικηγορικό κολοσσό, τον οίκο των Cravath, Swaine & Moore, ακόμα πιο δαπανηρό, επιδεικνύοντας μία αξιοσημείωτη εμμονή να διατηρήσει επ’ ωφελεία του τον «Θησαυρό των Αηδονιών», ανεξαρτήτως χρηματικού κόστους, αποκρύπτοντας την κλεπταποδοχή. Ωστόσο, τα αποδεικτικά στοιχεία της Ελληνικής πλευράς, που την εκπροσωπούσε ο δικηγόρος Neal Johnson, ήταν αδιάσειστα και δεν άφηναν κανένα περιθώριο αμφισβήτησης. Όταν όμως η συζήτηση περιστράφηκε γύρω από το πως έφτασαν στα χέρια του Ward τα αρχαία αντικείμενα, οι συνήγοροι του προέβησαν αιφνιδιαστικά σε έναν ωμό εκβιασμό. Δήλωσαν κατηγορηματικά ότι αν οι ενάγοντες επέμεναν σε αυτό το αίτημα, τότε θα αποκάλυπταν πως αποκτήθηκε η συλλογή αρχαιοτήτων του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη(5), ο οποίος ήταν και ο Πρωθυπουργός της Ελλάδας εκείνο το χρονικό διάστημα, ενώ η κόρη του Ντόρα Μπακογιάννη ήταν Υπουργός Πολιτισμού. Το διακύβευμα ήταν τεράστιο, με πολιτικές προεκτάσεις, καθώς η χώρα βρίσκονταν σε προεκλογική περίοδο. Σύμφωνα πάντως με τον Johnson, αυτός ο αθέμιτος αντιπερισπασμός έκρυβε μία αθέατη πτυχή της υπόθεσης, δηλαδή ότι ο Ward ενεργούσε ως διαμεσολαβητής εξυπηρετώντας τα συμφέροντα ενός άλλου επώνυμου προσώπου, που ήταν και ο αληθινός ιδιοκτήτης της συλλογής. Είχε την εντύπωση πως ο πραγματικός κάτοχος ετοιμάζονταν να κάνει μία δωρεά σε κάποιο μουσείο και ότι κυκλοφόρησε στην αγορά ένα μικρό μέρος από τα υπεξαιρεμένα αρχαία ευρήματα των λαθρανασκαφών στα Αηδόνια, έτσι ώστε να προσμετρηθεί η αντίδραση των Ελληνικών αρχών. Ο Johnson υποψιάζονταν βάσιμα ότι πλειονότητα των προϊόντων της τυμβωρυχίας δεν είχε φανερωθεί και πιθανώς υπήρχε ακόμα στην κυριότητα ενός ιδιώτη συλλέκτη, ο οποίος ανέμενε την κατάλληλη ευκαιρία για την θέσει προς «ευγενή» παραχώρηση ή πώληση.
Εικόνα 10: περιδέραια με χάντρες από ανοιχτόχρωμο και σκούρο αμέθυστο, αλλά και από λευκή και γαλάζια υαλόμαζα σε σχήμα σφαιρικό και ατρακτοειδές (14ος – 13ος αιώνας π. Χ.). Ανήκει στην συλλογή των επαναπατρισθέντων αρχαίων κοσμημάτων του μυκηναϊκού «Θησαυρού των Αηδονιών».
Τον Δεκέμβριο του 1993 και πριν από την οριστική εκδίκαση της υπόθεσης, οι δύο αντίδικες πλευρές προχώρησαν σε συμβιβασμό, βάζοντας τίτλους τέλους στην πολύκροτη διαμάχη. Η ανήθικη στάση των συνηγόρων του Michael Ward δεν είχε απτό αντίκρισμα, καθώς ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης ηττήθηκε στις βουλευτικές εκλογές του Οκτωβρίου και δεν ήταν πλέον Πρωθυπουργός της Ελλάδας. Ο Αμερικάνος έμπορος έργων τέχνης αναγκάστηκε αν παραιτηθεί από την διεκδίκηση της συλλογής, υπό την πίεση του ειδικού βάρους των επιχειρημάτων της Ελληνικής πλευράς και με ορατό το ενδεχόμενο της αποκάλυψης του ονόματος του προμηθευτή των μυκηναϊκών κοσμημάτων, αν το θέμα οδηγούνταν στις δικαστικές αίθουσες. Άλλωστε, με αυτόν τρόπο διέσωζε την καλή φήμη του και φρόντισε αναιδώς να περάσει ένα μήνυμα για τον δήθεν φιλελληνισμό του λέγοντας πομπωδώς πως έπραξε «προς όφελος του Ελληνικού λαού και χάρη του μεγάλου σεβασμού του προς τον Ελληνικό πολιτισμό». Στην συμφωνία προβλέπονταν η παραχώρηση του «Θησαυρού των Αηδονιών» για δύο χρόνια στην «Εταιρεία για την Διατήρηση της Ελληνικής Κληρονομιάς»(6), έναν μη κερδοσκοπικό οργανισμό με έδρα την Ουάσιγκτον και κατόπιν την επιστροφή της στην Ελλάδα, ένας όρος που τηρήθηκε απαρέγκλιτα.
Εικόνα 11: Φακόσχημος χρυσόδετος σφραγιδόλιθος από σάρδιο με παράσταση γυμνόστηθης γυναικείας θεότητας, η οποία στέκεται ανάμεσα σε δύο μεγάλους ιχθείς, πιθανόν δελφίνια (π. 1500 π. Χ.). Βρέθηκε στις ανασκαφές του 1978 – 1980 στα Αηδόνια (Τ. 8).
Πραγματικά, στις 26 Ιανουαρίου 1996, έλαβε χώρα η επίσημη παράδοση του μυκηναϊκού «Θησαυρού» από τον εν λόγω οργανισμό στην εκπρόσωπο του Ελληνικού Υπουργείου Πολιτισμού, την αρχαιολόγο Καίτη Δημακοπούλου, η οποία είχε πιστοποιήσει και την προέλευση του από το ταφικό σύμπλεγμα των Αηδονιών. Ακολούθησε μια τιμητική τετραήμερη έκθεση της συλλογής στην αίθουσα της Αμερικάνικης Γερουσίας στο Καπιτώλιο των ΗΠΑ στην Ουάσιγκτον (30 Ιαν – 2 Φεβ) και στις 4 Φεβρουαρίου μεταφέρθηκε στην Αθήνα. Η ανάκτηση των πολυτελών αρχαίων κοσμημάτων χαιρετίστηκε ως μία κορυφαία νίκη της Ελλάδας με ένδικα μέσα, εναντίον της αρχαιοκαπηλίας και της παράνομης εξαγωγής αρχαιοτήτων από την επικράτεια της. Ταυτόχρονα αναδείχθηκε διεθνώς το σοβαρότατο πρόβλημα των λαθρανασκαφών, που έχει σαν αποτέλεσμα την καταστροφή πολύτιμων δεδομένων για την επιστημονική έρευνα. Μετά τον επαναπατρισμό του, ο πρώην απόδημος «Θησαυρός των Αηδονιών» παρουσιάστηκε για αρκετούς μήνες στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο Αθηνών σε μία πανηγυρική ειδική έκθεση, μαζί με χαρακτηριστικά ευρήματα των ανασκαφών στην τοποθεσία του νεκροταφείου και με αντιπροσωπευτικά δείγματα μυκηναϊκής σφραγιδογλυφίας και κοσμηματοποιίας από άλλες περιοχές. Το έτος 2000 τοποθετήθηκε μόνιμα στο Αρχαιολογικό Μουσείο Νεμέας στην αίθουσα προϊστορικών συλλογών, συνενωμένος με τα υπόλοιπα ευρεθέντα κτερίσματα στα Αηδόνια, που εκτίθονταν ήδη εδώ από το 1984, παρέχοντας μία τυπική εικόνα για ένα σημαντικό μυκηναϊκό κέντρο της Κορινθιακής περιφέρειας.
Εικόνα 12: Ο επαναπατρισθέντας «Θησαυρός των Αηδονιών» τοποθετήθηκε στο Αρχαιολογικό Μουσείο Νεμέας το έτος 2000 και εκτίθεται μαζί με τα υπόλοιπα ευρήματα των κανονικών ανασκαφών. Σε πρώτο πλάνο στην εικονιζόμενη προθήκη του Μουσείου, παρουσιάζονται χρυσά κοίλα κυρτεπίπεδα κοσμήματα ενδυμασίας από ασύλητο λάκκο ανακομιδής (Τ. 7, π. 1500 π. Χ.).
Στον αντίποδα της επιτυχούς έκβασης των Αηδονιών, εγείρονται μερικά αναπάντητα ερωτήματα. Γιατί το μυκηναϊκό νεκροταφείο αφέθηκε από τις πολιτειακές αρχές έρμαιο στις ορέξεις των τυμβωρύχων για πολλά χρόνια, ενώ η έκνομη δραστηριότητα τους διενεργούνταν σχεδόν απροκάλυπτα και ήταν γνωστή στην τοπική κοινωνία της Νεμέας; Έγιναν αργότερα κάποιες συλλήψεις ατόμων από τις σπείρες των αρχαιοκαπήλων που λυμαίνονταν την περιοχή; Αν όχι, γιατί υπήρξε αυτή η συγκάλυψη; Πως έφτασε ο «Θησαυρός των Αηδονιών» στις ΗΠΑ; Ποιοι ήταν οι ιδιοτελείς μεταπράτες του; Ποιος διοικητικός υπάλληλος του Ελληνικού κράτους έδωσε την έγγραφη άδεια στον Michael Ward για την εκποίηση του, ένα χρόνο πριν την ανακοίνωση της πλειστηριασμού; Αποδόθηκαν ευθύνες από το Υπουργείο Πολιτισμού για την υπόψη πράξη, μετά την δημοσιοποίηση του γεγονότος; Μήπως στην πραγματικότητα, ο Αμερικάνος έμπορος έργων τέχνης εκπροσωπούσε έναν άλλο ισχυρό μεγιστάνα, ο οποίος ήταν και ο τελικός αποδέκτης των μυκηναϊκών κοσμημάτων; Αναζητήθηκαν οι κάτοχοι τυχόν άλλων υφαρπαγέντων αρχαίων αντικείμενων, όπως αγγεία, όπλα, εργαλεία και ειδώλια, καθώς εκτιμάται ότι στην δημοπρασία τέθηκε ένα μικρό μέρος της ποσότητας των κλοπιμαίων από το ταφικό σύμπλεγμα των Αηδονιών; Γιατί ο αρχαιολογικός χώρος παρέμεινε αφύλακτος, χωρίς ούτε την στοιχειώδη περίφραξη και δεν ερευνήθηκε εξονυχιστικά, τουλάχιστον μέχρι πολύ πρόσφατα, αφού σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις δεν έχει αποκαλυφθεί το σύνολο των ταφών και των κτερισμάτων; Κατά την γνώμη του γράφοντος, οι απαντήσεις σε αυτά τα καίρια ερωτήματα είναι επιβεβλημένες, προκειμένου να διαλευκανθεί πλήρως η υπόθεση, αλλά ίσως να μην δοθούν ποτέ, διότι οι εμπλεκόμενοι υπόλογοι ανήκουν σε ένα ευαίσθητο και διεθνές πολιτικοκοινωνικό πλέγμα.
Εικόνα 13: Προθήκη του Αρχαιολογικού Μουσείου Νεμέας, όπου εκτίθενται περιδέραια από υαλόμαζα από τις κανονικές ανασκαφές την περίοδο 1978 – 1980 στον αρχαιολογικό χώρο των Αηδονιών (Τ. 7, π. 1500 π. Χ.). Οι πρόσφατες ανασκαφές το 2016 στο ταφικό σύμπλεγμα απέδειξαν ότι δεν έχει ερευνηθεί ολοκληρωτικά, καθώς ανακαλύφθηκαν επιπλέον ταφές.
Η αρχαιολογική έρευνα στο μυκηναϊκό νεκροταφείο των Αηδονιών ξεκίνησε εκ νέου μόλις το εφετινό έτος (2016), με μέριμνα της οικείας Εφορείας Αρχαιοτήτων Κορινθίας και έπειτα από σχετική έγκριση του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού. Επικεφαλής του συνεργείου είναι ο προϊστάμενος της Εφορείας, αρχαιολόγος Κωνσταντίνος Κίσσας, έχοντας την καθοριστική συνδρομή της αναπληρώτριας καθηγήτριας Kim Shelton, διευθύντριας του τομέα «Nemea Center for Classical Archaeology» του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια στο Berkeley(7). Ο πρώτος κύκλος εργασιών περατώθηκε στις 23 Ιουλίου 2016 και μεταξύ άλλων περιλαμβάνονταν και ο καθαρισμός της θέσης από την βλάστηση και τα χώματα, που είχαν απορριφθεί από τις προηγούμενες έρευνες και λαθρανασκαφικές δραστηριότητες, με στόχο να αποκατασταθεί ο λόφος στην αρχική του φυσική κατάσταση και να λειτουργήσει μελλοντικά ως οργανωμένος αρχαιολογικός χώρος. Μελετήθηκαν διεξοδικά δύο υπόσκαφοι τύμβοι αποδίδοντας αρκετά και λίαν ενδιαφέροντα ευρήματα, τα οποία φανερώνουν ότι το σύνθετο ερευνητικό πρόγραμμα στο σύμπλεγμα των Αηδονιών επιφυλάσσει ακόμα πολλές εκπλήξεις. Στον δρόμο του ενός τύμβου ανασκάφηκε ένα ορθογώνιο λακκοειδές άνοιγμα με αψιδωτή κάτοψη, δημιουργημένο φυσικό βράχο πριν την κατασκευή του ταφικού μνημείου και φαίνεται πως είχε νεκρικό χαρακτήρα. Στον δε θάλαμο του δεύτερου τύμβου διαπιστώθηκαν τα κατάλοιπα οκτώ ταφών τοποθετημένα σε δευτερογενή μεταχείριση εντός δύο λάκκων, οι οποίες πιθανότατα χρονολογούνται στα 1500 – 1400 π. Χ, ενώ στο κέντρο ανακαλύφθηκε άλλος ένας λάκκος που φαίνεται να περιείχε μία ταφή αναγόμενη στα 1400 – 1300 π. Χ., μάλλον στην τελευταία φάση της χρήσης του τύμβου. Ανάμεσα στα ευρήματα συγκαταλέγονταν πήλινα αγγεία, ειδώλια, χάλκινα όπλα και άλλα αντικείμενα κύρους.
Αυτή η νεότερη και συστηματική αρχαιολογική έρευνα στα Αηδόνια αποσκοπεί στην μελέτη των ταφικών μνημείων, της δίαιτας και των δημογραφικών στοιχείων των αρχαίων κατοίκων, σε συνάρτηση με την παραγωγή και την κατανάλωση εφοδίων και υλικών. Μάλιστα, το δημοτικό σχολείο του σύγχρονου οικισμού παραχωρήθηκε στην Εφορεία Αρχαιοτήτων Κορινθίας, έτσι ώστε να μετατραπεί σε ένα ενημερωτικό κέντρο, όπου θα αντιπαραβάλλονται τα πορίσματα των ανασκαφικών εργασιών με τις χαμένες πληροφορίες, εξαιτίας της εκτεταμένης αρχαιοκαπηλίας, καλύπτοντας παράλληλα και τις λειτουργικές ανάγκες του επιστημονικού συνεργείου. Επιπλέον, ο Δήμος Νεμέας έχει αναλάβει το κόστος μελέτης ανάδειξης του αρχαιολογικού χώρου και της κατασκευής προστατευτικών στεγάστρων για τους τύμβους, καθώς και τις απαιτούμενες απαλλοτριώσεις ή απευθείας εξαγορές ιδιωτικών κτημάτων.
