Η ‘ανυπαρξία΄ του Ελληνικού Τραπεζικού Συστήματος, είναι μια πραγματικότητα. Όπως και οι ολέθριες συνέπειές της. Που επιτείνουν και ταυτόχρονα αποτελούν μια από τις γενεσιουργές αιτίες της οικονομικής ύφεσης. Κι όλα αυτά παρά τις δημοσιονομικές θυσίες που μέχρι σήμερα έχουν γίνει. Κολοσσιαίου πραγματικά μεγέθους. Αφορούν τις τέσσερις ανακεφαλαιοποιήσεις. Που ήρθαν να καλύψουν τα αδικαιολόγητα κενά. Αποτέλεσμα άφρονων επιλογών στο τομέα κυρίως της χορήγησης δανείων. Χωρίς ουσιαστικές εξασφαλίσεις. Ή με υπερτιμημένες αποτιμήσεις. Τόσο της προσδοκώμενης απόδοσης και αξίας της χρηματοδοτούμενης δράσης, όσο και των όσων παρέχονταν –αν παρέχονταν- σε εξασφάλισή της.
Από κοντά και οι πολιτικές σκοπιμότητες. Που κατέστησαν τις Τραπεζικές χορηγήσεις, εργαλείο άσκησης πολιτικής. Και πάνω από όλα το προσωπικό συμφέρον. Όσων ενέκριναν, όσων διέταζαν ή αξίωναν και όσων εισέπρατταν. Χωρίς να παραγνωρίζονται και οι ολέθριες συνέπειες από το κούρεμα των ομολόγων. Που και πάλι ήταν σε μεγάλο βαθμό αποτέλεσμα του σαθρού υπόβαθρου και σημείων αναφοράς του Τραπεζικού Συστήματος. Που επιβεβαίωνε αν δεν καταδείκνυε την εικόνα μιας αναιμικής οικονομίας.
Στη δεδομένη μάλιστα χρονική συγκυρία, μετέτρεψε την κρίση δανεισμού σε κρίση χρέους. Και τον λογαριασμό τον ‘πλήρωσε’ και τον ‘πληρώνει’ το δημόσιο και ο φορολογούμενος. Τόσο μέσα από τη δυσβάσταχτη κάλυψη των ανακεφαλαιοποιήσεων , όσο και μέσα από την ολοένα και επαχθέστερη και τελικά μη λειτουργική εξυπηρέτηση των τραπεζικών δανείων, που αφορά μια μεγάλη μερίδα φορολογουμένων.
Μια εικόνα αυτοτροφοδοτούμενης και αέναης κρίσης. Ένας φαύλος κύκλος. Μια κατάσταση αδιεξόδου. Που μπορεί να αποτελέσει το πρόπλασμα και το εκκολαπτήριο για παράκαμψη κανόνων. Και επιλογές με τεράστιο οικονομικό διακύβευμα. Με την επίκληση αυτών ακριβώς των ‘εξαιρετικών συνθηκών’. Που οι ίδιοι παράγοντες παθογένειας δημιουργήσουν και ταυτόχρονα διαμορφώνουν τους όρους για τους ίδιους ή νέους επιτήδειους να καρπωθούν. Μέσα σε όρους αυτοεκπληρούμενης προφητείας.
Η πρόσφατη ανακοίνωση της EUROBANK για πώληση ‘κόκκινων’ δανείων της-μη εξυπηρετούμενων δηλαδή δανείων της- στην τιμή του 3% της ονομαστικής αξίας τους ‘σε επενδυτικό κεφάλαιο’, προκαλεί σε πρώτο χρόνο προβληματισμό. Και σίγουρα απαιτεί μεγαλύτερη μελέτη και αξιολόγηση. Τόσο λόγω του ύψους της συναλλαγής (περί το 1,5 δισεκατομμύριο), όσο και σε σχέση με τους όρους πραγματοποίησης αυτής.
Όπως και για τις τυχόν ευθύνες-ποινικές, αστικές και άλλες-όσων σχεδίασαν και συνέπραξαν στην πραγματοποίηση της συναλλαγής αυτής, όπως επίσης και όσων με πράξεις ή παραλείψεις, σε εποπτικό και θεσμικό επίπεδο, διευκόλυναν ή διευκολύνουν την ολοκλήρωσή της. Κατ’ αρχήν είναι αναγκαίο να διευκρινισθεί για να μην αδικηθούν άνθρωποι, το αν η αξία των πωληθέντων δανείων είναι η πραγματική ή η λογιστική, μέσα από μια αυτοποιημένη διαδικασία τόκων, επανατοκισμών και προσαυξήσεων, που έχουν αναγάγει την αρχική οφειλή σε δυσθεώρητα και αναντίστοιχα με την πραγματικότητα και την προοπτική αποπληρωμής της ύψη.
Εν συνεχεία και το κυριότερο πρέπει να διευκρινισθεί το αν οι όροι απόκτησης των δανείων αυτών σε ποσοστό της τάξης του 3% της αξίας τους, προτάθηκαν-ή ίδιοι ή λειτουργικά παραπλήσιοι- στους ενδιαφερόμενους δανειολήπτες. Είναι μια μέριμνα, που στο πλαίσιο της καλής πίστης, κατ’ αρχήν μια συστημική τράπεζα, που απολαμβάνει της θέσης της ως εκ της σχέσης εμπιστοσύνης, σε καίριο βαθμό, με τις Τραπεζικές και ελεγκτικές αρχές, οφείλει να επιδείξει έναντι των πελατών και δανειοληπτών της.
