Υψηλές φορολογικές επιβαρύνσεις για τις οικογένειες που λαμβάνουν μέσο μισθό 900 ευρώ, σχεδόν ανύπαρκτη προνοιακή πολιτική και κακής ποιότητας εκπαίδευση είναι η εικόνα της σημερινής Ελλάδας, σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσίασε ο ΟΟΣΑ στην έκθεση «Going for Growth».
Την ίδια στιγμή, η Ελλάδα έχει τον τρίτο υψηλότερο ανώτατο συντελεστή, γεγονός που καταδεικνύει ότι και οι πολίτες με μεσαία και υψηλά εισοδήματα πληρώνουν τα τελευταία χρόνια ολοένα και περισσότερους φόρους (στοιχεία Eurostat).
Αντίθετα, στις περισσότερες χώρες του ΟΟΣΑ αλλά και της Ευρωζώνης τα τελευταία χρόνια μειώνονται οι φορολογικοί συντελεστές, τόσο για τα φυσικά πρόσωπα όσο και για τις επιχειρήσεις, ενώ αυξάνονται τα προνοιακά επιδόματα.
1. Η Ελλάδα για το 2017, σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, έχει τον τέταρτο υψηλότερο συντελεστή φυσικών προσώπων στην Ευρώπη. Συγκεκριμένα ο ανώτατος συντελεστής μαζί με την ειδική εισφορά αλληλεγγύης ανέρχεται στο 55%. Σε υψηλότερη θέση είναι η Σουηδία με τον συντελεστή να διαμορφώνεται στο 57,1%, η Δανία με 55,8% και η Πορτογαλία με 56,2%. Αντίθετα, η Βουλγαρία από το 2008 μέχρι και σήμερα διατηρεί σταθερό τον συντελεστή στο 10%. Στη χώρα μας, σε αντίθεση με τις περισσότερες χώρες της Ε.Ε., ο συντελεστής φορολόγησης των εισοδημάτων των φυσικών προσώπων αυξάνεται σταδιακά και συγκεκριμένα από 40% που ήταν το 2008 έχει φθάσει στο 55%.
Από το 2017 ο ανώτατος φορολογικός συντελεστής έχει φθάσει στο 45% και για τα εισοδήματα άνω των 200.000 ευρώ επιβάλλεται εισφορά αλληλεγγύης με συντελεστή 10%.
2. Ιδιαίτερα αυξημένη είναι και η φορολογία για τις οικογένειες με παιδιά. Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΟΣΑ, ένα ζευγάρι με μέσο μισθό (ο οποίος με βάση τα στοιχεία της Ε.Ε. ανέρχεται περίπου στα 850-800 ευρώ) και δύο παιδιά πληρώνει το 38,2% του εισοδήματός του στην εφορία. Αντίθετα, στην Ιρλανδία οι φορολογικές επιβαρύνσεις ανέρχονται στο 13,6%, ενώ ο μέσος όρος στις χώρες του ΟΟΣΑ δεν ξεπερνά το 30%.
3. Ακόμα χειρότερη είναι για τους ανέργους και δη για τους μακροχρόνια. Στην Ελλάδα ένας άνεργος θα λάβει κατά μέσον όρο επιδόματα που ανέρχονται στο 40% του εισοδήματος που λάμβανε ως εργαζόμενος. Το αντίστοιχο ποσό στη Τσεχία και στην Ιταλία ανέρχεται στο 72,8% του εισοδήματος, στην Ολλανδία στο 78,9% και στο Λουξεμβούργο στο 90,8%.
Μετά πέντε χρόνια στην Ελλάδα ο άνεργος δεν λαμβάνει επίδομα ανεργίας και συγκεκριμένα μετά την παρέλευση του πρώτου χρόνου. Ωστόσο, υπάρχουν διάφορα επιδόματα (τέκνων, πετρελαίου θέρμανσης) που μπορεί να πάρει από το ελληνικό Δημόσιο. Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΟΣΑ, ύστερα από πέντε χρόνια ένας άνεργος παίρνει σχεδόν το 6,6% του εισοδήματος που λάμβανε πριν απολυθεί. Αντίθετα, στην Τσεχία συνεχίζει να παίρνει το 54,8 του εισοδήματος, στο Λουξεμβούργο το 67,9% και στην Ολλανδία το 66,87%.
4. Η κακή εικόνα της Ελλάδας εμφανίζεται και στον χώρο της εκπαίδευσης. Στην έκθεση επισημαίνεται πως η Ελλάδα έχει μεν υψηλή αναλογία αποφοίτων λυκείου και πτυχιούχων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, αλλά έχει πάρα πολύ χαμηλές επιδόσεις σε σύγκριση με άλλα κράτη στην ποιότητα του εκπαιδευτικού συστήματος (με βάση τον δείκτη PIZA).
Προκόπης Χατζηνικολάου
Καθημερινή Δημοσίευση: Απριλίου 28, 2018 - Κατηγορία: ΑΠΟΨΕΙΣ
Τα θέματα των αναρτήσεων δεν εκφράζουν απαραίτητα και τις απόψεις των διαχειριστών και των συντακτών του ιστολογίου μας. Τα σχόλια εκφράζουν τις απόψεις των σχολιαστών και μόνο αυτών.
Σχόλια που περιέχουν ύβρεις ή απρεπείς χαρακτηρισμούς διαγράφονται κατά τον έλεγχο από την ομάδα διαχείρισης. Ευχαριστούμε.