Του Πανίκου Παναγιώτου
Είναι προτιμότερο να υπογράφονται συμφωνίες συνεργασίας παρά να επικρατούν εντάσεις και αψιμαχίες που εγκυμονούν σοβαρούς κινδύνους για την σταθερότητα.
Είναι προτιμότερο να βλέπεις ηγέτες «αντιμαχόμενων χωρών» να συναντώνται και να δίνουν προοπτική στην ειρήνη παρά να υπάρχει μόνιμη απειλή για την ασφάλεια.
Εάν όμως μια συμφωνία δεν στηρίζεται στο Διεθνές Δίκαιο και σε αξίες βαθιά θεμελιωμένες που διέπουν υγιείς διακρατικές σχέσεις, εάν δεν στηρίζεται στο σεβασμό της εδαφικής ακεραιότητας των κρατών και της πολιτιστικής κληρονομιάς των λαών, τότε δεν είναι μόνο άδικη, διάτρητη και παράνομη αυτή η συμφωνία, αλλά με την πάροδο του χρόνου θα επιφέρει ακριβώς το αντίθετο από το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα. Κι αυτό διαπιστώνεται με βάση την ιστορική εμπειρία.
Όταν συμφωνείς με τον κλεφτή των εδαφών σου ή του πολιτισμού σου να μοιραστείτε τα κλοπιμαία, αφήνοντάς του μάλιστα και ανοιχτό παράθυρο για το μέλλον ώστε να έχει τη δυνατότητα, όταν του το επιτρέψουν οι συνθήκες και οι ξένοι προστάτες του, να αρπάξει ακόμη περισσότερα, τότε για ό,τι πανηγυρίζεις σήμερα θα αποτελέσει αύριο την αφορμή, την αιτία, το «δώρο» για γεγονότα που θα είναι σε βάρος της πατρίδας σου.
Και βέβαια δεν ευθύνεσαι εσύ για το χθες, για λάθη, για υποχωρήσεις, για συμβιβασμούς, για ιστορικά εγκλήματα προκατόχων σου ή πολιτικών αντιπάλων σου που σήμερα εμφανίζονται υπερασπιστές των εθνικών δικαίων, ενώ άλλα είπαν ή έπραξαν κάποτε.
Την ίδια στιγμή όμως, δεν έχεις το δικαίωμα να «παίξεις» με λανθασμένες αποφάσεις του παρελθόντος, ούτε και με το διεθνές περιβάλλον που διαμορφώθηκε γύρω από το πρόβλημα, για να κάνεις μια συμφωνία με την οποία ο κλέφτης στην ουσία δεν επιστρέφει τίποτα από όσα οικειοποιήθηκε όλα αυτά τα χρόνια λόγω γεωπολιτικών συνθηκών και συγκρουόμενων συμφερόντων στην περιοχή, αλλά και εξαιτίας μόνιμης αδυναμίας της Ελλάδας να υπερασπιστεί μεθοδικά, ενωτικά, συγκροτημένα τα εθνικά συμφέροντά της.
Αξίζει να επισημανθεί μόνο ένα στοιχείο του περιεχομένου της συμφωνίας Αθηνών-Σκοπίων για να διαπιστωθεί ότι η Ελλάδα δεν παίρνει πίσω αυτά που καπηλεύεται η γείτονα χώρα της.
Συγκεκριμένα, στη δεύτερη και τρίτη παράγραφο αναφέρεται: «Η ιθαγένεια θα είναι Μακεδονική/Πολίτης της Δημοκρατίας της Βόρειας Μακεδονίας, όπως θα εγγράφεται σε όλα τα ταξιδιωτικά έγγραφα. Η επίσημη γλώσσα θα είναι η “μακεδονική γλώσσα” όπως αναγνωρίστηκε από την Τρίτη Συνδιάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για την τυποποίηση των γεωγραφικών ονομάτων που διεξήχθη στην Αθήνα το 1977, και περιγράφεται στο άρθρο 7 (3) και (4) της παρούσας συμφωνίας».
Σε κάθε κράτος-μέλος του ΟΗΕ, η ιθαγένεια είναι παράγωγο της ονομασίας του κράτους. Πώς γίνεται λοιπόν οι πολίτες της «Βόρειας Μακεδονίας» να έχουν ιθαγένεια «Μακεδονική» και όχι «Βορειομακεδονική»;
Άρα, εξασφαλίζεται στο ήμισυ ο γεωγραφικός προσδιορισμός και η λεγόμενη χρήση «erga omnes», αλλά το κυριότερο είναι ότι σε τελική ανάλυση οι Σκοπιανοί, πέρα από τα όσα μπορεί να αλλάξουν στο σύνταγμά τους και στην κρατική ονομασία τους, κατάφεραν για πρώτη φορά με τη συγκατάθεση της Ελλάδας να νομιμοποιήσουν τα κλεμμένα: ιθαγένεια, γλώσσα και ταυτότητα μακεδονική.