Όπως προαναφέρθηκε, στο μυκηναϊκό νεκροταφείο των Αηδονιών έχουν εντοπιστεί 20 ταφικά μνημεία, που διατάσσονται υποτυπωδώς στην πλαγιά του λόφου σε τρεις επάλληλες συστάδες, με προσανατολισμό νοτιοανατολικά προς βορειοδυτικά. Από αυτά τα 16 αποτελούν θαλαμωτούς υπόσκαφους τύμβους, διαφόρων διαστάσεων, λαξευμένους στο βραχώδες έδαφος (Τ.1 – 11, 15 – 17, 19 – 20), δύο είναι απλοί δρόμοι χωρίς ιδιαίτερο νεκρικό διαμέρισμα (Τ. 14 – 14), ένα μοιάζει με μικρό αδιαμόρφωτο θάλαμο χωρίς δρόμο (Τ. 18) και ένα διαπλάθεται σε ένα βαθύ λακκοειδές και ορθογώνιο όρυγμα (Τ. 12). Οι υπόγειοι τύμβοι συνιστούν και τις πιο εντυπωσιακές κατασκευές, εμφανίζοντας και αρχιτεκτονικό ενδιαφέρον, καθόσον διαθέτουν επιμήκεις κατηφορικούς δρόμους ή κοντούς διαδρόμους και μνημειώδεις προσόψεις με συγκλίνον μέτωπο προς τα επάνω. Η θύρα τους συχνά πλαισιώνεται περιμετρικά από μία λεπτή σμιλευμένη ταινία και εκατέρωθεν λαξευμένες παραστάδες. Το δε στόμιο της εισόδου σφραγίζονταν με τοιχίο ξερολιθιάς. Οι θάλαμοι είναι ευρύχωροι με τους περισσότερους να έχουν μία διακριτή ορθογώνια κάτοψη, ενώ δύο εξ’ αυτών έχουν σαφές κυκλικό σχήμα. Συνήθως η οροφή τους διαμορφώνεται στα πρότυπα μίας δίρριχτης στέγασης, εκτός από μερικών περιπτώσεων που είναι θολωτή. Σε αρκετούς τύμβους έχει λαξευτεί μια πλατιά λωρίδα κατά μήκος του θεωρητικού άξονα της οροφής, διακοσμητικής φύσεως, μάλλον ως απομίμηση της κεντρικής δοκού της ξύλινης στέγης των οικιών της Μυκηναϊκής εποχής. Σε τρεις από τους θαλάμους υφίστανται πλευρικές εσοχές, με συνέπεια να διευρύνεται ο διαθέσιμος ταφικός χώρος, τα οποία φράσσονταν επίσης με τοιχίο ξερολιθιάς, καθώς και λαξευμένα χαμηλά θρανία κοντά στα τοιχώματα. Στους δρόμους ορισμένων τύμβων, κυρίως μπροστά από το στόμιο και στην άκρη του θαλάμου, διακρίνονται λαξευμένες αυλακώσεις στο δάπεδο, ένα χαρακτηριστικό που απαντάται και σε άλλα μυκηναϊκά νεκροταφεία της Αργολίδας, όπως της Πρόσυμνας και των Δένδρων.
Εικόνα 15: Σχεδιάγραμμα με την διάταξη και τις κατόψεις των ταφικών μνημείων του μυκηναϊκού νεκροταφείου των Αηδονιών, εκ των οποίων τα υπ’ αριθμ’ Τ. 1, 12, 13, 14, 20 και ένας λάκκος ανακομιδής λειψάνων στο Τ. 7, εντοπίστηκαν ασύλητα. (Η αρίθμηση των τάφων που ακολουθείται στο κείμενο είναι σύμφωνη με το υπόψη σχεδιάγραμμα).
Οι υπόσκαφες κατασκευές των Αηδονιών θεωρούνται ως οικογενειακά ταφικά μνημεία, κατασκευασμένα με επιμέλεια, περιέχοντας πλούσια κτερισμένες ταφές, όπου οι νεκροί είχαν εναποτεθεί με αφθονία αναθημάτων, όπως πήλινα αγγεία, βαρύτιμα κοσμήματα, οπλισμός, εργαλεία, ειδώλια και πιθανόν υλικά επίπλωσης διακοσμημένα με ανθέμια από ελεφαντόδοντο. Το συμπέρασμα αυτό προκύπτει από την πολλαπλή και μακροχρόνια χρήση τους, καθώς ανακαλύφθηκαν ενταφιασμοί σχεδόν κατά χώρα στο φυσικό έδαφος, στα θρανία, εντός λάκκων στο δάπεδο και στους δρόμους, αλλά και στις πλευρικές εσοχές και σε κόγχες(8). Επίσης, βρέθηκαν παραμερισμένα λείψανα νεκρών κοντά στα τοιχώματα τους ή μέσα σε λάκκους ανακομιδής στο εσωτερικό των θαλάμων, φανερώνοντας ότι σε περίπτωση νέας εκφοράς, τα κατάλοιπα των παλαιοτέρων ταφών τοποθετούνταν σε ξεχωριστό σημείο, μάλλον προς εξοικονόμηση χώρου. Αυτή η πρακτική εντάσσονταν αναμφίβολα στον κύκλο των νεκρικών παραδόσεων της αρχέγονης κοινωνίας των Αηδονιών, οι οποίες συμπίπτουν με τα ανάλογα έθιμα που παρατηρούνται σε άλλα γνωστά μυκηναϊκά νεκροταφεία. Επιπλέον, σε μικρό βάθος κάτω από το χείλος του ορθογώνιου ορύγματος (Τ. 12), εντοπίστηκε η ταφή ενός θυσιασμένου ίππου, ένα από τα σπάνια παραδείγματα αυτού του είδους, συμπληρώνοντας τα δεδομένα για τις αφιερωματικές επικήδειες ιεροπραξίες, που τελούνταν προς τιμήν επιφανών προσώπων κατά την Υστεροελλαδική εποχή (1600 – 1100/1050 π. Χ.). Η δε παρουσία αγγείων της κατοπινής Γεωμετρικής περιόδου (1050/1025 – 700 π. Χ.), καταδεικνύει ότι οι αρχαίοι κάτοικοι των Αηδονιών εξακολουθούσαν να σέβονται τους προγόνους τους, ενώ σύμφωνα με την νεότερη αρχαιολογική έρευνα διαπιστώθηκαν ενδείξεις χρησιμοποίησης τουλάχιστον ενός από τους τάφους και στα Αρχαϊκά χρόνια (700 – 490/480 π. Χ) (9).
Εικόνα 16: Άποψη του θαλάμου ενός από τους υπόσκαφους τύμβους (Τ. 9), στον οποίο η οροφή του διαμορφώνεται με δίρριχτη αμφικλινή στέγαση, ενώ κατά μήκος του θεωρητικού άξονα της έχει λαξευτεί μια πλατιά λωρίδα, που πιθανότατα αναπαριστά την κεντρική δοκό της ξύλινης στέγης των οικιών της Μυκηναϊκής εποχής
Τα δακτυλίδια – σφραγίδες, οι σφραγιδόλιθοι και τα υπόλοιπα πολυτελή κοσμήματα, ατομικά και ενδυμάτων, φιλοτεχνημένα κυρίως από χρυσό, ασήμι, πολύτιμους και ημιπολύτιμους λίθους(10), υαλόμαζα, φαγεντιανή και ελεφαντόδοντο, αποτελούν έξοχα δείγματα της μυκηναϊκής σφραγιδογλυφίας και κοσμηματοποιίας, ιδιαίτερα στη φάση της πρώιμης ανάπτυξης της (1600 – 1400 π. Χ.). Η μεγαλοπρέπεια, η ποικιλία και το πλήθος τους, προδίδουν ότι ανήκαν σε πρόσωπα της υψηλής κοινωνικής στάθμης και ταυτόχρονα καθιστούν αρκούντως προφανή την οικονομική ευμάρεια και την αίγλη του αρχαίου οικισμού των Αηδονιών. Οι εγχάρακτες παραστάσεις στην επιφάνεια των κοσμημάτων, με ζωικά, φυτικά και ανθρωποκεντρικά θέματα, αντικατοπτρίζουν την καθημερινή ζωή των κατοίκων και τις συνηθισμένες θρησκευτικές τελετουργίες τους. Οι επιδέξιοι δημιουργοί του γνώριζαν άρτια εκλεπτυσμένους τρόπους επεξεργασίας των ευγενών μετάλλων, όπως την κοκκίδωση, την επισμάλτωση, την συρματερή και την περίκλειστη τεχνική, αλλά και στην κατεργασία των πολύτιμων λίθων, ενώ επικεντρώνονταν στην καλαίσθητη και ποιοτική διακόσμηση τους, διανθίζοντας το τελικό προϊόν τους με επιπρόσθετα σχέδια από σπείρες, έλικες, ρόδακες, κ.α.. Η δε κοινή τεχνοτροπία των εκθαμβωτικών αντικειμένων του νεκροταφείου των Αηδονιών με ανάλογα ευρήματα στον Ελλαδικό χώρο, καταδεικνύει τους στενούς πολιτειακούς δεσμούς ανάμεσα στον τοπικό οικισμό και σε άλλα μείζονα μυκηναϊκά κέντρα, με την προέκταση τους να φθάνει μέχρι την Κρήτη. Μάλιστα, κατά την εκτίμηση του Stephen Miller, η απεικόνιση σκαραβαίων σε μερικά από τα κοσμήματα, μαρτυρά την σύναψη εμπορικών σχέσεων και την καλλιτεχνική επίδραση από την μακρινή Αίγυπτο.
Εικόνα 17: Τα 16 από τα 20 ταφικά μνημεία του μυκηναϊκού νεκροταφείου είναι υπόσκαφοι τύμβοι και απαρτίζονται από επιμήκεις δρόμους ή κοντούς διαδρόμους, επιβλητικές προσόψεις έχουν λαξευτεί οι θύρες εισόδου με βαθύ στόμιο και ορθογώνιους ή κυκλικούς υπόγειους νεκρικούς θαλάμους. (Στην φωτογραφία φαίνεται η δρομική είσοδος του τύμβου Τ. 9 και στα δεξιά διακρίνεται η αντίστοιχη του Τ. 8).
Εκτός από την εντυπωσιακή συλλογή των βαρύτιμων κοσμημάτων, εξίσου ενδιαφέρουσες είναι και οι άλλες ομάδες των κτερισμάτων, με χρονολόγηση από τον 15ο έως τον 13ο αιώνα π. Χ., που ένα ενδεικτικό μέρος τους εκτίθεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Νεμέας και τα οποία ανακαλύφθηκαν στην επίσημη αρχαιολογική έρευνα του ταφικού συμπλέγματος. Από τις ανασκαφές αποκομίστηκαν πολλά πήλινα ειδώλια, που ταξινομούνται στην κατηγορία της όρθιας γυναικείας μορφής, σε στάση «Φ», «Ψ» και «Τ», φέροντας γραμμική διακόσμηση. Μόνο δύο από τα αγαλματίδια έχουν διαφορετική όψη, αναπαριστώντας μία κουροτρόφο (παραμάνα) και μία γυναίκα με διογκωμένη κοιλιά, ίσως σε κατάσταση εγκυμοσύνης. Οι απόψεις σχετικά με την συμβολική έννοια των γυναικείων ειδωλίων διίστανται. Σύμφωνα με την πιο διαδεδομένη αντίληψη, θεωρούνται ως αφιερώματα σε ιερά, απεικονίζοντας θεότητες ή ιέρειες, ενώ όταν συνοδεύουν νεκρούς και ιδιαίτερα παιδιά, ενδεχομένως να αντιπροσωπεύουν τροφούς με θεϊκές ιδιότητες. Όμως, ορισμένες φορές πρέπει να είχαν απλώς το γνώρισμα παιχνιδιού. Τα δε αγγεία που βρέθηκαν στους τάφους των Αηδονιών είναι πολυάριθμα, διαφόρων σχημάτων. Στην ομάδα αυτή συγκαταλέγονται τόσο κλειστού τύπου δοχεία, όπως πρόχοι, αμφορείς, αλάβαστρα, πυξίδες και θήλαστρα, όσο και ανοιχτού τύπου, δηλαδή ρυτά, κύλικες και κύπελα. Τα δοχεία της δεύτερης υποομάδας πιθανότατα θα είχαν χρησιμοποιηθεί για την προσφορά νεκρικών σπονδών, πριν αποτεθούν ως αναθήματα κοντά στις σωρούς των εκλιπόντων ατόμων. Το κατασκευαστικό ύφος στο σύνολο των αγγείων από τα Αηδόνια προσιδιάζει με την τυπική κεραμική παραγωγή κυρίως των Αργολικών εργαστηρίων, ως προς την σχηματοποίηση και την διακόσμηση.
Εικόνα 18: Άποψη του θαλάμου ενός από τους υπόσκαφους τύμβους (Τ. 6). Διακρίνονται οι λαξευμένες εσοχές στα πλευρικά τοιχώματα, που χρησιμοποιούνταν για την εναπόθεση νεκρών και φράσσονταν με τοιχίο ξερολιθιάς, όπως και ένας ταφικός λάκκος στο δάπεδο.
Μία ακόμα θεματική ενότητα είναι ο λιγοστός οπλισμός και τα εργαλεία από χαλκό(11). Πρόκειται για ένα μακρύ ξίφος με σταυρόσχημη λαβή, που επάνω στην αμφίστομη λεπίδα του διασώζονται υπολείμματα από την δερμάτινη θήκη του, μία κοντή σπάθη και μερικές αιχμές βελών. Τα δύο αγχέμαχα όπλα είναι καθαρά μυκηναϊκής τεχνοτροπίας και φανερώνουν ότι οι κάτοικοι του οικισμού δεν υστερούσαν καθόλου σε μαχητικό φρόνημα. Όσον αφορά τα χάλκινα εργαλεία, ανακαλύφθηκαν οι πλατιές κεφαλές από δύο μαχαιροπελέκεις, με τους οποίους μάλλον τεμαχίζονταν το κρέας, αλλά δεν αποκλείεται να είχαν και πολεμικό σκοπό, τμήματα μαχαιριών διαφόρων μεγεθών, μία λαβίδα, ένας οπέας, αρκετές βελόνες και ένα ασημένιο εξάρτημα ζώνης (ή κλείθρο από θήκη ξίφους). Ανεξάρτητα από την χρήση τους, αυτά τα αντικείμενα ίσως να παραπέμπουν στην ύπαρξη κάποιου εργαστηρίου – χυτηρίου μεταλλουργίας στο μυκηναϊκό πόλισμα των Αηδονιών.
Εικόνα 19: Σε μία από τις προθήκες του Αρχαιολογικού Μουσείου Νεμέας εκτίθενται τα λιγοστά χάλκινα όπλα και εργαλεία, που αποκομίστηκαν από την επίσημα ανασκαφική έρευνα στο νεκροταφείο των Αηδονιών, τα οποία αποτελούν τυπικά δείγματα μυκηναϊκής μεταλλοτεχνίας.