Που σε κάθε περίπτωση αντιπροσωπεύουν μια ‘κρίσιμη μάζα’ των φορολογουμένων, που έχουν επωμισθεί το βάρος της ανακεφαλαιοποίησης των Τραπεζών. Και που οι μέχρι σήμερα καταβολές τους για τα δάνειά τους, όποιου βαθμού και ύψους και να είναι αυτές, έχουν επηρεάσει γενικότερα την απόδοσή τους στην πραγματική οικονομία και τις συνθήκες υφεσιακής πίεσης. Ενδεχόμενα επιχειρήματα ότι το ποσοστό του 3% αφορά ομαδοποιήσεις δανείων, που πολλά από αυτά δεν υπήρχε οποιαδήποτε δυνατότητα αποπληρωμής ή αξιοποίησής τους, δεν μπορούν να είναι εξ αυτού και μόνο του λόγου πειστικά ή αποδεκτά.
Θα πρέπει να αποδειχθεί ότι προηγήθηκε προεργασία σε βάθος, διερευνήθηκαν οι δυνατότητες των δανειοληπτών, επιχειρήθηκαν συνδυασμοί ‘πωλήσεων δανείων’ σε ομάδες δανειοληπτών και υπήρχε σχεδιασμός για ισοδύναμη τουλάχιστον εξυπηρέτηση των απαιτήσεων της Τράπεζας, σε σχέση με τη συμφωνία που ανακοινώθηκε για πώληση δανείων ύψους 1,5 δισεκατομμυρίου ευρώ σε τιμή ίση με ποσοστό 3% της αξίας τους. Αντίστοιχες πρακτικές προεργασίας και αναλογιστικών μελετών πρέπει να ακολουθηθούν σε κάθε άλλη επιχειρούμενη ‘πώληση δανείων’ στο μέλλον. Και στην αποτίμηση βέβαια και αυτής που ανακοινώθηκε.
Ο προβληματισμός για ενδεχόμενη απιστία κατά τον Ποινικό Κώδικα και σε πρώτο τουλάχιστον χρόνο είναι εύλογος. Αλλά και από πλευράς δανειοληπτών , η μεταβολή του προσώπου ως προς το οποίο είναι υπόχρεοι συνιστά μια ριζική μεταβολή των όρων με βάση τους οποίους σχεδίασαν να πάρουν το δάνειό τους. Και θα έπρεπε αντίστοιχα και για τον λόγο αυτό να ερωτηθούν και να διερευνηθεί το κατά πόσον ήταν σε θέση να υποκαταστήσουν με τους ίδιους ή παραπλήσιους όρους τον υποψήφιο αγοραστή. Ειδικά στην περίπτωση αυτή είναι αναγκαίο να γνωστοποιηθούν και ‘οι εξασφαλίσεις, ιδίως οι εμπράγματες’, που τυχόν υπάρχουν για τα πωληθέντα δάνεια. Αλλά και από πλευράς ‘κοινωνικής πολιτικής’ και ανεξάρτητα από το κατά πόσον αυτή συμβατικά δεσμεύει το οποιοδήποτε Τραπεζικό Ίδρυμα-που στη περίπτωση ειδικά που έχει τύχει ανακεφαλαιοποίησης με χρήματα του κρατικού κορβανά άμεσα το επηρεάζει αν δεν καθορίζει τις επιλογές του- είναι αδιαμφισβήτητο ότι θα έπρεπε να αναζητηθούν λύσεις, που θα περιλαμβάνουν τους δανειολήπτες και την οικονομική τους προοπτική. Μια τέτοια επιλογή συνδράμει καίρια στη διασφάλιση και εμπέδωση της κοινωνικής ειρήνης, που με τη σειρά της αποτελεί θεμελιώδη προϋπόθεση για την οικονομική ανάταση και ανάπτυξη.
Η πώληση των ‘κόκκινων’ δανείων, που πρόσφατα ανακοινώθηκε, με τους όρους που είδαν το φως της δημοσιότητας, δεν επισφραγίζει τη συναλλαγή, αλλά ‘ανοίγει’ τη συζήτηση ελέγχου και αποτίμησής της. Αποτελεί και το έναυσμα για τη διαμόρφωση ενός λειτουργικού, θεσμικά και κοινωνικά αποδεκτού πλαισίου για τις αντίστοιχες συναλλαγές και αποφάσεις, που πρέπει να ακολουθήσουν για την ενεργοποίηση του Τραπεζικού συστήματος και την επανεκκίνηση της Οικονομίας.
Τα θέματα των αναρτήσεων δεν εκφράζουν απαραίτητα και τις απόψεις των διαχειριστών και των συντακτών του ιστολογίου μας. Τα σχόλια εκφράζουν τις απόψεις των σχολιαστών και μόνο αυτών.
Σχόλια που περιέχουν ύβρεις ή απρεπείς χαρακτηρισμούς διαγράφονται κατά τον έλεγχο από την ομάδα διαχείρισης. Ευχαριστούμε.