Σίγουρα, η επίλυση προβλημάτων και η εξομάλυνση των σχέσεων μεταξύ χωρών απαιτούν πολιτικό θάρρος, συμβιβαστικό πνεύμα και αμοιβαία αποδεκτές συμφωνίες.
Μια ρεαλιστική λύση όμως πρέπει να είναι στη βάση αρχών. Δεν θα αντέξει ούτε στο χρόνο ούτε στη συνείδηση των ανθρώπων όταν στηρίζεται πάνω σ’ ένα διαχρονικό ψέμα και όταν νομιμοποιεί την παρανομία, θεωρώντας την ως τετελεσμένο γεγονός.
Στο ίδιο πλαίσιο, με την ίδια νοοτροπία περί «αμοιβαίας συμφωνίας», επιδιώκεται η επίλυση του Κυπριακού, το οποίο είναι ένα θέμα διαφορετικών προεκτάσεων και στρατηγικής σημασίας, γιατί πρόκειται για εισβολή, κατοχή και καταστρατήγηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Υπάρχει όμως ένας κοινός παρονομαστής που αφορά τον τρόπο, τη μεθοδολογία και τις προωθούμενες λύσεις για τα δυο αυτά εθνικά ζητήματα του Ελληνισμού και σχετίζεται με: την ασάφεια, τη διαφορετική ερμηνεία των κειμένων από την κάθε πλευρά, την προτεραιότητα εξυπηρέτησης ξένων συμφερόντων σε βάρος των συμφερόντων Ελλάδας – Κύπρου και κυρίως τις συγκαλυμμένες γενναιοδωρίες προς τους κλέφτες.
Και μακάρι να ήταν γενναιοδωρίες που θα συνέβαλαν στη διασφάλιση της ειρήνης και στην καταπολέμηση του εθνικισμού.
Δυστυχώς, είναι γενναιοδωρίες που αποθρασύνουν ακόμη περισσότερο τους κλέφτες και τους λεηλάτες πολιτισμών, εδαφών και ανθρώπινων ψυχών.
HellasJournal
Είναι προτιμότερο να υπογράφονται συμφωνίες συνεργασίας παρά να επικρατούν εντάσεις και αψιμαχίες που εγκυμονούν σοβαρούς κινδύνους για την σταθερότητα.
Είναι προτιμότερο να βλέπεις ηγέτες «αντιμαχόμενων χωρών» να συναντώνται και να δίνουν προοπτική στην ειρήνη παρά να υπάρχει μόνιμη απειλή για την ασφάλεια.
Εάν όμως μια συμφωνία δεν στηρίζεται στο Διεθνές Δίκαιο και σε αξίες βαθιά θεμελιωμένες που διέπουν υγιείς διακρατικές σχέσεις, εάν δεν στηρίζεται στο σεβασμό της εδαφικής ακεραιότητας των κρατών και της πολιτιστικής κληρονομιάς των λαών, τότε δεν είναι μόνο άδικη, διάτρητη και παράνομη αυτή η συμφωνία, αλλά με την πάροδο του χρόνου θα επιφέρει ακριβώς το αντίθετο από το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα. Κι αυτό διαπιστώνεται με βάση την ιστορική εμπειρία.
Όταν συμφωνείς με τον κλεφτή των εδαφών σου ή του πολιτισμού σου να μοιραστείτε τα κλοπιμαία, αφήνοντάς του μάλιστα και ανοιχτό παράθυρο για το μέλλον ώστε να έχει τη δυνατότητα, όταν του το επιτρέψουν οι συνθήκες και οι ξένοι προστάτες του, να αρπάξει ακόμη περισσότερα, τότε για ό,τι πανηγυρίζεις σήμερα θα αποτελέσει αύριο την αφορμή, την αιτία, το «δώρο» για γεγονότα που θα είναι σε βάρος της πατρίδας σου.
Και βέβαια δεν ευθύνεσαι εσύ για το χθες, για λάθη, για υποχωρήσεις, για συμβιβασμούς, για ιστορικά εγκλήματα προκατόχων σου ή πολιτικών αντιπάλων σου που σήμερα εμφανίζονται υπερασπιστές των εθνικών δικαίων, ενώ άλλα είπαν ή έπραξαν κάποτε.
Την ίδια στιγμή όμως, δεν έχεις το δικαίωμα να «παίξεις» με λανθασμένες αποφάσεις του παρελθόντος, ούτε και με το διεθνές περιβάλλον που διαμορφώθηκε γύρω από το πρόβλημα, για να κάνεις μια συμφωνία με την οποία ο κλέφτης στην ουσία δεν επιστρέφει τίποτα από όσα οικειοποιήθηκε όλα αυτά τα χρόνια λόγω γεωπολιτικών συνθηκών και συγκρουόμενων συμφερόντων στην περιοχή, αλλά και εξαιτίας μόνιμης αδυναμίας της Ελλάδας να υπερασπιστεί μεθοδικά, ενωτικά, συγκροτημένα τα εθνικά συμφέροντά της.