Όμως, ποιος ήταν αυτός ο αινιγματικός και ακμαίος οικισμός της Υστεροελλαδικής εποχής, που αντανακλάται στο μυκηναϊκό νεκροταφείο των Αηδονιών; Σίγουρα θα κείτονταν γύρω από την ίδια τοποθεσία, ίσως στις ομαλές νοτιοανατολικές παρυφές του λόφου, από την κορυφή του οποίου παρέχεται πανοραμική παρατήρηση στο Φλιάσιο πεδίο. Η πλειονότητα των ερευνητών θεωρεί ότι ταυτίζεται με την Ομηρική πόλη της Αραιθυρέας, με βάση τις ενδείξεις των ιστορικών γραπτών πηγών. Ο Όμηρος την μνημονεύει στον «κατάλογο των νηών» της «Ιλιάδας» ανάμεσα στις πολιτείες της Κορινθίας, που προσέφεραν πολεμιστές στον Ατρείδη Αγαμέμνονα για την εκστρατεία του Τρωικού πολέμου, τιθέμενα υπό την άμεση ηγεσία του, και κατά συνέπεια την εντάσσει στην επικράτεια των Μυκηνών. Ο επικός ποιητής την χαρακτηρίζει ως «Αραιθυρέην τ’ ερατεινήν», δηλαδή ως αξιαγάπητη και σαγηνευτική(12). Περισσότερες κατατοπιστικές πληροφορίες μας δίνει ο γεωγράφος Στράβων, ο οποίος παραθέτει ότι στα χρόνια του (64 π. Χ. – 24 μ. Χ.), ως Φλιασία αποκαλούνταν η χώρα της άλλοτε Αραιθυρέας, όπου υπήρχε και το ομώνυμο πόλισμα, αλλά αργότερα οι κάτοικοι της έφυγαν από εκεί για αδιευκρίνιστους λόγους και μετακινήθηκαν κατά τριάντα στάδια (περίπου 5,5 χιλιόμετρα), ιδρύοντας την πόλη του Φλιούντα(13). Η δε αναφερόμενη απόσταση ταιριάζει απόλυτα με το διάστημα μεταξύ του λόφου του ταφικού συμπλέγματος των Αηδονιών και του αρχαιολογικού χώρου του Φλιούντα, συνιστώντας ένα δηλωτικό στοιχείο ταυτοποίησης.
Εικόνα 20: Άποψη του θαλάμου ενός από τους υπόσκαφους τύμβους (Τ. 10), στον οποίο έχει δημιουργηθεί μία μεγάλη οπή στο πλευρικό τοίχωμα, πιθανότατα από παράνομες εργασίες λαθρανασκαφής, με αποτέλεσμα να ενώνεται με τον διπλανό τύμβο (Τ. 11). Η τοποθεσία του μυκηναϊκού νεκροταφείου Αηδονιών ταυτίζεται με την Ομηρική πόλη της Αραιθυρέας.
Οι γνώσεις μας για την Αραιθυρέα συμπληρώνονται από την αφήγηση του Παυσανία, που επισκέπτεται την περιοχή της Κορινθίας περί τα μέσα του 2ου αιώνα μ. Χ.. και διερχόμενος από το Φλιάσιο πεδίο δεν παραλείπει να καταγράψει την οικιστική παράδοση του τόπου. Ο διάσημος περιηγητής εξιστορεί ότι ο πρώτος κάτοικος της χώρας αυτής ήταν ο αυτόχθων βασιλιάς Άρας, ο οποίος ίδρυσε μία πόλη σε ένα λόφο που ακόμα και στις μέρες του προσφωνούνταν ως Αραντινός και δεν απείχε πολύ από το ύψωμα της ακρόπολης του Φλιούντα. Από εκείνον η πολιτεία αλλά και ολόκληρη η χώρα επονομάζονταν Αραντία στην απώτερη αρχαιότητα. Ο γιός του αρχέγονου ιδρυτή ήταν ο Άορις και κόρη του η Αραιθυρέα. Οι Φλιάσιοι έλεγαν πως τα παιδιά του ήταν άξια στο κυνήγι και εξαιρετικά γενναία στον πόλεμο. Όταν πέθανε η Αραιθυρέα, ο Άορις έδωσε στην χώρα το όνομα της για να τιμήσει την αδερφή του, και εξαιτίας των θέλγητρων της ο Όμηρος περιέγραψε την πόλη ως «ερατεινή». Ο δε Παυσανίας προσθέτει πως οι τάφοι των δύο αδερφιών βρίσκονταν πάνω στον Αραντινό λόφο, όπου είχαν στηθεί περιφανείς επιτύμβιες στήλες και ότι πριν από την μυστικιστική τελετή προς την θεά Δήμητρα, οι Φλιάσιοι επικαλούνταν με σπονδές τον Άραντα και τα παιδιά τους, κοιτώντας προς αυτά τα μνήματα. Επίσης, ο αρχαίος λαογράφος υποστηρίζει ότι ο Φλίαντας, από τον οποίο η χώρα μετονομάστηκε για τρίτη φορά, ήταν γιός της Αραιθυρέας και όχι απόγονος των εισβολέων Ηρακλειδών, όπως τον παρουσίαζαν οι μύθοι των Αργείων(14).
Εικόνα 21: Προθήκη του Αρχαιολογικού Μουσείου Νεμέας, όπου εκτίθεται ο σκελετός ενός θυσιασμένου μικρού ίππου, που βρέθηκε ενταφιασμένος σε μικρό βάθος κάτω από το χείλος του ορθογώνιου ορύγματος (Τ. 12). Πρόκειται για ένα από τα σπάνια παραδείγματα ανάλογης ταφής κατά την Υστεροελλαδική εποχή και πιθανότατα παραπέμπει σε μία αφιερωματική τελετουργία προς τιμήν ενός επιφανούς νεκρού.
Άρα λοιπόν, η διαλαμβανόμενη τοποθεσία γύρω από το μυκηναϊκό νεκροταφείο δικαίως εξομοιώνεται με το μέρος της Ομηρικής Αραιθυρέας, καθώς πληροί όλες τις προϋποθέσεις συνεκτιμώντας τα τοπογραφικά δεδομένα, που αντλούνται μέσα από τα κείμενα των αρχαίων συγγραφέων. Η εδαφική έξαρση των Αηδονιών υψώνεται στο δυτικό άκρο του Φλιάσιου πεδίου, απέχοντας όντως τριάντα στάδια στην ευθεία από το ύψωμα της ακρόπολης του Φλιούντα και ανταποκρίνεται στην σχετική αναφορά του Στράβωνα. Επιπλέον είναι ορατή από ένα ευρύ τομέα του σημερινού κάμπου της Νεμέας και κάλλιστα μπορεί να εκληφθεί ως ο ευδιάκριτος Αραντινός λόφος, προς τον οποίο στρέφονταν οι Φλιάσιοι για να αποτίσουν φόρο τιμής στον προπάτορα τους Άραντα και στα παιδιά του. Ίσως κάποιοι από τους υφιστάμενους τύμβους της Υστεροελλαδικής εποχής να ήταν γνωστοί στους κατοίκους της μεταγενέστερης αρχαιότητας και να λογίζονταν παραδοσιακά ως οι τάφοι της Αραιθυρέας και του Άορι, τυγχάνοντας μεγαλύτερου σεβασμού από αυτόν που επέδειξαν οι σύγχρονοι νεοέλληνες, λεηλατώντας με ειδεχθή τρόπο τα πολυτελή κτερίσματα. Δυστυχώς, δεν έχει εντοπιστεί μέχρι στιγμής κανένα άλλο οικοδομικό κατάλοιπο από αυτήν την σημαντική και μάλλον εύρωστη μυκηναϊκή πόλη, που διέθετε πλουτοπαραγωγικούς πόρους και μετείχε ενεργά στις τρέχουσες κοινωνικοπολιτικές εξελίξεις, όπως η εκστρατεία εναντίον της Τροίας. Ακόμα και η επιλογή της θέσης της δεν ήταν τυχαία, καθόσον είχε αυξημένη στρατηγική σημασία, λαμβάνοντας υπόψη ότι από το ύψωμα των Αηδονιών επιτηρούνταν πλήρως το δρομολόγιο που διέρχονταν από τις διαδοχικές ορεινές διαβάσεις προς την αρχαία Στύμφαλο και εξασφαλίζονταν το εύφορο Φλιάσιο πεδίο εντός της σφαίρας εδαφικής επιρροής των Μυκηνών κατά την Υστεροελλαδική εποχή, από επίδοξους επιδρομείς προερχόμενους από την δυτική ενδοχώρα.
Εικόνα 22: Η δρομική είσοδος ενός από τους υπόσκαφους θαλαμωτούς τύμβους (Τ. 9) με την επιβλητική πρόσοψη. Οι κάτοικοι του αρχαίου Φλιούντα θεωρούσαν ότι στην τοποθεσία του αρχέγονου νεκροταφείου των Αηδονιών, την οποία αποκαλούσαν Αραντινό λόφο, υπήρχαν τα ταφικά μνημεία της Αραιθυρέας και του Άορι, των παιδίων του προπάτορα βασιλιά τους Άραντα.
Το ταφικό σύμπλεγμα των Αηδονιών είναι ένα από τα σπουδαιότερα και πλουσιότερα μυκηναϊκά νεκροταφεία της Πελοποννήσου, παραμένοντας σε συνεχή μακροχρόνια λειτουργία από τον 16ο έως τον 13ο αιώνα π. Χ., με την χρήση του να προεκτείνεται και στο φάσμα κατοπινών ιστορικών περιόδων. Ανήκε σε έναν σφριγηλό οικισμό, που δεν υπολείπονταν σε αίγλη από άλλα κραταιά μυκηναϊκά κέντρα της Αργολίδας, ενώ η τοποθεσία του ταυτίζεται με σχετική ασφάλεια με την Ομηρική πόλη της Αραιθυρέας. Τα περίτεχνα κοσμήματα και τα υπόλοιπα κτερίσματα των εντυπωσιακών οικογενειακών ταφικών μνημείων φανερώνουν το υψηλό επίπεδο διαβίωσης και το κύρος των επιφανών νεκρών, καταδεικνύοντας την άνθιση ενός προηγμένου πολιτισμού, μέσω της αγροτοβιοτεχνικής παραγωγής και των εμπορικών δραστηριοτήτων. Η δε περιπετειώδης ανάκτηση του απόδημου «Θησαυρού των Αηδονιών» αποτέλεσε πραγματικά μία μεγαλειώδη επιτυχία του Ελληνικού κράτους εναντίον της ασύδοτης λαθρεμπορίας αρχαιοτήτων, συνεγείροντας τα διεθνή κυκλώματα των εμπόρων έργων τέχνης, έτσι ώστε να είναι αναγκαία η εξακρίβωση της νόμιμης προέλευσης των αντικειμένων. Ωστόσο, επιβάλλεται η διαρκής φύλαξη και η περίφραξη του αρχαιολογικού χώρου των Αηδονιών, προκειμένου να αποφευχθεί μία ενδεχόμενη νέα περίπτωση τυμβωρυχίας, καθόσον φαίνεται ότι εξακολουθούν να δρουν σπείρες αρχαιοκαπήλων στην ευρύτερη περιοχή, όπως διαπιστώνεται από την πρόσφατη σύλληψη από αστυνομικά όργανα ορισμένων ύποπτων ατόμων με αυτή την κατηγορία στα περίχωρα της Νεμέας(15), στις αρχές Οκτωβρίου 2016. Άλλωστε η νεότερη αρχαιολογική έρευνα στο μυκηναϊκό νεκροταφείο βρίσκεται σε εξέλιξη, με τα αποτελέσματα της εφετινής ανασκαφικής περιόδου να είναι πολύ ενθαρρυντικά, δίνοντας το στίγμα ότι θα αποκαλυφθούν περισσότερα ευρήματα στο μέλλον, με τα οποία θα διαφωτιστεί το ιστορικό παρελθόν του τόπου. Τέλος, θα ήταν ευχής έργον να ευοδωθούν οι φιλότιμες προσπάθειες του Δήμου Νεμέας, σε συνεργασία με την οικεία Εφορεία Αρχαιοτήτων Κορινθίας, για την απαλλοτρίωση των κείμενων ιδιωτικών εκτάσεων και να υλοποιηθεί σύντομα η εκπονηθείσα μελέτη, για την κατασκευή και τοποθέτηση στεγάστρων πάνω από τους υπόσκαφους θαλαμωτούς τύμβους, για την προστασία τους από τις καιρικές συνθήκες, με την προοπτική της ανάδειξης του μυκηναϊκού ταφικού συμπλέγματος των Αηδονιών σε έναν οργανωμένο αρχαιολογικό χώρο και πόλο έλξης επισκεπτών.
Εικόνα 23: Άποψη των ανοιγμάτων τριών από τους υπόσκαφους θαλαμωτούς τύμβους (Τ. 2, Τ. 3 και Τ. 19). Για την προστασία των ταφικών μνημείων από τις καιρικές συνθήκες, κρίνεται επιτακτική η υλοποίηση της μελέτης, που εκπονήθηκε από τον Δήμο Νεμέας, για την κατασκευή και τοποθέτηση στεγάστρων πάνω από αυτά.
Κείμενο – Φωτογραφίες:
Γεώργιος Λόης
Δημοσίευση: Οκτωβρίου 21, 2016
- Κατηγορία:
ΛΟΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ
Η «επαγγελματική» ενασχόληση με την αρχαιοκαπηλία δεν ήταν κάτι το πρωτοφανές στην περιφέρεια της Νεμέας. Στην πεδιάδα του Φλιούντα (Φλιάσιο Πεδίο) και στον χώρο της αρχαίας Νεμέας, δρούσαν ήδη οργανωμένες συμμορίες αρχαιόσυλων, που έψαχναν αυθαίρετα στις τοποθεσίες των δύο αρχαιοελληνικών πόλεων, λεηλατώντας αγγεία, αρχιτεκτονικά μέλη, επιγραφές, αγαλματίδια και διάφορα αντικείμενα, πολλές φορές με την συνενοχή και την συγκάλυψη των τοπικών παραγόντων. Μία χαρακτηριστική περίπτωση αναφέρεται από τον διαπρεπή καθηγητή αρχαιολογίας Stephen G. Miller, ο οποίος ήρθε στην περιοχή μαζί με την σύζυγο του στα 1973, προκειμένου να διεξάγει ανασκαφές στην θέση της αρχαίας Νεμέας(2). Λίγο μετά από την άφιξη του, ο Αμερικάνος φιλέλληνας επισκέφτηκε ένα εμπορικό κατάστημα στην διπλανή κωμόπολη της Νέας Νεμέας, για να προμηθευτεί τον απαιτούμενο εξοπλισμό. Όταν ζήτησε να αγοράσει μία σκαπάνη και μερικά φτυάρια, εξηγώντας στον περίεργο ιδιοκτήτη για ποιο σκοπό τα θέλει, εκείνος του ανέφερε ανεπιφύλακτα ότι έσκαβε και ο ίδιος με έναν φορτωτή στο μέρος της αρχαίας Νεμέας και έβρισκε διαρκώς αρχαιότητες. Επίσης, δεν δίστασε να δηλώσει με στόμφο πως οι δύο τους θεωρούνταν συνάδελφοι και να προτείνει συνεργασία στον ξένο αρχαιολόγο. Ο εμβρόντητος Miller θέλοντας να τον επιπλήξει, του είπε ότι ήταν τίποτε άλλο παρά ένας σκαιός αρχαιοκάπηλος, για να λάβει την καταφατική απάντηση του καταστηματάρχη, ο οποίος τόνισε φιλάρεσκα πως ήταν και πολύ καλός σε αυτή την δουλειά.
