Το Σύνταγμα δεν προσφέρεται για μικροπολιτική και η πιθανή αποτυχία θα είναι ασυγχώρητη για πολιτικούς και επιστήμονες
Aπό τον Γιώργο Κ. Στράτο
Είναι απίστευτη η ευκολία με την οποία στην πατρίδα μας γελοιοποιούμε ακόμη και τα σοβαρότερα πράγματα. Μια τέτοια περίπτωση συνιστά κατεξοχήν και η επικείμενη συζήτηση για την αναθεώρηση του Συντάγματος. Η επεξεργασία του θεμελιώδους νόμου του κράτους απαιτεί πρωτίστως μακρά περίσκεψη και προετοιμασία, νηφαλιότητα και τις ευρύτερες δυνατές συναινέσεις μεταξύ των κομμάτων.
Είναι περισσότερο από προφανές ότι κάτι τέτοιο δεν ισχύει εν προκειμένω. Η κυβέρνηση έβγαλε από τη φαρέτρα της ακόμη ένα όπλο για καθαρά επικοινωνιακούς λόγους, στην αρχή μιας μακράς προεκλογικής περιόδου που δυστυχώς προβλέπεται θυελλώδης και ενώ της είναι απολύτως σαφές ότι αλλαγή του Συντάγματος δεν μπορεί να γίνει χωρίς τη σύμφωνη γνώμη των δύο μεγάλων κομμάτων.
Ας θυμηθούμε συνοπτικά γιατί. Κατά πρώτον, η απόφαση αυτής της Βουλής προσδιορίζει ειδικά και δεσμευτικά τις υπό αναθεώρηση διατάξεις, αλλά δεν προσδιορίζει το ακριβές νέο περιεχόμενό τους, το οποίο αποτελεί έργο της επόμενης Βουλής.
Επιπροσθέτως, όποιες διατάξεις συγκεντρώσουν σε αυτή τη Βουλή 180 ψήφους, δηλαδή, πλειοψηφία τριών πέμπτων, τότε στην αναθεωρητική Βουλή, την επόμενη Βουλή δηλαδή, αρκεί για αυτές πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών, ήτοι 151 ψήφοι. Αντιθέτως, όποιες διατάξεις στην παρούσα Βουλή συγκεντρώσουν πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών αλλά όχι πλειοψηφία τριών πέμπτων, τότε στην αναθεωρητική Βουλή θα απαιτήσουν 180 ψήφους. Σημειωτέον, επίσης, ότι ανεξαρτήτως από την εκκίνηση της διαδικασίας στην παρούσα η επόμενη Βουλή είναι εκείνη η οποία κατά την πρώτη σύνοδό της θα αποφασίσει με την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των μελών της (151) αν θα είναι «αναθεωρητική».
Η Ν.Δ. προσέρχεται σήμερα στη διαδικασία με δική της πρόταση, αλλά δεν δεσμεύεται ότι θα καταστήσει αναθεωρητική την επόμενη Βουλή, αν εκείνη αναδειχθεί κυβέρνηση στις προσεχείς εκλογές. Πέρα όμως από τα τεχνικά ζητήματα, προκύπτουν σοβαρά θέματα ουσίας. Για παράδειγμα, ποιο είναι το περιεχόμενο της «Eκθεσης Δημόσιας Διαβούλευσης για τη Συνταγματική Αναθεώρηση» στην οποία θεωρητικά πρέπει να έχουν καταγραφεί οι απόψεις των κοινωνικών φορέων για τις αναθεωρητέες διατάξεις;
Αλλά και μεταξύ των κομμάτων υπάρχουν σοβαρές διαφορές ως προς αυτές. Υπάρχουν οι ώριμες διατάξεις, στις οποίες φαίνεται να υπάρχει σύγκλιση τόσο για την ανάγκη αναθεώρησης όσο και, σε γενικές γραμμές, για το περιεχόμενό της, όπως, για παράδειγμα, η ευθύνη των βουλευτών και των υπουργών. Κοντά σ’ αυτές ανήκουν και διατάξεις στις οποίες υπάρχει σύγκλιση για την ανάγκη αναθεώρησης, αλλά διαφωνία στο περιεχόμενό της, όπως το ασφαλές επενδυτικό περιβάλλον και οι αρμοδιότητες των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Υπάρχουν όμως και διατάξεις στις οποίες δεν υπάρχει σύγκλιση ούτε καν για να τεθούν σε αναθεώρηση από την παρούσα Βουλή, όπως το άρθρο 16 για το μονοπώλιο στην Ανώτατη Παιδεία και το άρθρο 3 για τις σχέσεις Κράτους - Εκκλησίας.
