Του Τάσου Ι. Αβραντίνη*
Η Άγκελα Μέρκελ ίσιωσε τη ζακέτα της, έκανε ασυναίσθητα μια γκριμάτσα και άφησε το σώμα της να πέσει στην αναπαυτική πολυθρόνα του γραφείου της. Έμοιαζε αφηρημένη. Τα μάτια της έπεσαν για μια ακόμη φορά στο έγγραφο που μόλις είχε διαβάσει για δεύτερη φορά μέσα σε μια ώρα. Ασυναίσθητα και με μια φανερή απογοήτευση ήπιε μια γρήγορη γουλιά από τον πρωινό καφέ της που είχε αρχίσει να χάνει τη γεύση του. Η μέρα δεν είχε ξεκινήσει καλά και ο λόγος δεν ήταν ο βροχερός καιρός μέσα στο κατακαλόκαιρο. Οι σύμβουλοί της επί των δημοσκοπήσεων δεν της είχαν φέρει καλά νέα. Η τεράστια διαφορά που προηγείτο το Χριστιανοδημοκρατικό κόμμα και οι σύμμαχοί του από τους σοσιαλδημοκράτες του Καγκελαρίου Γκέρχαρντ Σρέντερ στο τέλος Μαΐου είχε μέσα σε δεκαπέντε μέρες μειωθεί σχεδόν στο μισό.
Την περισυλλογή της διέκοψε το χτύπημα του εσωτερικού τηλεφώνου της. Επρόκειτο για το επόμενο ραντεβού μιας δύσκολης ομολογουμένως καλοκαιρινής μέρας. Η Άγκελα σκεφτόταν πως πιο δύσκολος ακόμη θα ήταν ο χειρισμός του ανθρώπου με τον οποίο είχε αμέσως τώρα συνάντηση.
Ο Πωλ Κίρχοφ μπήκε με γρήγορο βηματισμό στο μεγάλο επιβλητικό γραφείο και χαιρέτησε δια χειραψίας την υποψήφια Καγκελάριο. Από την πρώτη στιγμή διαισθάνθηκε την αλλαγή στη στάση της. Μολονότι αντάλλαξαν μερικές τυπικές κουβέντες για τον καιρό η Άγκελα απέφυγε πολλές φορές να τον κοιτάξει στα μάτια.
«Λοιπόν, μου ζητήσατε την αντίκρουση στην κριτική που άσκησε τις προηγούμενες μέρες το SPD. Εδώ έχω, όπως μου ζητήσατε, ένα αναλυτικό υπόμνημα για σας και την ομάδα πολιτικού σχεδιασμού και μια πιο συνοπτική εκδοχή του για την επικοινωνιακή ομάδα και όσους θα βγουν να μιλήσουν στα μέσα μαζικής ενημέρωσης ή θα κάνουν δημόσιες ομιλίες. Σας διαβεβαιώ ότι δεν μου ήταν καθόλου δύσκολο. Πέρα από τα συνθήματα και τις κραυγές περί κοινωνικής αδικίας ούτε ένα σημείο απ’ όσα υποστηρίζουν δεν τεκμηριώνεται με βάση τα νούμερα. Η πολιτική τους, όπως προκύπτει από τα δημοσιευμένα στοιχεία του δικού τους Υπουργείου Οικονομικών, οδηγεί τόσο σε τοπικό όσο και σε ομοσπονδιακό επίπεδο σε μεγάλη απώλεια εσόδων, χωρίς να κερδίζουμε τίποτε υπέρ των χαμηλών εισοδημάτων στο μέτωπο της κοινωνικής δικαιοσύνης. Για να μην αναφερθώ στη γραφειοκρατία του φορολογικού μας συστήματος και στην τεράστια φοροδιαφυγή που προκαλείται από τους υψηλούς φορολογικούς συντελεστές. Η υψηλή φορολογία του Γερμανικού κράτους με ανώτατο φορολογικό συντελεστή 47,5% είναι η καλύτερη πολιτική για να αυξήσουν τα κρατικά έσοδά τους το Λιχτενστάιν, η Ελβετία και το Λουξεμβούργο, αλλά και οι γειτονικές μας πρώην κομμουνιστικές χώρες. Πρόκειται για αφροσύνη. Στον Πίνακα V έχουμε μελετήσει τις θετικές επιπτώσεις για την οικονομία μας από τον επαναπατρισμό των κεφαλαίων των Γερμανών φορολογουμένων μόλις υιοθετηθεί ο ενιαίος φορολογικός συντελεστής.»
Ένα νευρικό και αμήχανο μειδίαμα σχηματίστηκε στο πρόσωπο της πρώτης γυναίκας υποψήφιας Καγκελαρίου στην ιστορία της Γερμανίας καθώς έβλεπε σχεδόν εκστασιασμένο τον εξηντάρη καθηγητή της Χαϊδελβέργης.