Στον λόφο πάνω από τα Αηδόνια οι λαθρανασκαφές συνεχίστηκαν μέχρι το 1977, όπως και η παράνομη διακίνηση των αρχαίων ευρημάτων, πάντα υπό την άτυπη ανοχή των κατοίκων και των δημόσιων υπηρεσιών, ενώ ο ανταγωνισμός στην σύληση των αρχαιοτήτων οξύνθηκε σε τέτοιο βαθμό, που ανταλλάσσονταν ακόμα και πυροβολισμοί. Σύμφωνα με τα λεγόμενα του Stephen Miller, από τις δύο κύριες αντίπαλες ομάδες τυμβωρύχων, φέρεται να επικράτησε η συμμορία του κοινοτάρχη. Το θέμα πήρε διαστάσεις και στις 18 Νοεμβρίου 1977, εγκαταστάθηκαν φύλακες για πρώτη φορά στο ταφικό σύμπλεγμα. Το βράδυ εκείνης της ημέρας έγιναν επανειλημμένες τηλεφωνικές κλήσεις στην αστυνομία από ένα γειτονικό σπίτι, στις οποίες καταγγέλλονταν ότι παρατηρούνταν παράνομη δραστηριότητα στην τοποθεσία. Η κατηγορία αφορούσε τους φύλακες! Το δε πρόσωπο που έδωσε την πληροφορία, συμπεριλαμβάνονταν και αυτό στον κατάλογο των βασικών υπόπτων για ιδιαίτερους λόγους. Σύντομα, το υπόψη ελεγχόμενο άτομο μαζί με τον ανιψιό του κοινοτάρχη, διορίστηκαν επιστάτες του μυκηναϊκού νεκροταφείου των Αηδονιών, ύστερα από παρέμβαση ενός ισχυρού πολιτικού από την περιοχή της Νεμέας. Η διαπλοκή διάχυτη σε όλο της το μεγαλείο! Η ανώμαλη κατάσταση εξομαλύνθηκε κάπως λίγο αργότερα, όταν αποφασίστηκε από την Δ’ Εφορεία Αρχαιοτήτων Ναυπλίου, στην οποία υπάγονταν τότε η Κορινθία, να διενεργηθεί επίσημη αρχαιολογική έρευνα στον χώρο και επιλέχθηκαν αξιόπιστοι φύλακες εν όψει των επικείμενων εργασιών, οι οποίοι όμως δέχονταν συχνά άστοχους πυροβολισμούς τις βραδινές ώρες για εκφοβισμό και παραλάμβαναν επιστολές με απειλές για την ζωή τόσο των ιδίων, όσο και των μελών της οικογένειας τους.
Οι αρχικές συστηματικές ανασκαφές στο ύψωμα των Αηδονιών ξεκίνησαν τον Ιούνιο του 1978, με επικεφαλής του συνεργείου των αρχαιολόγων την Καλλιόπη Κρυστάλλη – Βότση και διεξήχθησαν σε τέσσερις περιόδους έως το 1980. Συνολικά ερευνήθηκαν και καταμετρήθηκαν 20 λαξευμένα και υπόσκαφα ταφικά μνημεία, η περιγραφή των οποίων θα παρατεθεί σε επόμενη ενότητα του παρόντος άρθρου. Παρά την εκτεταμένη ληστρική επέμβαση των αρχαιοκάπηλων, πέντε από αυτά εντοπίστηκαν ασύλητα, όπως και ένας λάκκος ανακομιδής σε ένα λεηλατημένο θάλαμο. Οι δε εργασίες σε όλα τα νεκρικά διαμερίσματα του ταφικού συμπλέγματος απέδωσαν πολλά και αξιολογότατα ευρήματα, που η συγκριτική μελέτη τους θα αποδεικνύονταν μελλοντικά, το κλειδί για τον επαναπατρισμό ενός τμήματος των ανεκτίμητων αρχαίων αντικειμένων από τα Αηδόνια, που είχαν διακινηθεί στο εξωτερικό. Στα αναθηματικά κτερίσματα περιλαμβάνονταν αγγεία, ειδώλια, όπλα, εργαλεία, χρυσά δακτυλίδια – σφραγίδες, σφραγιδόλιθοι και κοσμήματα από χρυσό, άργυρο και σίδηρο, ήλεκτρο, ημιπολύτιμους λίθους, υαλόμαζα, φαγεντιανή και ελεφαντόδοντο, μέσω των οποίων πιστοποιήθηκε ότι το νεκροταφείο ανάγονταν στην Μυκηναϊκή εποχή και ήταν σε συνεχή χρήση για μεγάλο χρονικό διάστημα από τον 16ο έως τον 13ο αιώνα π. Χ.. Η αρχαιολογική έρευνα συνεχίστηκε αποσπασματικά μέχρι το 1986, οπότε παραδόξως διακόπηκε χωρίς να έχει περατωθεί πλήρως και η τοποθεσία παρέμεινε ξανά εντελώς αφύλαχτη και αναξιοποίητη. Μάλιστα, φημολογείται ότι οι αρχαιόσυλοι επέστρεψαν στον τόπο του εγκλήματος και προέβαιναν ευκαιριακά στις βέβηλες πράξεις τους τουλάχιστον έως το 2004.
Όσον αφορά τα κλεμμένα αρχαία αντικείμενα από το μυκηναϊκό ταφικό σύμπλεγμα των Αηδονιών, μία απροσδόκητη εξέλιξη θα έφερνε την υπόθεση της αρχαιοκαπηλίας και πάλι στην δημοσιότητα μερικά χρόνια αργότερα. Στα 1992 παρουσιάστηκε ένα σύνολο 312 τεμαχίων από αρχαιοελληνικά κοσμήματα στον διάσημο Αμερικάνο έμπορο αρχαιοτήτων και έργων τέχνης Michael Ward, προκειμένου να τεθούν σε πλειστηριασμό, τα οποία είτε πέρασαν στην κυριότητα του, είτε βρίσκονταν στα χέρια κάποιου ιδιώτη συλλέκτη και ο ίδιος θα λειτουργούσε ως μεσάζων. Η τεχνοτροπία τους εκτιμήθηκε ως Κρητομυκηναϊκή και χρονολογήθηκαν γενικά στην ύστερη Εποχή του Χαλκού στο Αιγαίο. Ο Ward για να κατοχυρώσει μία νομιμοφάνεια στην επιδιωκόμενη πώληση τους, ειδοποίησε εγγράφως το Ελληνικό Δημόσιο και ζήτησε πληροφορίες για την προέλευση και την αυθεντικότητα τους. Οι αρμόδιοι κρατικοί φορείς επέδειξαν μία εξωφρενική αδιαφορία, αποστέλλοντας μία επιστολή αδειοδότησης στον Αμερικάνο γκαλερίστα, γνωστοποιώντας ότι δεν υπήρχαν διαθέσιμα στοιχεία για την εκπόρευση τους. Ο δρόμος για την εκποίηση ενός ακόμα μέρους της Ελληνικής πολιτιστικής κληρονομιάς ήταν πλέον ανοιχτός. Αφού δεν διαφαίνονταν κανένα άλλο εμπόδιο, τον Απρίλιο του 1993, τα αρχαία αντικείμενα εκτέθηκαν για δημοπρασία στην αίθουσα τέχνης του Ward στην Νέα Υόρκη, συνοδευόμενα από ένα πολυτελή εικονογραφημένο κατάλογο και κείμενα επεξηγήσεων με τίτλο «Gold of the Mycenaeans Important Finger Rings, Sealstones and Ornaments of the 15 th Century B. C. (J. H. Betts, Michael Ward Gallery, New York, 1993)».
Η προς πώληση συλλογή των αρχαίων κοσμημάτων αποτελούνταν από δύο χρυσά δακτυλίδια – σφραγίδες, το ένα με παράσταση άρματος και το άλλο απεικόνιζε δύο γυναίκες σε τελετουργική πομπή, οι οποίες κρατούσαν άνθη στο ένα χέρι, δύο ακόμα χρυσά δακτυλίδια και ένα από ήλεκτρο με την έκτυπη μορφή καθήμενου πιθήκου, καθώς και τρεις σφραγιδόλιθους από αμέθυστο, αχάτη και στεατίτη, όπου διαγράφονταν διάφορα ζώα, Επίσης, περιλαμβάνονταν και χρυσά επιθέματα ενδυμασίας, χρυσές χάντρες σε ποικιλία σχημάτων, αλλά και πολυάριθμές χάντρες από διάφορες ύλες, όπως ημιπολύτιμους λίθους, ήλεκτρο, φαγεντιανή και υαλόμαζα. Η πλειονότητα των κοσμημάτων είχε παραπλήσιο διακοσμητικό ύφος, με ανάλογα αντικείμενα που είχαν ανακαλυφθεί σε τάφους των Μυκηνών και των Δέντρων της Αργολίδας, όπως και του Βαφείου Λακωνίας, μαρτυρώντας τις πιθανές Πελοποννησιακές καταβολές τους. Επιπλέον, εμφάνιζαν πρόδηλες κατασκευαστικές ομοιότητες με τα κτερίσματα, τα οποία είχαν ανασκαφεί στο μυκηναϊκό νεκροταφείο των Αηδονιών την περίοδο 1978 – 1980. Ωστόσο, αυτή η καταπληκτική συλλογή βγαλμένη από τα εσώψυχα της αρχαίας Ελλάδας, βρίσκονταν ένα βήμα πριν περάσει στην κατοχή ενός ξένου μουσείου ή κάποιου μεγιστάνα ιδιώτη, μετά από μία αδρή πλειοδοσία.
Με την έναρξη της έκθεσης στην αίθουσα τέχνης του Michael Ward και την ευρεία δημοσιοποίηση των αρχαιοτήτων, ευαισθητοποιήθηκε άμεσα ο Αμερικανικός ακαδημαϊκός κύκλος. Με πρωτοστάτες τον επιστήμονα Malcolm H. Wiener, που εξειδικεύονταν σε θέματα της Αιγαιακής προϊστορίας και τον καθηγητή αρχαιολογίας James C. Wright(3), ειδοποιήθηκε σχετικά με την δημοπρασία η Ελληνική αρχαιολογική κοινότητα, με γνώμονα ότι τα αρχαία αντικείμενα της ομοιογενούς συλλογής ενδεχομένως να ήταν προϊόντα λαθρεμπορίας, από την σύληση μυκηναϊκών τάφων σε κάποια περιοχή της Ελλάδας, λόγω της ελλείψεως προφανών αποδείξεων της απόκτησης τους. Κατόπιν ενημερώθηκε λεπτομερώς το Υπουργείο Πολιτισμού για την σπουδαιότητα των απόδημων εκθεμάτων, καθώς και για το ατόπημα που επρόκειτο να διαπραχθεί και συγκροτήθηκε εσπευσμένα μία τριμελής επιτροπή αρχαιολόγων(4), η οποία ανέλαβε να διερευνήσει ενδελεχώς το φλέγον ζήτημα της ταυτοποίησης. Έπειτα από συγκριτική εξέταση όλων των δεδομένων, σε αντιπαραβολή με τις κατατοπιστικές εικόνες των αντικείμένων στον δημοσιευμένο κατάλογο της δημοπρασίας, πιστοποιήθηκε ότι τελικά προέρχονταν από το μυκηναϊκό ταφικό σύμπλεγμα των Αηδονιών, καλύπτοντας ένα χρονικό φάσμα από τον 16ο/15ο έως τον 14/13ο αιώνα π. Χ.. Η εμπεριστατωμένη τεκμηρίωση έγινε από την αρχαιολόγο Καίτη Δημακοπούλου και μέλος της εν λόγω επιτροπής, με βάση τα ευρήματα των κανονικών ανασκαφών στην συγκεκριμένη τοποθεσία το διάστημα 1978 – 1980. Οι δύο ομοειδείς ομάδες αρχαιοτήτων παρουσίαζαν σαφέστατα κοινά γνωρίσματα ως προς την τεχνοτροπία, την επεξεργασία, την καλλιτεχνική μορφολογία και το υλικό κατασκευής τους. Ιδιαίτερα διαφωτιστική ήταν η εντυπωσιακή συνάφεια ανάμεσα σε χρυσά δακτυλίδια – σφραγίδες, που απεικονίζουν την λατρευτική σκηνή της πομπής γυναικών με άνθη στα χέρια, με ομοιόμορφη κοκκιδωτή διακόσμηση των κρίκων, όπως και στους σφραγιδόλιθους από αχάτη με αρκετά σπάνιες παραστάσεις θηλυκού χοίρου. Επίσης, διαπιστώθηκαν στενές συμμετρικές αντιστοιχίες σε θαυμάσιες χρυσές σφαιρικές χάντρες φιλοτεχνημένες με περίκλειστο και κοκκιδωτό τρόπο, καθώς και σε άλλες χάντρες από διάφορες ύλες που διέθεταν παραπλήσια σχήματα και κατασκευαστική μεθοδολογία. Τα παρατιθέμενα πειστήρια της επιτροπής ήταν ακράδαντα και δεν μπορούσαν να αγνοηθούν. Τα αρχαία τεχνουργήματα της έκθεσης του Michael Ward είχαν ανασυρθεί αναμφίβολα από τις λαθραίες εκσκαφές των τυμβωρύχων στον λόφο των Αηδονιών και διακινήθηκαν παράνομα μέσω σκοτεινών συναλλαγών, καταλήγοντας στην Νέα Υόρκη. Η υπόθεση του «Θησαυρού των Αηδονιών», όπως ονομάστηκε έκτοτε η συλλογή, θα μεταβάλλονταν άρδην.
Τον Μάϊο του 1993, οι Ελληνικές αρχές προσέφυγαν στο Ομοσπονδιακό Δικαστήριο της Νέας Υόρκης, αξιώνοντας την ματαίωση της δημοπρασίας και διεκδικώντας την επιστροφή των μυκηναϊκών κοσμημάτων, με την αιτιολογία του προσπορισμού τους από λαθρεμπορία αρχαιοτήτων. Με εντολή του δικαστή Witman Nap ανεστάλη επ’ αόριστον η διαδικασία του πλειστηριασμού και άρχισε μία σειρά σκληρών διαπραγματεύσεων μεταξύ των δύο αντιδίκων. Ο θιγόμενος έμπορος έργων τέχνης Michael Ward απευθύνθηκε στο δικηγορικό γραφείο Rossenman – Collen για την υπεράσπιση του, ένα πανάκριβο «μεγαθήριο» της Αμερικανικού νομικού κατεστημένου, ενώ κατά την διάρκεια των διαβουλεύσεων προσέλαβε και έναν δεύτερο δικηγορικό κολοσσό, τον οίκο των Cravath, Swaine & Moore, ακόμα πιο δαπανηρό, επιδεικνύοντας μία αξιοσημείωτη εμμονή να διατηρήσει επ’ ωφελεία του τον «Θησαυρό των Αηδονιών», ανεξαρτήτως χρηματικού κόστους, αποκρύπτοντας την κλεπταποδοχή. Ωστόσο, τα αποδεικτικά στοιχεία της Ελληνικής πλευράς, που την εκπροσωπούσε ο δικηγόρος Neal Johnson, ήταν αδιάσειστα και δεν άφηναν κανένα περιθώριο αμφισβήτησης. Όταν όμως η συζήτηση περιστράφηκε γύρω από το πως έφτασαν στα χέρια του Ward τα αρχαία αντικείμενα, οι συνήγοροι του προέβησαν αιφνιδιαστικά σε έναν ωμό εκβιασμό. Δήλωσαν κατηγορηματικά ότι αν οι ενάγοντες επέμεναν σε αυτό το αίτημα, τότε θα αποκάλυπταν πως αποκτήθηκε η συλλογή αρχαιοτήτων του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη(5), ο οποίος ήταν και ο Πρωθυπουργός της Ελλάδας εκείνο το χρονικό διάστημα, ενώ η κόρη του Ντόρα Μπακογιάννη ήταν Υπουργός Πολιτισμού. Το διακύβευμα ήταν τεράστιο, με πολιτικές προεκτάσεις, καθώς η χώρα βρίσκονταν σε προεκλογική περίοδο. Σύμφωνα πάντως με τον Johnson, αυτός ο αθέμιτος αντιπερισπασμός έκρυβε μία αθέατη πτυχή της υπόθεσης, δηλαδή ότι ο Ward ενεργούσε ως διαμεσολαβητής εξυπηρετώντας τα συμφέροντα ενός άλλου επώνυμου προσώπου, που ήταν και ο αληθινός ιδιοκτήτης της συλλογής. Είχε την εντύπωση πως ο πραγματικός κάτοχος ετοιμάζονταν να κάνει μία δωρεά σε κάποιο μουσείο και ότι κυκλοφόρησε στην αγορά ένα μικρό μέρος από τα υπεξαιρεμένα αρχαία ευρήματα των λαθρανασκαφών στα Αηδόνια, έτσι ώστε να προσμετρηθεί η αντίδραση των Ελληνικών αρχών. Ο Johnson υποψιάζονταν βάσιμα ότι πλειονότητα των προϊόντων της τυμβωρυχίας δεν είχε φανερωθεί και πιθανώς υπήρχε ακόμα στην κυριότητα ενός ιδιώτη συλλέκτη, ο οποίος ανέμενε την κατάλληλη ευκαιρία για την θέσει προς «ευγενή» παραχώρηση ή πώληση.
