Ποιο μέλλον με αυτό το κομματικό σύστημα;
Γράφει ο Γιάννης Λούλης
Το ότι η Μεταπολίτευση συνεχίζεται, ατάραχα, δεν είναι φυσικά ένα θετικό γεγονός. Αν μπαίναμε σε μια νέα εποχή, θα ήταν δυνατόν να είμαστε πιο αισιόδοξοι. Ομως κάτι τέτοιο δεν φαίνεται στον ορίζοντα. Αντιθέτως, συνεχίζουμε να βιώνουμε μία ακόμη φάση μιας, κατά βάση, παρακμιακής περιόδου – με εξαίρεση το εντυπωσιακά ελπιδοφόρο ξεκίνημά της. Θα μπορούσε κάποιος να θεωρήσει την εκλογική εκτίναξη του Αλέξη Τσίπρα από την περιφέρεια της πολιτικής στο κέντρο της, ως μια νέα αρχή; Η απάντηση είναι προφανώς αρνητική. Οσα αντιπροσωπεύει ο νεότερος πρωθυπουργός της περιόδου αυτής αποτελεί απλή συνέχειά της. Γι’ αυτό άλλωστε, το ότι και ο ίδιος γερνά πολιτικά, δεν είναι παράδοξο. Διότι είναι γνήσιο τέκνο της Μεταπολίτευσης.
Στο άρθρο αυτό δεν αναλύουμε μια ολόκληρη εποχή, κάτι που αποτελεί άλλωστε το αντικείμενο του τελευταίου βιβλίου μου. Γυρίζουμε κατ’ ανάγκη πίσω στον χρόνο για να αναζητήσουμε τι επιφυλάσσει το μέλλον για τον τόπο. Εξάλλου, το παρελθόν μάς προσφέρει χρήσιμο υλικό για τη διαδρομή του κομματικού συστήματος από την οποία, άλλωστε, κρίνονται πολλά.
Είναι γνωστό πως το ξεκίνημα της Μεταπολίτευσης υπήρξε ιδανικό. Ηταν η μεγάλη εξαίρεση στην όλη διαδρομή. Η δημοκρατική μετάβαση, που ανέλαβε να πραγματοποιήσει ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, αποτέλεσε μοντέλο για αντίστοιχες μεταβάσεις στην Ευρώπη και στη Λατινική Αμερική. Η Ελλάδα μπήκε, χάρη στην επιτυχία αυτή, πριν από την Ισπανία και την Πορτογαλία, στην ΕΟΚ. Μετά όλα στράβωσαν.
Αντίθετα, όμως, από την Ισπανία και την Πορτογαλία, που είχαν μακροχρόνιες δικτατορίες, και ξεκίνησαν τα δημοκρατικά τους εγχειρήματα με φρέσκο και σύγχρονο πολιτικό προσωπικό, η χώρα μας επανέφερε τους παλαιούς πολιτικούς με όλα τα αμαρτήματά τους. Με αυτό το πολιτικό προσωπικό, η Ελλάδα, από υπόδειγμα για την Ευρώπη, κατέστη παράδειγμα προς αποφυγή. Οι λόγοι ήταν πολλοί: Ανεύθυνη, σχεδόν αυτοκτονική, οικονομική διαχείριση. Ενα «αποτυχημένο κράτος» (failed state), απόλυτα κομματικοποιημένο.
Ο δημιουργός και προστάτης του κράτους αυτού ήταν τα κόμματα, που το θεωρούσαν φέουδό τους. Επιπροσθέτως, πολιτικοί και κόμματα διαποτίστηκαν από μια πρωτοφανή, για τα ευρωπαϊκά δεδομένα, κουλτούρα πόλωσης. Η συναίνεση έγινε αγαθό εν ανεπαρκεία ακόμη και στις πιο δύσκολες στιγμές της χώρας.
Οι «ρίζες του κακού» διαμορφώθηκαν σε βάθος χρόνου. Εγιναν αναπόσπαστο τμήμα της πολιτικής και κομματικής ζωής. Οι αντιπολιτεύσεις, ειδικά την περίοδο της οικονομικής κρίσης, προσέφευγαν στη σύγκρουση, στον λαϊκισμό και στην ανευθυνότητα. Γενικότερα, η κουλτούρα πόλωσης είχε ως αφετηρία τη σφραγίδα του πιο ταλαντούχου πολιτικού όλης της περιόδου. Του Ανδρέα Παπανδρέου. Λόγω των ικανοτήτων του (γνώσεις, χαρισματική προσωπικότητα) αποτελούσε μεγάλη ευκαιρία για τον τόπο. Επειδή, όμως, ήταν λαϊκιστής (και άρα de facto πολωτικός) αποδείχθηκε μοιραίος. Ξεκίνησε τον εκτροχιασμό της οικονομίας. Ανοιξε πόρτες και παράθυρα στο «ζούμε πέρα από τα όριά μας». «Νομιμοποίησε» το φαινόμενο του λαϊκισμού. Μετέτρεψε το πελατειακό κράτος σε σκληρά κομματικό. Το έκανε βρόχο για τη χώρα.