«Καθηγητά, φοβούμαι ότι κάναμε –μάλλον έκανα, γιατί δεν μπορώ να ρίξω σε σας το φταίξιμο‒ ένα μεγάλο λάθος. Δεν υπολόγισα το πόσο χαρισματικός λαϊκιστής είναι ο Σρέντερ, ο Στάινμπρουκ και το επιτελείο τους και πόσο αθεράπευτα επιρρεπής στον λαϊκισμό παραμένει η γερμανική κοινωνία. Μάλλον βιάστηκα να ανακοινώσω ότι σε περίπτωση εκλογικής μας νίκης ο επόμενος υπουργός Οικονομικών θα είστε εσείς. Από εκείνη τη στιγμή όλα τα επικοινωνιακά πυρά του SPD επικεντρώθηκαν στο πρόσωπό σας και στις ρηξικέλευθες το δίχως άλλο προτάσεις σας για την επιβολή αναλογικής φορολογίας και απλοποίησης του φορολογικού μας συστήματος.».
«Η απάντηση στο SPD, την Αριστερά και στους όχι λιγότερο κρατιστές του CDU είναι η εξής: Η πρότασή μας ξεκινά από την αποδεδειγμένη διαπίστωση ότι το Γερμανικό φορολογικό σύστημα είναι πολύπλοκο και γραφειοκρατικό, ίσως όχι τόσο πολύπλοκο όπως άλλων ευρωπαϊκών κρατών (Ελλάδας, Ιταλίας, Γαλλίας κ.λπ.), αλλά οπωσδήποτε μακριά από τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ. Οι φορολογούμενοι καταντούν όμηροι εκατοντάδων δυσνόητων φορολογικών διατάξεων που μόνο ειδικοί μπορούν να ερμηνεύσουν. Αυτό επιφέρει σημαντική απώλεια παραγωγικού χρόνου για τους φορολογούμενους, οι οποίοι δεν μπορούν να κατανοήσουν τη λειτουργία του φορολογικού συστήματος. Σε συνδυασμό με τους υψηλούς φορολογικούς συντελεστές πολλοί αποθαρρύνονται από την ανάληψη επιχειρηματικού ρίσκου ή νέων επιχειρηματικών πρωτοβουλιών που θα δημιουργήσουν νέες θέσεις εργασίας και πρόσθετο εγχώριο προϊόν.
Η πρότασή μας είναι απλή και κατανοητή. Για όλα τα εισοδήματα, ανεξαρτήτως ύψους και πηγής, καθιέρωση ενός ενιαίου συντελεστή 25% στη θέση των πολλών σημερινών συντελεστών. Για όλους τους φορολογουμένους καθορίζεται προσωπικό αφορολόγητο 8.000 ευρώ. Πέραν του ελάχιστου αυτού ποσού τα πρώτα 5.000 ευρώ θα φορολογούνται στο 60% και τα επόμενα 5.000 ευρώ θα φορολογούνται στο 80%, κάθε φορολογούμενος θα γνωρίζει ακριβώς τι φόρο πρέπει να πληρώσει χωρίς να ξέρει ανώτερα μαθηματικά, χωρίς τη συνδρομή ειδικών...».
Πριν προλάβει να τελειώσει τη φράση του η Άγκελα Μέρκελ τον διέκοψε:
«Οι σύμβουλοι επικοινωνίας, καθώς και κάποιοι από το οικονομικό μας επιτελείο ισχυρίζονται ότι η πρόταση κάνει πολύ κακό στο κόμμα και στην εκλογική μας εκστρατεία. Είναι σαν να λέμε ότι χαρίζουμε λεφτά στους πλούσιους με μια πρόταση που κανένα σύγχρονο κράτος δεν έχει υιοθετήσει, και...».
Ο Κίρχοφ πετάχτηκε από την καρέκλα του φανερά εκνευρισμένος και διακόπτοντας τη συνομιλήτριά του παρατήρησε: «Ας ξεκινήσω από το τελευταίο επιχείρημα. Στο υπόμνημα που έχετε στα χέρια σας, αναφέρω τις χώρες όπου εφαρμόζεται αναλογική φορολογία. Διαβάζω: Εσθονία (21%), Ουγγαρία (16%), Λιθουανία (15%), Τσεχία (15% και 22%), Σλοβακία (19% και 25%), Καζακστάν (10%), Ρωσία (13%), Ουκρανία (15%), Λετονία (25%), Βουλγαρία (10%) κ.λπ.. Επίσης αρκετές πολιτείες των ΗΠΑ έχουν υιοθετήσει με επιτυχία αναλογική φορολογία, με αποτέλεσμα λόγω του φορολογικού ανταγωνισμού να προσελκύουν αρκετούς Αμερικανούς φορολογούμενους να εγκατασταθούν σ’ αυτές· μεταξύ άλλων σας αναφέρω το Κολοράντο, το Μίσιγκαν, την Αλμπέρτα, το Ιλινόις κ.ο.κ.