Αξίζει να επισημανθεί μόνο ένα στοιχείο του περιεχομένου της συμφωνίας Αθηνών-Σκοπίων για να διαπιστωθεί ότι η Ελλάδα δεν παίρνει πίσω αυτά που καπηλεύεται η γείτονα χώρα της.
Συγκεκριμένα, στη δεύτερη και τρίτη παράγραφο αναφέρεται: «Η ιθαγένεια θα είναι Μακεδονική/Πολίτης της Δημοκρατίας της Βόρειας Μακεδονίας, όπως θα εγγράφεται σε όλα τα ταξιδιωτικά έγγραφα. Η επίσημη γλώσσα θα είναι η “μακεδονική γλώσσα” όπως αναγνωρίστηκε από την Τρίτη Συνδιάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για την τυποποίηση των γεωγραφικών ονομάτων που διεξήχθη στην Αθήνα το 1977, και περιγράφεται στο άρθρο 7 (3) και (4) της παρούσας συμφωνίας».
Σε κάθε κράτος-μέλος του ΟΗΕ, η ιθαγένεια είναι παράγωγο της ονομασίας του κράτους. Πώς γίνεται λοιπόν οι πολίτες της «Βόρειας Μακεδονίας» να έχουν ιθαγένεια «Μακεδονική» και όχι «Βορειομακεδονική»;
Άρα, εξασφαλίζεται στο ήμισυ ο γεωγραφικός προσδιορισμός και η λεγόμενη χρήση «erga omnes», αλλά το κυριότερο είναι ότι σε τελική ανάλυση οι Σκοπιανοί, πέρα από τα όσα μπορεί να αλλάξουν στο σύνταγμά τους και στην κρατική ονομασία τους, κατάφεραν για πρώτη φορά με τη συγκατάθεση της Ελλάδας να νομιμοποιήσουν τα κλεμμένα: ιθαγένεια, γλώσσα και ταυτότητα μακεδονική.
Σίγουρα, η επίλυση προβλημάτων και η εξομάλυνση των σχέσεων μεταξύ χωρών απαιτούν πολιτικό θάρρος, συμβιβαστικό πνεύμα και αμοιβαία αποδεκτές συμφωνίες.
Μια ρεαλιστική λύση όμως πρέπει να είναι στη βάση αρχών. Δεν θα αντέξει ούτε στο χρόνο ούτε στη συνείδηση των ανθρώπων όταν στηρίζεται πάνω σ’ ένα διαχρονικό ψέμα και όταν νομιμοποιεί την παρανομία, θεωρώντας την ως τετελεσμένο γεγονός.
Στο ίδιο πλαίσιο, με την ίδια νοοτροπία περί «αμοιβαίας συμφωνίας», επιδιώκεται η επίλυση του Κυπριακού, το οποίο είναι ένα θέμα διαφορετικών προεκτάσεων και στρατηγικής σημασίας, γιατί πρόκειται για εισβολή, κατοχή και καταστρατήγηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Υπάρχει όμως ένας κοινός παρονομαστής που αφορά τον τρόπο, τη μεθοδολογία και τις προωθούμενες λύσεις για τα δυο αυτά εθνικά ζητήματα του Ελληνισμού και σχετίζεται με: την ασάφεια, τη διαφορετική ερμηνεία των κειμένων από την κάθε πλευρά, την προτεραιότητα εξυπηρέτησης ξένων συμφερόντων σε βάρος των συμφερόντων Ελλάδας – Κύπρου και κυρίως τις συγκαλυμμένες γενναιοδωρίες προς τους κλέφτες.
Και μακάρι να ήταν γενναιοδωρίες που θα συνέβαλαν στη διασφάλιση της ειρήνης και στην καταπολέμηση του εθνικισμού.
Δυστυχώς, είναι γενναιοδωρίες που αποθρασύνουν ακόμη περισσότερο τους κλέφτες και τους λεηλάτες πολιτισμών, εδαφών και ανθρώπινων ψυχών.
HellasJournal
Τα θέματα των αναρτήσεων δεν εκφράζουν απαραίτητα και τις απόψεις των διαχειριστών και των συντακτών του ιστολογίου μας. Τα σχόλια εκφράζουν τις απόψεις των σχολιαστών και μόνο αυτών.
Σχόλια που περιέχουν ύβρεις ή απρεπείς χαρακτηρισμούς διαγράφονται κατά τον έλεγχο από την ομάδα διαχείρισης. Ευχαριστούμε.