Η Ν.Δ., ένα αναπαλαιωμένο κόμμα, έγινε μιμητής του Ανδρέα Παπανδρέου στο ταγκό της πόλωσης και στη διαιώνιση του κομματικού κράτους. Τα δύο παραδοσιακά κόμματα διαμόρφωσαν άρρωστους μικρόκοσμους. Αυτοί έπνιξαν ηγεσίες με καλές προθέσεις. Γενικώς, ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ., πριν ξεσπάσει η κρίση, έχασαν τον έλεγχο των δημοσιονομικών. Δεν υλοποίησαν αναγκαίες μεταρρυθμίσεις. Συντήρησαν το άρρωστο κράτος. Και έστρωσαν το χαλί στον Τσίπρα. Ο τελευταίος απείλησε τη χώρα με καταστροφή, ελέω του αυτάρεσκου Βαρουφάκη. Ευτυχώς, ο Τσίπρας ενηλικιώθηκε βιαίως, αλλά με κόστος για τη χώρα.
Και το μέλλον; Τι μας επιφυλάσσει; Η απάντηση περικλείεται σε ένα ερώτημα: Τι μέλλον μπορεί να έχει η χώρα με το παρόν κομματικό σύστημα και το υπάρχον πολιτικό προσωπικό; Τα κόμματα πλημμυρίζουν από στελέχη χωρίς στοιχειώδεις ικανότητες και με νοοτροπίες που συνδέονται με τα όσα έχει υποστεί ο τόπος. Οι μικρόκοσμοί τους απωθούν τους επιτυχημένους επαγγελματίες. Οι ηγεσίες είναι δέσμιες των κομμάτων τους. Δεν τολμούν να τα ανανεώσουν συθέμελα. Ισορροπούν μένοντας ακίνητες. Είναι μονίμως συγκρουσιακές, διότι το απαιτούν οι μικρόκοσμοί τους. Αν και παγκοσμίως, ο χώρος της πολιτικής περνά κρίση, στη χώρα μας ξύνουμε τον πάτο του βαρελιού. Την ίδια ώρα, οι πολίτες, αποστασιοποιούνται από την πολιτική και δεν εμπιστεύονται κανέναν. Ηδη διανύουμε τη χειρότερη φάση συσσωρευμένης τάσης για αρνητική ψήφο υπέρ του μικρότερου κακού.
Πολλές χώρες, που πνίγονται μέσα σε ένα τέλμα ανεπαρκούς πολιτικού προσωπικού, διαθέτουν τουλάχιστον, ως αντίβαρο, ισχυρές δομές. Τέτοιες δομές δεν διαθέτει η χώρα μας. Αυτές είναι σαθρές. Αρα, πορευόμαστε χωρίς δομές και με ένα παθογενές πολιτικό προσωπικό. Αυτό το προσωπικό είναι αδύνατο να αποδειχθεί πραγματικά μεταρρυθμιστικό. Να αλλάξει συθέμελα το άρρωστο κράτος. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να συμβεί μόνο αν άλλαζαν εκ βάθρων τα κόμματα. Μόνο έτσι μπορούν να αλλάξουν όλα τα άλλα. Πόσο πιθανό είναι όμως αυτό; Ζητούνται αφελείς που θα το πιστέψουν. Αλλά ούτε αυτοί είναι πλέον διαθέσιμοι.
* Ο κ. Γιάννης Λούλης είναι συγγραφέας του βιβλίου «Στις ρίζες του κακού: πώς και γιατί εκτροχιάστηκε η Μεταπολίτευση», που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Καστανιώτη. Τα τελευταία χρόνια εργάζεται, ως επικοινωνιολόγος, εκτός Ελλάδος.
Δημοσίευση: Ιανουαρίου 11, 2018 - Κατηγορία: ΑΠΟΨΕΙΣ
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Τα θέματα των αναρτήσεων δεν εκφράζουν απαραίτητα και τις απόψεις των διαχειριστών και των συντακτών του ιστολογίου μας. Τα σχόλια εκφράζουν τις απόψεις των σχολιαστών και μόνο αυτών.
Σχόλια που περιέχουν ύβρεις ή απρεπείς χαρακτηρισμούς διαγράφονται κατά τον έλεγχο από την ομάδα διαχείρισης. Ευχαριστούμε.