Τον Δεκέμβριο του 1993 και πριν από την οριστική εκδίκαση της υπόθεσης, οι δύο αντίδικες πλευρές προχώρησαν σε συμβιβασμό, βάζοντας τίτλους τέλους στην πολύκροτη διαμάχη. Η ανήθικη στάση των συνηγόρων του Michael Ward δεν είχε απτό αντίκρισμα, καθώς ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης ηττήθηκε στις βουλευτικές εκλογές του Οκτωβρίου και δεν ήταν πλέον Πρωθυπουργός της Ελλάδας. Ο Αμερικάνος έμπορος έργων τέχνης αναγκάστηκε αν παραιτηθεί από την διεκδίκηση της συλλογής, υπό την πίεση του ειδικού βάρους των επιχειρημάτων της Ελληνικής πλευράς και με ορατό το ενδεχόμενο της αποκάλυψης του ονόματος του προμηθευτή των μυκηναϊκών κοσμημάτων, αν το θέμα οδηγούνταν στις δικαστικές αίθουσες. Άλλωστε, με αυτόν τρόπο διέσωζε την καλή φήμη του και φρόντισε αναιδώς να περάσει ένα μήνυμα για τον δήθεν φιλελληνισμό του λέγοντας πομπωδώς πως έπραξε «προς όφελος του Ελληνικού λαού και χάρη του μεγάλου σεβασμού του προς τον Ελληνικό πολιτισμό». Στην συμφωνία προβλέπονταν η παραχώρηση του «Θησαυρού των Αηδονιών» για δύο χρόνια στην «Εταιρεία για την Διατήρηση της Ελληνικής Κληρονομιάς»(6), έναν μη κερδοσκοπικό οργανισμό με έδρα την Ουάσιγκτον και κατόπιν την επιστροφή της στην Ελλάδα, ένας όρος που τηρήθηκε απαρέγκλιτα.
Πραγματικά, στις 26 Ιανουαρίου 1996, έλαβε χώρα η επίσημη παράδοση του μυκηναϊκού «Θησαυρού» από τον εν λόγω οργανισμό στην εκπρόσωπο του Ελληνικού Υπουργείου Πολιτισμού, την αρχαιολόγο Καίτη Δημακοπούλου, η οποία είχε πιστοποιήσει και την προέλευση του από το ταφικό σύμπλεγμα των Αηδονιών. Ακολούθησε μια τιμητική τετραήμερη έκθεση της συλλογής στην αίθουσα της Αμερικάνικης Γερουσίας στο Καπιτώλιο των ΗΠΑ στην Ουάσιγκτον (30 Ιαν – 2 Φεβ) και στις 4 Φεβρουαρίου μεταφέρθηκε στην Αθήνα. Η ανάκτηση των πολυτελών αρχαίων κοσμημάτων χαιρετίστηκε ως μία κορυφαία νίκη της Ελλάδας με ένδικα μέσα, εναντίον της αρχαιοκαπηλίας και της παράνομης εξαγωγής αρχαιοτήτων από την επικράτεια της. Ταυτόχρονα αναδείχθηκε διεθνώς το σοβαρότατο πρόβλημα των λαθρανασκαφών, που έχει σαν αποτέλεσμα την καταστροφή πολύτιμων δεδομένων για την επιστημονική έρευνα. Μετά τον επαναπατρισμό του, ο πρώην απόδημος «Θησαυρός των Αηδονιών» παρουσιάστηκε για αρκετούς μήνες στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο Αθηνών σε μία πανηγυρική ειδική έκθεση, μαζί με χαρακτηριστικά ευρήματα των ανασκαφών στην τοποθεσία του νεκροταφείου και με αντιπροσωπευτικά δείγματα μυκηναϊκής σφραγιδογλυφίας και κοσμηματοποιίας από άλλες περιοχές. Το έτος 2000 τοποθετήθηκε μόνιμα στο Αρχαιολογικό Μουσείο Νεμέας στην αίθουσα προϊστορικών συλλογών, συνενωμένος με τα υπόλοιπα ευρεθέντα κτερίσματα στα Αηδόνια, που εκτίθονταν ήδη εδώ από το 1984, παρέχοντας μία τυπική εικόνα για ένα σημαντικό μυκηναϊκό κέντρο της Κορινθιακής περιφέρειας.
Στον αντίποδα της επιτυχούς έκβασης των Αηδονιών, εγείρονται μερικά αναπάντητα ερωτήματα. Γιατί το μυκηναϊκό νεκροταφείο αφέθηκε από τις πολιτειακές αρχές έρμαιο στις ορέξεις των τυμβωρύχων για πολλά χρόνια, ενώ η έκνομη δραστηριότητα τους διενεργούνταν σχεδόν απροκάλυπτα και ήταν γνωστή στην τοπική κοινωνία της Νεμέας; Έγιναν αργότερα κάποιες συλλήψεις ατόμων από τις σπείρες των αρχαιοκαπήλων που λυμαίνονταν την περιοχή; Αν όχι, γιατί υπήρξε αυτή η συγκάλυψη; Πως έφτασε ο «Θησαυρός των Αηδονιών» στις ΗΠΑ; Ποιοι ήταν οι ιδιοτελείς μεταπράτες του; Ποιος διοικητικός υπάλληλος του Ελληνικού κράτους έδωσε την έγγραφη άδεια στον Michael Ward για την εκποίηση του, ένα χρόνο πριν την ανακοίνωση της πλειστηριασμού; Αποδόθηκαν ευθύνες από το Υπουργείο Πολιτισμού για την υπόψη πράξη, μετά την δημοσιοποίηση του γεγονότος; Μήπως στην πραγματικότητα, ο Αμερικάνος έμπορος έργων τέχνης εκπροσωπούσε έναν άλλο ισχυρό μεγιστάνα, ο οποίος ήταν και ο τελικός αποδέκτης των μυκηναϊκών κοσμημάτων; Αναζητήθηκαν οι κάτοχοι τυχόν άλλων υφαρπαγέντων αρχαίων αντικείμενων, όπως αγγεία, όπλα, εργαλεία και ειδώλια, καθώς εκτιμάται ότι στην δημοπρασία τέθηκε ένα μικρό μέρος της ποσότητας των κλοπιμαίων από το ταφικό σύμπλεγμα των Αηδονιών; Γιατί ο αρχαιολογικός χώρος παρέμεινε αφύλακτος, χωρίς ούτε την στοιχειώδη περίφραξη και δεν ερευνήθηκε εξονυχιστικά, τουλάχιστον μέχρι πολύ πρόσφατα, αφού σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις δεν έχει αποκαλυφθεί το σύνολο των ταφών και των κτερισμάτων; Κατά την γνώμη του γράφοντος, οι απαντήσεις σε αυτά τα καίρια ερωτήματα είναι επιβεβλημένες, προκειμένου να διαλευκανθεί πλήρως η υπόθεση, αλλά ίσως να μην δοθούν ποτέ, διότι οι εμπλεκόμενοι υπόλογοι ανήκουν σε ένα ευαίσθητο και διεθνές πολιτικοκοινωνικό πλέγμα.
Η αρχαιολογική έρευνα στο μυκηναϊκό νεκροταφείο των Αηδονιών ξεκίνησε εκ νέου μόλις το εφετινό έτος (2016), με μέριμνα της οικείας Εφορείας Αρχαιοτήτων Κορινθίας και έπειτα από σχετική έγκριση του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού. Επικεφαλής του συνεργείου είναι ο προϊστάμενος της Εφορείας, αρχαιολόγος Κωνσταντίνος Κίσσας, έχοντας την καθοριστική συνδρομή της αναπληρώτριας καθηγήτριας Kim Shelton, διευθύντριας του τομέα «Nemea Center for Classical Archaeology» του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια στο Berkeley(7). Ο πρώτος κύκλος εργασιών περατώθηκε στις 23 Ιουλίου 2016 και μεταξύ άλλων περιλαμβάνονταν και ο καθαρισμός της θέσης από την βλάστηση και τα χώματα, που είχαν απορριφθεί από τις προηγούμενες έρευνες και λαθρανασκαφικές δραστηριότητες, με στόχο να αποκατασταθεί ο λόφος στην αρχική του φυσική κατάσταση και να λειτουργήσει μελλοντικά ως οργανωμένος αρχαιολογικός χώρος. Μελετήθηκαν διεξοδικά δύο υπόσκαφοι τύμβοι αποδίδοντας αρκετά και λίαν ενδιαφέροντα ευρήματα, τα οποία φανερώνουν ότι το σύνθετο ερευνητικό πρόγραμμα στο σύμπλεγμα των Αηδονιών επιφυλάσσει ακόμα πολλές εκπλήξεις. Στον δρόμο του ενός τύμβου ανασκάφηκε ένα ορθογώνιο λακκοειδές άνοιγμα με αψιδωτή κάτοψη, δημιουργημένο φυσικό βράχο πριν την κατασκευή του ταφικού μνημείου και φαίνεται πως είχε νεκρικό χαρακτήρα. Στον δε θάλαμο του δεύτερου τύμβου διαπιστώθηκαν τα κατάλοιπα οκτώ ταφών τοποθετημένα σε δευτερογενή μεταχείριση εντός δύο λάκκων, οι οποίες πιθανότατα χρονολογούνται στα 1500 – 1400 π. Χ, ενώ στο κέντρο ανακαλύφθηκε άλλος ένας λάκκος που φαίνεται να περιείχε μία ταφή αναγόμενη στα 1400 – 1300 π. Χ., μάλλον στην τελευταία φάση της χρήσης του τύμβου. Ανάμεσα στα ευρήματα συγκαταλέγονταν πήλινα αγγεία, ειδώλια, χάλκινα όπλα και άλλα αντικείμενα κύρους.
Αυτή η νεότερη και συστηματική αρχαιολογική έρευνα στα Αηδόνια αποσκοπεί στην μελέτη των ταφικών μνημείων, της δίαιτας και των δημογραφικών στοιχείων των αρχαίων κατοίκων, σε συνάρτηση με την παραγωγή και την κατανάλωση εφοδίων και υλικών. Μάλιστα, το δημοτικό σχολείο του σύγχρονου οικισμού παραχωρήθηκε στην Εφορεία Αρχαιοτήτων Κορινθίας, έτσι ώστε να μετατραπεί σε ένα ενημερωτικό κέντρο, όπου θα αντιπαραβάλλονται τα πορίσματα των ανασκαφικών εργασιών με τις χαμένες πληροφορίες, εξαιτίας της εκτεταμένης αρχαιοκαπηλίας, καλύπτοντας παράλληλα και τις λειτουργικές ανάγκες του επιστημονικού συνεργείου. Επιπλέον, ο Δήμος Νεμέας έχει αναλάβει το κόστος μελέτης ανάδειξης του αρχαιολογικού χώρου και της κατασκευής προστατευτικών στεγάστρων για τους τύμβους, καθώς και τις απαιτούμενες απαλλοτριώσεις ή απευθείας εξαγορές ιδιωτικών κτημάτων.
Εικόνα 14: Η μνημειακή πρόσοψη ενός από τους υπόσκαφους τύμβους (Τ. 10). Η θύρα εισόδου πλαισιώνεται περιμετρικά από μία λεπτή σμιλευμένη ταινία και εκατέρωθεν παραστάδες λαξευμένες στον βράχο.
Όπως προαναφέρθηκε, στο μυκηναϊκό νεκροταφείο των Αηδονιών έχουν εντοπιστεί 20 ταφικά μνημεία, που διατάσσονται υποτυπωδώς στην πλαγιά του λόφου σε τρεις επάλληλες συστάδες, με προσανατολισμό νοτιοανατολικά προς βορειοδυτικά. Από αυτά τα 16 αποτελούν θαλαμωτούς υπόσκαφους τύμβους, διαφόρων διαστάσεων, λαξευμένους στο βραχώδες έδαφος (Τ.1 – 11, 15 – 17, 19 – 20), δύο είναι απλοί δρόμοι χωρίς ιδιαίτερο νεκρικό διαμέρισμα (Τ. 14 – 14), ένα μοιάζει με μικρό αδιαμόρφωτο θάλαμο χωρίς δρόμο (Τ. 18) και ένα διαπλάθεται σε ένα βαθύ λακκοειδές και ορθογώνιο όρυγμα (Τ. 12). Οι υπόγειοι τύμβοι συνιστούν και τις πιο εντυπωσιακές κατασκευές, εμφανίζοντας και αρχιτεκτονικό ενδιαφέρον, καθόσον διαθέτουν επιμήκεις κατηφορικούς δρόμους ή κοντούς διαδρόμους και μνημειώδεις προσόψεις με συγκλίνον μέτωπο προς τα επάνω. Η θύρα τους συχνά πλαισιώνεται περιμετρικά από μία λεπτή σμιλευμένη ταινία και εκατέρωθεν λαξευμένες παραστάδες. Το δε στόμιο της εισόδου σφραγίζονταν με τοιχίο ξερολιθιάς. Οι θάλαμοι είναι ευρύχωροι με τους περισσότερους να έχουν μία διακριτή ορθογώνια κάτοψη, ενώ δύο εξ’ αυτών έχουν σαφές κυκλικό σχήμα. Συνήθως η οροφή τους διαμορφώνεται στα πρότυπα μίας δίρριχτης στέγασης, εκτός από μερικών περιπτώσεων που είναι θολωτή. Σε αρκετούς τύμβους έχει λαξευτεί μια πλατιά λωρίδα κατά μήκος του θεωρητικού άξονα της οροφής, διακοσμητικής φύσεως, μάλλον ως απομίμηση της κεντρικής δοκού της ξύλινης στέγης των οικιών της Μυκηναϊκής εποχής. Σε τρεις από τους θαλάμους υφίστανται πλευρικές εσοχές, με συνέπεια να διευρύνεται ο διαθέσιμος ταφικός χώρος, τα οποία φράσσονταν επίσης με τοιχίο ξερολιθιάς, καθώς και λαξευμένα χαμηλά θρανία κοντά στα τοιχώματα. Στους δρόμους ορισμένων τύμβων, κυρίως μπροστά από το στόμιο και στην άκρη του θαλάμου, διακρίνονται λαξευμένες αυλακώσεις στο δάπεδο, ένα χαρακτηριστικό που απαντάται και σε άλλα μυκηναϊκά νεκροταφεία της Αργολίδας, όπως της Πρόσυμνας και των Δένδρων.