Πάμε στη δεύτερη παρατήρηση, χαρίζουμε λεφτά στους πλούσιους; Αυτοί που ισχυρίζονται κάτι τέτοιο δεν έχουν καμία σχέση με την οικονομική επιστήμη. Οι φόροι επηρεάζουν τα κίνητρα όλων μας, των φτωχών και των πλούσιων, όσων είναι ήδη στην αγορά και όσων σκέφτονται να ξεκινήσουν μια επιχειρηματική δραστηριότητα. Η οικονομική ανάλυση έχει αποδείξει ότι ο φορολογούμενος επενδύει καλύτερα τα χρήματά του σε σχέση με το κράτος. Η υψηλή φορολογία αποθαρρύνει τους ανθρώπους να επενδύσουν, να ρισκάρουν, να καινοτομήσουν. Τα ξένα κεφάλαια δεν επιλέγουν τη χώρα μας. Εξαιτίας των φόρων μειώνεται η αποταμίευση, η παραγωγική οικονομία στερείται τα χρήματα που χρειάζεται, όσοι είναι εργοδότες δεν προσλαμβάνουν περισσότερους εργαζόμενους, ενώ κάποιοι αποφασίζουν ότι δεν θέλουν καν να ανοίξουν μια επιχείρηση. Στο τέλος οι φόροι επιδρούν αρνητικά στην αύξηση των πραγματικών μισθών…».
«Ωστόσο ακόμη και δικά μας στελέχη ισχυρίζονται ότι οι πλούσιοι με την πρότασή σας θα πληρώσουν λιγότερα κι αυτό δεν είναι κοινωνικά δίκαιο…».
«Η Άγκελα έχει εισόδημα 100.000 ευρώ και ο Πωλ 10.000 ευρώ. Με τη σημερινή προοδευτική φορολογία η Άγκελα για 10 φορές μεγαλύτερο εισόδημα θα πληρώσει περίπου 218 φορές μεγαλύτερο φόρο εισοδήματος από τον Πωλ.
Με την πρότασή μας (flat tax) θα πλήρωνε 74 φορές μεγαλύτερο φόρο από τον Πωλ.
Στην πρώτη περίπτωση η έννοια της κοινωνικής δικαιοσύνης είναι απλώς μεταφυσική, καθώς στην πράξη εμποδίζεται η συσσώρευση κεφαλαίου, ενθαρρύνεται η φοροδιαφυγή, εγκαταλείπουν τη Γερμανία οι παραγωγικότεροι πολίτες…»
«Αυτά τα λέτε εσείς, κύριε καθηγητά, αλλά ρίξτε μια ματιά στις τελευταίες δημοσκοπήσεις. Ο κόσμος δεν έχει στο μυαλό του τις πληροφορίες που έχετε εσείς. Δεν μπορεί να αντιληφθεί ότι οι φόροι δεν αναπληρώνονται στις τσέπες των φορολογούμενων, ότι είναι αναντικατάστατα κεφάλαια της πραγματικής οικονομίας. Αισθάνομαι πολύ άσχημα αυτή τη στιγμή. Δεν θέλω στη ζωή μου να είμαι ανακόλουθη και…».
«Μην κουράζεστε, καταλαβαίνω πολύ καλά τη θέση σας. Μπορεί να με κάνει να θυμώνω λίγο, αλλά την κατανοώ. Δεν είμαι βέβαιος άλλωστε ότι θα ήμουν ο κατάλληλος Υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας, τουλάχιστον για πολύ καιρό…».
«Δεν έχει να κάνει με την αξία σας, ίσως να θεωρείτε ότι σας αδικώ, ξέρετε όμως πόσο σας εκτιμώ ως επιστήμονα και…».
«Το ξέρω, για μένα ήταν πολύ μεγάλη τιμή να δεσμευθείτε ότι εάν εκλεγείτε θα μου αναθέσετε το χαρτοφυλάκιο του Υπουργού των Οικονομικών. Σας διαβεβαιώ επίσης ότι δεν θεωρώ πως αδικούμαι. Θα μπορούσα για τον ίδιο λόγο κι εγώ να αρνηθώ την προσφορά σας χωρίς να σας αδικώ. Έχω σημαντικές ακαδημαϊκές υποχρεώσεις που με περιμένουν».
Ο παραπάνω διάλογος δεν είναι πραγματικός. Τα γεγονότα όμως το καλοκαίρι του 2005 στη Γερμανία κάπως έτσι εκτυλίχθηκαν. Στις 18 Σεπτεμβρίου η Μέρκελ κέρδισε οριακά τις εκλογές, αφού προηγουμένως είχε απαλλαγεί από τον Πωλ Κίρχοφ και τις ενοχλητικές φιλελεύθερες ιδέες του. Δεν ξέρω ποιος από τους τρεις έχασε, η Μέρκελ, ο Κίρχοφ ή η Γερμανία.
* Ο Τάσος Ι. Αβραντίνης είναι αντιπρόεδρος της Δράσης.
Δημοσίευση: Ιουνίου 03, 2017
- Κατηγορία:
ΑΠΟΨΕΙΣ
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Τα θέματα των αναρτήσεων δεν εκφράζουν απαραίτητα και τις απόψεις των διαχειριστών και των συντακτών του ιστολογίου μας. Τα σχόλια εκφράζουν τις απόψεις των σχολιαστών και μόνο αυτών.
Σχόλια που περιέχουν ύβρεις ή απρεπείς χαρακτηρισμούς διαγράφονται κατά τον έλεγχο από την ομάδα διαχείρισης. Ευχαριστούμε.