Οι υπόσκαφες κατασκευές των Αηδονιών θεωρούνται ως οικογενειακά ταφικά μνημεία, κατασκευασμένα με επιμέλεια, περιέχοντας πλούσια κτερισμένες ταφές, όπου οι νεκροί είχαν εναποτεθεί με αφθονία αναθημάτων, όπως πήλινα αγγεία, βαρύτιμα κοσμήματα, οπλισμός, εργαλεία, ειδώλια και πιθανόν υλικά επίπλωσης διακοσμημένα με ανθέμια από ελεφαντόδοντο. Το συμπέρασμα αυτό προκύπτει από την πολλαπλή και μακροχρόνια χρήση τους, καθώς ανακαλύφθηκαν ενταφιασμοί σχεδόν κατά χώρα στο φυσικό έδαφος, στα θρανία, εντός λάκκων στο δάπεδο και στους δρόμους, αλλά και στις πλευρικές εσοχές και σε κόγχες(8). Επίσης, βρέθηκαν παραμερισμένα λείψανα νεκρών κοντά στα τοιχώματα τους ή μέσα σε λάκκους ανακομιδής στο εσωτερικό των θαλάμων, φανερώνοντας ότι σε περίπτωση νέας εκφοράς, τα κατάλοιπα των παλαιοτέρων ταφών τοποθετούνταν σε ξεχωριστό σημείο, μάλλον προς εξοικονόμηση χώρου. Αυτή η πρακτική εντάσσονταν αναμφίβολα στον κύκλο των νεκρικών παραδόσεων της αρχέγονης κοινωνίας των Αηδονιών, οι οποίες συμπίπτουν με τα ανάλογα έθιμα που παρατηρούνται σε άλλα γνωστά μυκηναϊκά νεκροταφεία. Επιπλέον, σε μικρό βάθος κάτω από το χείλος του ορθογώνιου ορύγματος (Τ. 12), εντοπίστηκε η ταφή ενός θυσιασμένου ίππου, ένα από τα σπάνια παραδείγματα αυτού του είδους, συμπληρώνοντας τα δεδομένα για τις αφιερωματικές επικήδειες ιεροπραξίες, που τελούνταν προς τιμήν επιφανών προσώπων κατά την Υστεροελλαδική εποχή (1600 – 1100/1050 π. Χ.). Η δε παρουσία αγγείων της κατοπινής Γεωμετρικής περιόδου (1050/1025 – 700 π. Χ.), καταδεικνύει ότι οι αρχαίοι κάτοικοι των Αηδονιών εξακολουθούσαν να σέβονται τους προγόνους τους, ενώ σύμφωνα με την νεότερη αρχαιολογική έρευνα διαπιστώθηκαν ενδείξεις χρησιμοποίησης τουλάχιστον ενός από τους τάφους και στα Αρχαϊκά χρόνια (700 – 490/480 π. Χ) (9).
Τα δακτυλίδια – σφραγίδες, οι σφραγιδόλιθοι και τα υπόλοιπα πολυτελή κοσμήματα, ατομικά και ενδυμάτων, φιλοτεχνημένα κυρίως από χρυσό, ασήμι, πολύτιμους και ημιπολύτιμους λίθους(10), υαλόμαζα, φαγεντιανή και ελεφαντόδοντο, αποτελούν έξοχα δείγματα της μυκηναϊκής σφραγιδογλυφίας και κοσμηματοποιίας, ιδιαίτερα στη φάση της πρώιμης ανάπτυξης της (1600 – 1400 π. Χ.). Η μεγαλοπρέπεια, η ποικιλία και το πλήθος τους, προδίδουν ότι ανήκαν σε πρόσωπα της υψηλής κοινωνικής στάθμης και ταυτόχρονα καθιστούν αρκούντως προφανή την οικονομική ευμάρεια και την αίγλη του αρχαίου οικισμού των Αηδονιών. Οι εγχάρακτες παραστάσεις στην επιφάνεια των κοσμημάτων, με ζωικά, φυτικά και ανθρωποκεντρικά θέματα, αντικατοπτρίζουν την καθημερινή ζωή των κατοίκων και τις συνηθισμένες θρησκευτικές τελετουργίες τους. Οι επιδέξιοι δημιουργοί του γνώριζαν άρτια εκλεπτυσμένους τρόπους επεξεργασίας των ευγενών μετάλλων, όπως την κοκκίδωση, την επισμάλτωση, την συρματερή και την περίκλειστη τεχνική, αλλά και στην κατεργασία των πολύτιμων λίθων, ενώ επικεντρώνονταν στην καλαίσθητη και ποιοτική διακόσμηση τους, διανθίζοντας το τελικό προϊόν τους με επιπρόσθετα σχέδια από σπείρες, έλικες, ρόδακες, κ.α.. Η δε κοινή τεχνοτροπία των εκθαμβωτικών αντικειμένων του νεκροταφείου των Αηδονιών με ανάλογα ευρήματα στον Ελλαδικό χώρο, καταδεικνύει τους στενούς πολιτειακούς δεσμούς ανάμεσα στον τοπικό οικισμό και σε άλλα μείζονα μυκηναϊκά κέντρα, με την προέκταση τους να φθάνει μέχρι την Κρήτη. Μάλιστα, κατά την εκτίμηση του Stephen Miller, η απεικόνιση σκαραβαίων σε μερικά από τα κοσμήματα, μαρτυρά την σύναψη εμπορικών σχέσεων και την καλλιτεχνική επίδραση από την μακρινή Αίγυπτο.
Εκτός από την εντυπωσιακή συλλογή των βαρύτιμων κοσμημάτων, εξίσου ενδιαφέρουσες είναι και οι άλλες ομάδες των κτερισμάτων, με χρονολόγηση από τον 15ο έως τον 13ο αιώνα π. Χ., που ένα ενδεικτικό μέρος τους εκτίθεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Νεμέας και τα οποία ανακαλύφθηκαν στην επίσημη αρχαιολογική έρευνα του ταφικού συμπλέγματος. Από τις ανασκαφές αποκομίστηκαν πολλά πήλινα ειδώλια, που ταξινομούνται στην κατηγορία της όρθιας γυναικείας μορφής, σε στάση «Φ», «Ψ» και «Τ», φέροντας γραμμική διακόσμηση. Μόνο δύο από τα αγαλματίδια έχουν διαφορετική όψη, αναπαριστώντας μία κουροτρόφο (παραμάνα) και μία γυναίκα με διογκωμένη κοιλιά, ίσως σε κατάσταση εγκυμοσύνης. Οι απόψεις σχετικά με την συμβολική έννοια των γυναικείων ειδωλίων διίστανται. Σύμφωνα με την πιο διαδεδομένη αντίληψη, θεωρούνται ως αφιερώματα σε ιερά, απεικονίζοντας θεότητες ή ιέρειες, ενώ όταν συνοδεύουν νεκρούς και ιδιαίτερα παιδιά, ενδεχομένως να αντιπροσωπεύουν τροφούς με θεϊκές ιδιότητες. Όμως, ορισμένες φορές πρέπει να είχαν απλώς το γνώρισμα παιχνιδιού. Τα δε αγγεία που βρέθηκαν στους τάφους των Αηδονιών είναι πολυάριθμα, διαφόρων σχημάτων. Στην ομάδα αυτή συγκαταλέγονται τόσο κλειστού τύπου δοχεία, όπως πρόχοι, αμφορείς, αλάβαστρα, πυξίδες και θήλαστρα, όσο και ανοιχτού τύπου, δηλαδή ρυτά, κύλικες και κύπελα. Τα δοχεία της δεύτερης υποομάδας πιθανότατα θα είχαν χρησιμοποιηθεί για την προσφορά νεκρικών σπονδών, πριν αποτεθούν ως αναθήματα κοντά στις σωρούς των εκλιπόντων ατόμων. Το κατασκευαστικό ύφος στο σύνολο των αγγείων από τα Αηδόνια προσιδιάζει με την τυπική κεραμική παραγωγή κυρίως των Αργολικών εργαστηρίων, ως προς την σχηματοποίηση και την διακόσμηση.
Μία ακόμα θεματική ενότητα είναι ο λιγοστός οπλισμός και τα εργαλεία από χαλκό(11). Πρόκειται για ένα μακρύ ξίφος με σταυρόσχημη λαβή, που επάνω στην αμφίστομη λεπίδα του διασώζονται υπολείμματα από την δερμάτινη θήκη του, μία κοντή σπάθη και μερικές αιχμές βελών. Τα δύο αγχέμαχα όπλα είναι καθαρά μυκηναϊκής τεχνοτροπίας και φανερώνουν ότι οι κάτοικοι του οικισμού δεν υστερούσαν καθόλου σε μαχητικό φρόνημα. Όσον αφορά τα χάλκινα εργαλεία, ανακαλύφθηκαν οι πλατιές κεφαλές από δύο μαχαιροπελέκεις, με τους οποίους μάλλον τεμαχίζονταν το κρέας, αλλά δεν αποκλείεται να είχαν και πολεμικό σκοπό, τμήματα μαχαιριών διαφόρων μεγεθών, μία λαβίδα, ένας οπέας, αρκετές βελόνες και ένα ασημένιο εξάρτημα ζώνης (ή κλείθρο από θήκη ξίφους). Ανεξάρτητα από την χρήση τους, αυτά τα αντικείμενα ίσως να παραπέμπουν στην ύπαρξη κάποιου εργαστηρίου – χυτηρίου μεταλλουργίας στο μυκηναϊκό πόλισμα των Αηδονιών.
Όμως, ποιος ήταν αυτός ο αινιγματικός και ακμαίος οικισμός της Υστεροελλαδικής εποχής, που αντανακλάται στο μυκηναϊκό νεκροταφείο των Αηδονιών; Σίγουρα θα κείτονταν γύρω από την ίδια τοποθεσία, ίσως στις ομαλές νοτιοανατολικές παρυφές του λόφου, από την κορυφή του οποίου παρέχεται πανοραμική παρατήρηση στο Φλιάσιο πεδίο. Η πλειονότητα των ερευνητών θεωρεί ότι ταυτίζεται με την Ομηρική πόλη της Αραιθυρέας, με βάση τις ενδείξεις των ιστορικών γραπτών πηγών. Ο Όμηρος την μνημονεύει στον «κατάλογο των νηών» της «Ιλιάδας» ανάμεσα στις πολιτείες της Κορινθίας, που προσέφεραν πολεμιστές στον Ατρείδη Αγαμέμνονα για την εκστρατεία του Τρωικού πολέμου, τιθέμενα υπό την άμεση ηγεσία του, και κατά συνέπεια την εντάσσει στην επικράτεια των Μυκηνών. Ο επικός ποιητής την χαρακτηρίζει ως «Αραιθυρέην τ’ ερατεινήν», δηλαδή ως αξιαγάπητη και σαγηνευτική(12). Περισσότερες κατατοπιστικές πληροφορίες μας δίνει ο γεωγράφος Στράβων, ο οποίος παραθέτει ότι στα χρόνια του (64 π. Χ. – 24 μ. Χ.), ως Φλιασία αποκαλούνταν η χώρα της άλλοτε Αραιθυρέας, όπου υπήρχε και το ομώνυμο πόλισμα, αλλά αργότερα οι κάτοικοι της έφυγαν από εκεί για αδιευκρίνιστους λόγους και μετακινήθηκαν κατά τριάντα στάδια (περίπου 5,5 χιλιόμετρα), ιδρύοντας την πόλη του Φλιούντα(13). Η δε αναφερόμενη απόσταση ταιριάζει απόλυτα με το διάστημα μεταξύ του λόφου του ταφικού συμπλέγματος των Αηδονιών και του αρχαιολογικού χώρου του Φλιούντα, συνιστώντας ένα δηλωτικό στοιχείο ταυτοποίησης.
Οι γνώσεις μας για την Αραιθυρέα συμπληρώνονται από την αφήγηση του Παυσανία, που επισκέπτεται την περιοχή της Κορινθίας περί τα μέσα του 2ου αιώνα μ. Χ.. και διερχόμενος από το Φλιάσιο πεδίο δεν παραλείπει να καταγράψει την οικιστική παράδοση του τόπου. Ο διάσημος περιηγητής εξιστορεί ότι ο πρώτος κάτοικος της χώρας αυτής ήταν ο αυτόχθων βασιλιάς Άρας, ο οποίος ίδρυσε μία πόλη σε ένα λόφο που ακόμα και στις μέρες του προσφωνούνταν ως Αραντινός και δεν απείχε πολύ από το ύψωμα της ακρόπολης του Φλιούντα. Από εκείνον η πολιτεία αλλά και ολόκληρη η χώρα επονομάζονταν Αραντία στην απώτερη αρχαιότητα. Ο γιός του αρχέγονου ιδρυτή ήταν ο Άορις και κόρη του η Αραιθυρέα. Οι Φλιάσιοι έλεγαν πως τα παιδιά του ήταν άξια στο κυνήγι και εξαιρετικά γενναία στον πόλεμο. Όταν πέθανε η Αραιθυρέα, ο Άορις έδωσε στην χώρα το όνομα της για να τιμήσει την αδερφή του, και εξαιτίας των θέλγητρων της ο Όμηρος περιέγραψε την πόλη ως «ερατεινή». Ο δε Παυσανίας προσθέτει πως οι τάφοι των δύο αδερφιών βρίσκονταν πάνω στον Αραντινό λόφο, όπου είχαν στηθεί περιφανείς επιτύμβιες στήλες και ότι πριν από την μυστικιστική τελετή προς την θεά Δήμητρα, οι Φλιάσιοι επικαλούνταν με σπονδές τον Άραντα και τα παιδιά τους, κοιτώντας προς αυτά τα μνήματα. Επίσης, ο αρχαίος λαογράφος υποστηρίζει ότι ο Φλίαντας, από τον οποίο η χώρα μετονομάστηκε για τρίτη φορά, ήταν γιός της Αραιθυρέας και όχι απόγονος των εισβολέων Ηρακλειδών, όπως τον παρουσίαζαν οι μύθοι των Αργείων(14).
Άρα λοιπόν, η διαλαμβανόμενη τοποθεσία γύρω από το μυκηναϊκό νεκροταφείο δικαίως εξομοιώνεται με το μέρος της Ομηρικής Αραιθυρέας, καθώς πληροί όλες τις προϋποθέσεις συνεκτιμώντας τα τοπογραφικά δεδομένα, που αντλούνται μέσα από τα κείμενα των αρχαίων συγγραφέων. Η εδαφική έξαρση των Αηδονιών υψώνεται στο δυτικό άκρο του Φλιάσιου πεδίου, απέχοντας όντως τριάντα στάδια στην ευθεία από το ύψωμα της ακρόπολης του Φλιούντα και ανταποκρίνεται στην σχετική αναφορά του Στράβωνα. Επιπλέον είναι ορατή από ένα ευρύ τομέα του σημερινού κάμπου της Νεμέας και κάλλιστα μπορεί να εκληφθεί ως ο ευδιάκριτος Αραντινός λόφος, προς τον οποίο στρέφονταν οι Φλιάσιοι για να αποτίσουν φόρο τιμής στον προπάτορα τους Άραντα και στα παιδιά του. Ίσως κάποιοι από τους υφιστάμενους τύμβους της Υστεροελλαδικής εποχής να ήταν γνωστοί στους κατοίκους της μεταγενέστερης αρχαιότητας και να λογίζονταν παραδοσιακά ως οι τάφοι της Αραιθυρέας και του Άορι, τυγχάνοντας μεγαλύτερου σεβασμού από αυτόν που επέδειξαν οι σύγχρονοι νεοέλληνες, λεηλατώντας με ειδεχθή τρόπο τα πολυτελή κτερίσματα. Δυστυχώς, δεν έχει εντοπιστεί μέχρι στιγμής κανένα άλλο οικοδομικό κατάλοιπο από αυτήν την σημαντική και μάλλον εύρωστη μυκηναϊκή πόλη, που διέθετε πλουτοπαραγωγικούς πόρους και μετείχε ενεργά στις τρέχουσες κοινωνικοπολιτικές εξελίξεις, όπως η εκστρατεία εναντίον της Τροίας. Ακόμα και η επιλογή της θέσης της δεν ήταν τυχαία, καθόσον είχε αυξημένη στρατηγική σημασία, λαμβάνοντας υπόψη ότι από το ύψωμα των Αηδονιών επιτηρούνταν πλήρως το δρομολόγιο που διέρχονταν από τις διαδοχικές ορεινές διαβάσεις προς την αρχαία Στύμφαλο και εξασφαλίζονταν το εύφορο Φλιάσιο πεδίο εντός της σφαίρας εδαφικής επιρροής των Μυκηνών κατά την Υστεροελλαδική εποχή, από επίδοξους επιδρομείς προερχόμενους από την δυτική ενδοχώρα.
Το ταφικό σύμπλεγμα των Αηδονιών είναι ένα από τα σπουδαιότερα και πλουσιότερα μυκηναϊκά νεκροταφεία της Πελοποννήσου, παραμένοντας σε συνεχή μακροχρόνια λειτουργία από τον 16ο έως τον 13ο αιώνα π. Χ., με την χρήση του να προεκτείνεται και στο φάσμα κατοπινών ιστορικών περιόδων. Ανήκε σε έναν σφριγηλό οικισμό, που δεν υπολείπονταν σε αίγλη από άλλα κραταιά μυκηναϊκά κέντρα της Αργολίδας, ενώ η τοποθεσία του ταυτίζεται με σχετική ασφάλεια με την Ομηρική πόλη της Αραιθυρέας. Τα περίτεχνα κοσμήματα και τα υπόλοιπα κτερίσματα των εντυπωσιακών οικογενειακών ταφικών μνημείων φανερώνουν το υψηλό επίπεδο διαβίωσης και το κύρος των επιφανών νεκρών, καταδεικνύοντας την άνθιση ενός προηγμένου πολιτισμού, μέσω της αγροτοβιοτεχνικής παραγωγής και των εμπορικών δραστηριοτήτων. Η δε περιπετειώδης ανάκτηση του απόδημου «Θησαυρού των Αηδονιών» αποτέλεσε πραγματικά μία μεγαλειώδη επιτυχία του Ελληνικού κράτους εναντίον της ασύδοτης λαθρεμπορίας αρχαιοτήτων, συνεγείροντας τα διεθνή κυκλώματα των εμπόρων έργων τέχνης, έτσι ώστε να είναι αναγκαία η εξακρίβωση της νόμιμης προέλευσης των αντικειμένων. Ωστόσο, επιβάλλεται η διαρκής φύλαξη και η περίφραξη του αρχαιολογικού χώρου των Αηδονιών, προκειμένου να αποφευχθεί μία ενδεχόμενη νέα περίπτωση τυμβωρυχίας, καθόσον φαίνεται ότι εξακολουθούν να δρουν σπείρες αρχαιοκαπήλων στην ευρύτερη περιοχή, όπως διαπιστώνεται από την πρόσφατη σύλληψη από αστυνομικά όργανα ορισμένων ύποπτων ατόμων με αυτή την κατηγορία στα περίχωρα της Νεμέας(15), στις αρχές Οκτωβρίου 2016. Άλλωστε η νεότερη αρχαιολογική έρευνα στο μυκηναϊκό νεκροταφείο βρίσκεται σε εξέλιξη, με τα αποτελέσματα της εφετινής ανασκαφικής περιόδου να είναι πολύ ενθαρρυντικά, δίνοντας το στίγμα ότι θα αποκαλυφθούν περισσότερα ευρήματα στο μέλλον, με τα οποία θα διαφωτιστεί το ιστορικό παρελθόν του τόπου. Τέλος, θα ήταν ευχής έργον να ευοδωθούν οι φιλότιμες προσπάθειες του Δήμου Νεμέας, σε συνεργασία με την οικεία Εφορεία Αρχαιοτήτων Κορινθίας, για την απαλλοτρίωση των κείμενων ιδιωτικών εκτάσεων και να υλοποιηθεί σύντομα η εκπονηθείσα μελέτη, για την κατασκευή και τοποθέτηση στεγάστρων πάνω από τους υπόσκαφους θαλαμωτούς τύμβους, για την προστασία τους από τις καιρικές συνθήκες, με την προοπτική της ανάδειξης του μυκηναϊκού ταφικού συμπλέγματος των Αηδονιών σε έναν οργανωμένο αρχαιολογικό χώρο και πόλο έλξης επισκεπτών.
Κείμενο – Φωτογραφίες:
Γεώργιος Λόης
Συνταγματάρχης (ΤΘ) ε. α.
Γεώργιος Λόης/Facebook.com
Γεώργιος Λόης/Facebook.com
e-mail: georgioslois1969@gmail.com
21 Οκτωβρίου 2016
(Αναθεώρηση ως προς την δεύτερη παράγραφο στις 21 Φεβρουαρίου 2018).
Υπόμνημα του γράφοντος: Οι περισσότερες φωτογραφίες από τα κοσμήματα των μυκηναϊκών τάφων των Αηδονιών αντλήθηκαν από την ιστοσελίδα thalassa.ionio.gr/kosmimata Nemeas.
Επεξηγηματικές Σημειώσεις
1. Η τοπική κοινότητα των Αηδονιών ανήκει στην Δημοτική Ενότητα Νεμέας, του ομώνυμου Δήμου. Εκτείνεται αμφιθεατρικά στις παρυφές των νότιων εκφάνσεων του όρους Γαβριάς, με κυμαινόμενο υψόμετρο 340 με 388 μέτρα. Απέχει οδικώς από την Νεμέα 8,5 χιλιόμετρα (βορειοδυτικά) και από το Κιάτο 44,8 χιλιόμετρα (νοτιοδυτικά). Ο οικισμός παλαιότερα ονομάζονταν Μποτζίκας (ή και Μπότσικας) και το 1927 μετονομάστηκε σε Αηδόνια (ΦΕΚ, τεύχος Α’ 206/1927), λόγω των πολλών αηδονιών που ενδημούν στην περιοχή.
2. Ο Stephen Miller εργάστηκε στην αρχαία Νεμέα από το 1973 έως το 2005. Διενέργησε επιστάμενες ανασκαφές αποκαλύπτοντας το αρχαίο στάδιο, όπου διεξάγονταν οι αγώνες με την επωνυμία «Νέμεα», όπως και άλλα σπουδαία οικιστικά και κινητά ευρήματα. Με δική του πρωτοβουλία δημιουργήθηκε ο υφιστάμενος αρχαιολογικό χώρος και ιδρύθηκε το Αρχαιολογικό Μουσείο Νεμέας, αναλαμβάνοντας προσωπικά και την οργάνωση της μόνιμης έκθεσης του, ενώ άρχισε και την σταδιακή αναστήλωση των κιόνων του ναού του Διός. Διατέλεσε καθηγητής Κλασσικής Αρχαιολογίας στον Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια στο Berkeley (1973 – 2005) και διευθυντής της Αμερικανικής Σχολής Κλασσικών Σπουδών στην Αθήνα (1982 – 1987). Έχει τιμηθεί με πλήθος διακρίσεων σε Ελλάδα και τις ΗΠΑ για το επιστημονικό του έργο. Το έτος 2005, ο Stephen Miller πολιτογραφήθηκε Έλληνας υπήκοος με Προεδρικό Διάταγμα.
3. Την ανεξέλεγκτη δράση των τυμβωρύχων στις περιοχές της Νεμέας και του Φλιούντος την δεκαετία του 1970, είχε επισημάνει παλαιότερα και ο James C. Wright, ο οποίος ενασχολήθηκε στις ανασκαφές στο ιερό του Διός στον χώρο της αρχαίας Νεμέας, μαζί με τον Stephen Miller την περίοδο 1974 – 1977. Ο διακεκριμένος καθηγητής αρχαιολογίας είναι διευθυντής της Αμερικανικής Σχολής Κλασσικών Σπουδών στην Αθήνα από το 2012, με την θητεία του να ολοκληρώνεται το 2017.
4. Η εξεταστική επιτροπή απαρτίζονταν από την Αγνή Σακελλαρίου, τον Γιάννη Σακελλαράκη και την Καίτη Δημακοπούλου. Στο εγχείρημα της διερεύνησης συνέβαλαν καθοριστικά και οι συνάδελφοι τους Κατερίνα Ρωμιοπούλου, Καλλιόπη Κρυστάλλη – Βότση και Νικολέττα Διβάρη – Βαλάκου.
5. Η αξιόλογη συλλογή αρχαιοτήτων του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη δωρήθηκε από τον ίδιο το έτος 2000 στο Αρχαιολογικό Μουσείο Χανίων, όπου και εκτίθεται μόνιμα το 1/3 της, καταλαμβάνοντας τρεις μικρές αίθουσες. Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης διατέλεσε Πρωθυπουργός της Ελλάδας από τις 11 Απριλίου 1990 έως τις 13 Οκτωβρίου 1993.
6. Η Αγγλική επωνυμία του υπόψη οργανισμού είναι «Society for the Preservation of the Greek Heritage» και αποσκοπεί στην προβολή του Ελληνικού Πολιτισμού.
7. Ο Κωνσταντίνος Κίσσας είναι και επίκουρος καθηγητής αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο του Γκρατς (Graz) στην Αυστρία. Ο ερευνητικός τομέας «Nemea Center for Classical Archaeology» εντάσσεται στο τμήμα Κλασσικής Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια στο Berkeley. Ιδρύθηκε το 2004 με σκοπό την προαγωγή της διδασκαλίας, της έρευνας και των δημόσιων υπηρεσιών, που επικεντρώνονται γύρω από τις ανασκαφές του Πανεπιστημίου στην αρχαία Νεμέα και στην γύρω περιοχή (διεύθυνση ιστότοπου: nemeacenter.berkeley.edu).
8. Ο συνολικός αριθμός των νεκρών που περιείχε το κάθε ταφικό μνημείο δεν είναι ακόμα γνωστός, επειδή η ανασκαφική έρευνα δεν έχει ολοκληρωθεί, ενώ εικάζεται ότι ενδεχομένως να υπάρχουν περισσότεροι υπόσκαφοι τύμβοι στην τοποθεσία.
9. Πλησίον του μυκηναϊκού νεκροταφείου των Αηδονιών ανασκάφηκε και μία ξεχωριστή συστάδα τάφων της ύστερης Ρωμαϊκής περιόδου (4ος – 6ος αιώνας μ. Χ.), υποδηλώνοντας μία πολύ μεταγενέστερη χρήση της τοποθεσίας για τον ίδιο σκοπό.
10. Οι ευρεθέντες σφραγιδόλιθοι διαθέτουν φακόσχημο, αμυγδαλωτό και κυλινδρικό σχήμα κατά περίπτωση και είναι κατασκευασμένοι από αχάτη, σάρδιο, ίασπη, αμέθυστο, αιματίτη χαλκηδόνιο, στεατίτη και ορεία κρύσταλλο.
11. Τα εκθέματα του χάλκινων αντικειμένων στο Αρχαιολογικό Μουσείο Νεμέας, αναμένεται να εμπλουτιστούν μελλοντικά από την ανακάλυψη και άλλων όπλων, κατά τις πρόσφατες ανασκαφικές εργασίες στο νεκροταφείο των Αηδονιών.
12. Ομήρου, «Ιλιάδα», ραψωδία Β’, στίχοι 569 – 580.
13. Στράβωνος, «Γεωγραφικά», βιβλίο Η’, εδάφιο 382.
14. Παυσανία, «Ελλάδος Περιήγησις», βιβλίο δεύτερο «Κορινθιακά», κεφάλαιο 12, εδάφια 4 έως 6.
15. Αν και έχουν δημοσιοποιηθεί τα προσωπικά στοιχεία των συλληφθέντων ως ύποπτων αρχαιοκαπηλίας, όπως επίσης και τα φερόμενα ως υπεξαιρεθέντα αρχαία αντικείμενα, εντούτοις δεν παρατίθενται στο παρόν άρθρο, καθώς η υπόθεση αναμένεται να εκδικαστεί.
Ενδεικτική Βιβλιογραφία – Πηγές Διαδικτύου
1. «Τα δακτυλίδια από τα Αηδόνια Κορινθίας», Καλλιόπη Κρυστάλλη – Βότση, «Φίλια Έπη εις Γ. Ε. Μυλωνάν», Γ’, σελίδες 34 – 43, Αθήναι, 1989.
2. «Ο θησαυρός των Αηδονιών: Σφραγίδες και κοσμήματα της Ύστερης Εποχής του Χαλκού στο Αιγαίο», Καίτη Δημακοπούλου, Νικολέττα Διβάρη – Βαλάκου, ΥΠΠΟ, Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων, Αθήνα, 1997.
3. «Νεμέα: Μουσείο και Αρχαιολογικός Χώρος (σελίδα 82)», Stephen Miller, Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων, Αθήνα, 2005.
4. «Αρχαιοκαπηλία και εμπόριο αρχαιοτήτων (σελίδα 212)», Ανδρέας Αποστολίδης, εκδόσεις «ΑΓΡΑ», Αθήνα, 2006.
5. «Αηδόνια: Αρχαιοκαπηλία με… κάλυψη», άρθρο του Χρίστου Κοτσώνη στο Περιοδικό «ΟΡΙΟΝ», τεύχος 18ο, Απρίλιος 2010.
6. «Νεμέα – Αηδόνια», Χριστίνα Πιπίλου, απόσπασμα άρθρου στο συλλογικό έργο «Αρχαία Κορινθία, (σελίδες 105 – 106)», εκδόσεις του Φοίνικα, Αθήνα, 2013.
7. «Η ανθρώπινη μορφή στην μικροτεχνία από το μυκηναϊκό νεκροταφείο Αηδονιών Κορινθίας», Ασημίνα Τσιμογιάννη, Αθήνα, 2014 (ανακτημένο άρθρο από τον ιστότοπο www.academia.edu).
8. Ulysses.culture.gr/«Ο Θησαυρός των Αηδονιών», Καίτη Δημακοπούλου, Νικολέττα Διβάρη – Βαλάκου.
9. www.mixanitouxronou.gr/«Το σκάνδαλο με την αρπαγή του “Θησαυρού των Αηδονιών” από την Νεμέα. Έλληνες αρχαιοκάπηλοι έσκαβαν για χρόνια με την ανοχή των αρχών», επιμέλεια άρθρου Νίκος Σταθούλης.
10. www.hyper.gr/Εφημερίδα Μακεδονία - Θεσσαλονίκη, διαδικτυακή έκδοση της 24/1/1996, άρθρο: «Επιστρέφει ο θησαυρός των Αηδονιών».
11. www.ethnos.gr/«Νέοι θησαυροί και λίφτινγκ στον λόφο των Αηδονιών», άρθρο της Αγγελικής Κώττη, 11/9/2015.
12. www.elculture.gr/ανασκαφή - αηδόνια/«Η ιστορία του μυκηναϊκού νεκροταφείου Αηδονιών και ενός μικρού χωριού που ειδικεύτηκε στην τυμβωρυχία», άρθρο της Αργυρώς Μποζώνη, 25/8/2016.
13. www.liberal.gr/«Ενδιαφέροντα ευρήματα στο μυκηναϊκό νεκροταφείο των Αηδονιών Νεμέας», άρθρο της Αντιγόνης Καρατάσου, 19/8/2016.
14. thalassa.ionio.gr/kosmimata Nemeas (Φωτογραφική παρουσίαση βάσει καταλόγου, των κοσμημάτων από τον «Θησαυρό των Αηδονιών»).
Επιπλέον Φωτογραφικό Υλικό
Εικόνα 24: Η δρομική είσοδος ενός από τους υπόσκαφους θαλαμωτούς τύμβους (Τ. 8) και στο βάθος δεξιά διαγράφεται το άνοιγμα ενός δεύτερου (Τ. 7).
Εικόνα 25: Άποψη της διαμόρφωσης του κατηφορικού δρόμου και των τοιχωμάτων του ενός από τους υπόσκαφους τύμβους (Τ. 9).
Εικόνα 26: Άποψη του θαλάμου ενός από τους υπόσκαφους τύμβους (Τ. 10) μέσα από μία ευμεγέθη οπή, που έχει διανοιχτεί στο τοίχωμα του δρόμου ενός διπλανού τύμβου (Τ. 9), μάλλον από παράνομες εργασίες λαθρανασκαφής.
Εικόνα 27: Άποψη από το εσωτερικό του θαλάμου ενός υπόσκαφου τύμβου (Τ. 3). Διακρίνεται μία τετράγωνη εσοχή στο πλευρικό τοίχωμα, η οποία χρησιμοποιούνταν για ενταφιασμούς και φράσσονταν με τοιχίο ξερολιθιάς.
Εικόνα 28: Άποψη του ταφικού ορθογώνιου ορύγματος (Τ. 12), οριζόντιων διαστάσεων 5,25 Χ 1,55/1,60 μέτρων και βάθους 5,25 μέτρων, το οποίο εντοπίστηκε ασύλητο κατά τις κανονικές ανασκαφές, αποδίδοντας πλήθος ευρημάτων. Σε βάθος 1,25 μέτρων από το χείλος του βρέθηκε η ταφή ενός θυσιασμένου μικρού ίππου.
Εικόνα 29: Προθήκη του Αρχαιολογικού Μουσείου Νεμέας, όπου εκτίθενται πήλινα ειδώλια και αγγεία. Τα ειδώλια αναπαριστούν όρθιες γυναικείες μορφές, σε στάση «Φ», «Ψ» και «Τ», που πιθανότατα αντιπροσωπεύουν ιέρειες ή θεότητες ή τροφούς με θεϊκές ιδιότητες. Τα εκθέματα χρονολογούνται από τον 15ο έως τον 13ο αιώνα π. Χ.
Εικόνα 30: Δακτυλίδι από ήλεκτρο διακοσμημένο με την έκτυπη παράσταση ενός καθιστού πιθήκου (π. 16ος αιώνας π. Χ.). Εκτιμάται ότι είναι πιθανότατα μινωικό έργο, υποδηλώνοντας τις εμπορικές σχέσεις του μυκηναϊκού πολίσματος των Αηδονιών με την Κρήτη. Ανήκει στην συλλογή του «Θησαυρού των Αηδονιών» που επαναπατρίστηκε.
Εικόνα 31: Κυλινδρική σφραγίδα ανατολικής προέλευσης από φαγεντιανή, με εγχάρακτη γραμμική διακόσμηση από τέσσερα ανισομεγέθη «Χ», που συμπληρώνονται ενδιάμεσα από μικρές γλυφές. (π. 1500 π. Χ.). Βρέθηκε στις κανονικές ανασκαφές στα Αηδόνια (Τ. 15).
Εικόνα 32: Χρυσό δακτυλίδι με σφενδόνη σε σχήμα οκτάφυλλου ρόδακα με κοκκιδωτή διακόσμηση στον κρίκο, που έφερε ένθετη γαλάζια υαλόμαζα (π. 1500 π. Χ.). Βρέθηκε σε ασύλητο λάκκο ανακομιδής σε ένα από διαταραγμένους τύμβους (Τ. 7), κατά την επίσημη αρχαιολογική έρευνα στο νεκροταφείο των Αηδονιών.
Εικόνα 33: Δορυφορική αποτύπωση της τοποθεσίας του οικισμού των Αηδονιών Νεμέας. Με κόκκινο κύκλο επισημαίνεται ο αρχαιολογικός χώρος του μυκηναϊκού νεκροταφείου.
21 Οκτωβρίου 2016
(Αναθεώρηση ως προς την δεύτερη παράγραφο στις 21 Φεβρουαρίου 2018).
Υπόμνημα του γράφοντος: Οι περισσότερες φωτογραφίες από τα κοσμήματα των μυκηναϊκών τάφων των Αηδονιών αντλήθηκαν από την ιστοσελίδα thalassa.ionio.gr/kosmimata Nemeas.
Επεξηγηματικές Σημειώσεις
1. Η τοπική κοινότητα των Αηδονιών ανήκει στην Δημοτική Ενότητα Νεμέας, του ομώνυμου Δήμου. Εκτείνεται αμφιθεατρικά στις παρυφές των νότιων εκφάνσεων του όρους Γαβριάς, με κυμαινόμενο υψόμετρο 340 με 388 μέτρα. Απέχει οδικώς από την Νεμέα 8,5 χιλιόμετρα (βορειοδυτικά) και από το Κιάτο 44,8 χιλιόμετρα (νοτιοδυτικά). Ο οικισμός παλαιότερα ονομάζονταν Μποτζίκας (ή και Μπότσικας) και το 1927 μετονομάστηκε σε Αηδόνια (ΦΕΚ, τεύχος Α’ 206/1927), λόγω των πολλών αηδονιών που ενδημούν στην περιοχή.
2. Ο Stephen Miller εργάστηκε στην αρχαία Νεμέα από το 1973 έως το 2005. Διενέργησε επιστάμενες ανασκαφές αποκαλύπτοντας το αρχαίο στάδιο, όπου διεξάγονταν οι αγώνες με την επωνυμία «Νέμεα», όπως και άλλα σπουδαία οικιστικά και κινητά ευρήματα. Με δική του πρωτοβουλία δημιουργήθηκε ο υφιστάμενος αρχαιολογικό χώρος και ιδρύθηκε το Αρχαιολογικό Μουσείο Νεμέας, αναλαμβάνοντας προσωπικά και την οργάνωση της μόνιμης έκθεσης του, ενώ άρχισε και την σταδιακή αναστήλωση των κιόνων του ναού του Διός. Διατέλεσε καθηγητής Κλασσικής Αρχαιολογίας στον Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια στο Berkeley (1973 – 2005) και διευθυντής της Αμερικανικής Σχολής Κλασσικών Σπουδών στην Αθήνα (1982 – 1987). Έχει τιμηθεί με πλήθος διακρίσεων σε Ελλάδα και τις ΗΠΑ για το επιστημονικό του έργο. Το έτος 2005, ο Stephen Miller πολιτογραφήθηκε Έλληνας υπήκοος με Προεδρικό Διάταγμα.
3. Την ανεξέλεγκτη δράση των τυμβωρύχων στις περιοχές της Νεμέας και του Φλιούντος την δεκαετία του 1970, είχε επισημάνει παλαιότερα και ο James C. Wright, ο οποίος ενασχολήθηκε στις ανασκαφές στο ιερό του Διός στον χώρο της αρχαίας Νεμέας, μαζί με τον Stephen Miller την περίοδο 1974 – 1977. Ο διακεκριμένος καθηγητής αρχαιολογίας είναι διευθυντής της Αμερικανικής Σχολής Κλασσικών Σπουδών στην Αθήνα από το 2012, με την θητεία του να ολοκληρώνεται το 2017.
4. Η εξεταστική επιτροπή απαρτίζονταν από την Αγνή Σακελλαρίου, τον Γιάννη Σακελλαράκη και την Καίτη Δημακοπούλου. Στο εγχείρημα της διερεύνησης συνέβαλαν καθοριστικά και οι συνάδελφοι τους Κατερίνα Ρωμιοπούλου, Καλλιόπη Κρυστάλλη – Βότση και Νικολέττα Διβάρη – Βαλάκου.
5. Η αξιόλογη συλλογή αρχαιοτήτων του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη δωρήθηκε από τον ίδιο το έτος 2000 στο Αρχαιολογικό Μουσείο Χανίων, όπου και εκτίθεται μόνιμα το 1/3 της, καταλαμβάνοντας τρεις μικρές αίθουσες. Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης διατέλεσε Πρωθυπουργός της Ελλάδας από τις 11 Απριλίου 1990 έως τις 13 Οκτωβρίου 1993.
6. Η Αγγλική επωνυμία του υπόψη οργανισμού είναι «Society for the Preservation of the Greek Heritage» και αποσκοπεί στην προβολή του Ελληνικού Πολιτισμού.
7. Ο Κωνσταντίνος Κίσσας είναι και επίκουρος καθηγητής αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο του Γκρατς (Graz) στην Αυστρία. Ο ερευνητικός τομέας «Nemea Center for Classical Archaeology» εντάσσεται στο τμήμα Κλασσικής Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια στο Berkeley. Ιδρύθηκε το 2004 με σκοπό την προαγωγή της διδασκαλίας, της έρευνας και των δημόσιων υπηρεσιών, που επικεντρώνονται γύρω από τις ανασκαφές του Πανεπιστημίου στην αρχαία Νεμέα και στην γύρω περιοχή (διεύθυνση ιστότοπου: nemeacenter.berkeley.edu).
8. Ο συνολικός αριθμός των νεκρών που περιείχε το κάθε ταφικό μνημείο δεν είναι ακόμα γνωστός, επειδή η ανασκαφική έρευνα δεν έχει ολοκληρωθεί, ενώ εικάζεται ότι ενδεχομένως να υπάρχουν περισσότεροι υπόσκαφοι τύμβοι στην τοποθεσία.
9. Πλησίον του μυκηναϊκού νεκροταφείου των Αηδονιών ανασκάφηκε και μία ξεχωριστή συστάδα τάφων της ύστερης Ρωμαϊκής περιόδου (4ος – 6ος αιώνας μ. Χ.), υποδηλώνοντας μία πολύ μεταγενέστερη χρήση της τοποθεσίας για τον ίδιο σκοπό.
10. Οι ευρεθέντες σφραγιδόλιθοι διαθέτουν φακόσχημο, αμυγδαλωτό και κυλινδρικό σχήμα κατά περίπτωση και είναι κατασκευασμένοι από αχάτη, σάρδιο, ίασπη, αμέθυστο, αιματίτη χαλκηδόνιο, στεατίτη και ορεία κρύσταλλο.
11. Τα εκθέματα του χάλκινων αντικειμένων στο Αρχαιολογικό Μουσείο Νεμέας, αναμένεται να εμπλουτιστούν μελλοντικά από την ανακάλυψη και άλλων όπλων, κατά τις πρόσφατες ανασκαφικές εργασίες στο νεκροταφείο των Αηδονιών.
12. Ομήρου, «Ιλιάδα», ραψωδία Β’, στίχοι 569 – 580.
13. Στράβωνος, «Γεωγραφικά», βιβλίο Η’, εδάφιο 382.
14. Παυσανία, «Ελλάδος Περιήγησις», βιβλίο δεύτερο «Κορινθιακά», κεφάλαιο 12, εδάφια 4 έως 6.
15. Αν και έχουν δημοσιοποιηθεί τα προσωπικά στοιχεία των συλληφθέντων ως ύποπτων αρχαιοκαπηλίας, όπως επίσης και τα φερόμενα ως υπεξαιρεθέντα αρχαία αντικείμενα, εντούτοις δεν παρατίθενται στο παρόν άρθρο, καθώς η υπόθεση αναμένεται να εκδικαστεί.
Ενδεικτική Βιβλιογραφία – Πηγές Διαδικτύου
1. «Τα δακτυλίδια από τα Αηδόνια Κορινθίας», Καλλιόπη Κρυστάλλη – Βότση, «Φίλια Έπη εις Γ. Ε. Μυλωνάν», Γ’, σελίδες 34 – 43, Αθήναι, 1989.
2. «Ο θησαυρός των Αηδονιών: Σφραγίδες και κοσμήματα της Ύστερης Εποχής του Χαλκού στο Αιγαίο», Καίτη Δημακοπούλου, Νικολέττα Διβάρη – Βαλάκου, ΥΠΠΟ, Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων, Αθήνα, 1997.
3. «Νεμέα: Μουσείο και Αρχαιολογικός Χώρος (σελίδα 82)», Stephen Miller, Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων, Αθήνα, 2005.
4. «Αρχαιοκαπηλία και εμπόριο αρχαιοτήτων (σελίδα 212)», Ανδρέας Αποστολίδης, εκδόσεις «ΑΓΡΑ», Αθήνα, 2006.
5. «Αηδόνια: Αρχαιοκαπηλία με… κάλυψη», άρθρο του Χρίστου Κοτσώνη στο Περιοδικό «ΟΡΙΟΝ», τεύχος 18ο, Απρίλιος 2010.
6. «Νεμέα – Αηδόνια», Χριστίνα Πιπίλου, απόσπασμα άρθρου στο συλλογικό έργο «Αρχαία Κορινθία, (σελίδες 105 – 106)», εκδόσεις του Φοίνικα, Αθήνα, 2013.
7. «Η ανθρώπινη μορφή στην μικροτεχνία από το μυκηναϊκό νεκροταφείο Αηδονιών Κορινθίας», Ασημίνα Τσιμογιάννη, Αθήνα, 2014 (ανακτημένο άρθρο από τον ιστότοπο www.academia.edu).
8. Ulysses.culture.gr/«Ο Θησαυρός των Αηδονιών», Καίτη Δημακοπούλου, Νικολέττα Διβάρη – Βαλάκου.
9. www.mixanitouxronou.gr/«Το σκάνδαλο με την αρπαγή του “Θησαυρού των Αηδονιών” από την Νεμέα. Έλληνες αρχαιοκάπηλοι έσκαβαν για χρόνια με την ανοχή των αρχών», επιμέλεια άρθρου Νίκος Σταθούλης.
10. www.hyper.gr/Εφημερίδα Μακεδονία - Θεσσαλονίκη, διαδικτυακή έκδοση της 24/1/1996, άρθρο: «Επιστρέφει ο θησαυρός των Αηδονιών».
11. www.ethnos.gr/«Νέοι θησαυροί και λίφτινγκ στον λόφο των Αηδονιών», άρθρο της Αγγελικής Κώττη, 11/9/2015.
12. www.elculture.gr/ανασκαφή - αηδόνια/«Η ιστορία του μυκηναϊκού νεκροταφείου Αηδονιών και ενός μικρού χωριού που ειδικεύτηκε στην τυμβωρυχία», άρθρο της Αργυρώς Μποζώνη, 25/8/2016.
13. www.liberal.gr/«Ενδιαφέροντα ευρήματα στο μυκηναϊκό νεκροταφείο των Αηδονιών Νεμέας», άρθρο της Αντιγόνης Καρατάσου, 19/8/2016.
14. thalassa.ionio.gr/kosmimata Nemeas (Φωτογραφική παρουσίαση βάσει καταλόγου, των κοσμημάτων από τον «Θησαυρό των Αηδονιών»).
Επιπλέον Φωτογραφικό Υλικό
Τα θέματα των αναρτήσεων δεν εκφράζουν απαραίτητα και τις απόψεις των διαχειριστών και των συντακτών του ιστολογίου μας. Τα σχόλια εκφράζουν τις απόψεις των σχολιαστών και μόνο αυτών.
Σχόλια που περιέχουν ύβρεις ή απρεπείς χαρακτηρισμούς διαγράφονται κατά τον έλεγχο από την ομάδα διαχείρισης. Ευχαριστούμε.