Σαφώς υπάρχουν ζητήματα, όπως η ευθύνη των υπουργών και η αποσύνδεση της εκλογής του Προέδρου της Δημοκρατίας από την τύχη της Βουλής, που θα πρέπει να αντιμετωπιστούν άμεσα. Σαφέστατα τα διδάγματα από την κρίση θα πρέπει να αποτυπωθούν στον καταστατικό χάρτη με τις επιβεβλημένες ρυθμίσεις που θα βελτιώσουν την ποιότητα της δημοκρατίας μας και θα αποτρέψουν, στο μέλλον, κάποια από τα φαινόμενα τα οποία την πλήγωσαν.
Πέρα και πάνω από αυτά, όμως, δεν θα πρέπει να μας διαφεύγει ότι το Σύνταγμα δεν προσφέρεται για μικροπολιτική.
Και δεδομένου ότι έχουμε ένα αρκετά καλό Σύνταγμα, η ευθύνη από μια αποτυχημένη αναθεωρητική πρωτοβουλία θα είναι μεγάλη και ασυγχώρητη και για τους πολιτικούς και για την επιστημονική μας κοινότητα.
Δημοκρατία
Aπό τον Γιώργο Κ. Στράτο
Είναι απίστευτη η ευκολία με την οποία στην πατρίδα μας γελοιοποιούμε ακόμη και τα σοβαρότερα πράγματα. Μια τέτοια περίπτωση συνιστά κατεξοχήν και η επικείμενη συζήτηση για την αναθεώρηση του Συντάγματος. Η επεξεργασία του θεμελιώδους νόμου του κράτους απαιτεί πρωτίστως μακρά περίσκεψη και προετοιμασία, νηφαλιότητα και τις ευρύτερες δυνατές συναινέσεις μεταξύ των κομμάτων.
Είναι περισσότερο από προφανές ότι κάτι τέτοιο δεν ισχύει εν προκειμένω. Η κυβέρνηση έβγαλε από τη φαρέτρα της ακόμη ένα όπλο για καθαρά επικοινωνιακούς λόγους, στην αρχή μιας μακράς προεκλογικής περιόδου που δυστυχώς προβλέπεται θυελλώδης και ενώ της είναι απολύτως σαφές ότι αλλαγή του Συντάγματος δεν μπορεί να γίνει χωρίς τη σύμφωνη γνώμη των δύο μεγάλων κομμάτων.
Ας θυμηθούμε συνοπτικά γιατί. Κατά πρώτον, η απόφαση αυτής της Βουλής προσδιορίζει ειδικά και δεσμευτικά τις υπό αναθεώρηση διατάξεις, αλλά δεν προσδιορίζει το ακριβές νέο περιεχόμενό τους, το οποίο αποτελεί έργο της επόμενης Βουλής.
Επιπροσθέτως, όποιες διατάξεις συγκεντρώσουν σε αυτή τη Βουλή 180 ψήφους, δηλαδή, πλειοψηφία τριών πέμπτων, τότε στην αναθεωρητική Βουλή, την επόμενη Βουλή δηλαδή, αρκεί για αυτές πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών, ήτοι 151 ψήφοι. Αντιθέτως, όποιες διατάξεις στην παρούσα Βουλή συγκεντρώσουν πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών αλλά όχι πλειοψηφία τριών πέμπτων, τότε στην αναθεωρητική Βουλή θα απαιτήσουν 180 ψήφους. Σημειωτέον, επίσης, ότι ανεξαρτήτως από την εκκίνηση της διαδικασίας στην παρούσα η επόμενη Βουλή είναι εκείνη η οποία κατά την πρώτη σύνοδό της θα αποφασίσει με την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των μελών της (151) αν θα είναι «αναθεωρητική».
Η Ν.Δ. προσέρχεται σήμερα στη διαδικασία με δική της πρόταση, αλλά δεν δεσμεύεται ότι θα καταστήσει αναθεωρητική την επόμενη Βουλή, αν εκείνη αναδειχθεί κυβέρνηση στις προσεχείς εκλογές. Πέρα όμως από τα τεχνικά ζητήματα, προκύπτουν σοβαρά θέματα ουσίας. Για παράδειγμα, ποιο είναι το περιεχόμενο της «Eκθεσης Δημόσιας Διαβούλευσης για τη Συνταγματική Αναθεώρηση» στην οποία θεωρητικά πρέπει να έχουν καταγραφεί οι απόψεις των κοινωνικών φορέων για τις αναθεωρητέες διατάξεις;
Αλλά και μεταξύ των κομμάτων υπάρχουν σοβαρές διαφορές ως προς αυτές. Υπάρχουν οι ώριμες διατάξεις, στις οποίες φαίνεται να υπάρχει σύγκλιση τόσο για την ανάγκη αναθεώρησης όσο και, σε γενικές γραμμές, για το περιεχόμενό της, όπως, για παράδειγμα, η ευθύνη των βουλευτών και των υπουργών. Κοντά σ’ αυτές ανήκουν και διατάξεις στις οποίες υπάρχει σύγκλιση για την ανάγκη αναθεώρησης, αλλά διαφωνία στο περιεχόμενό της, όπως το ασφαλές επενδυτικό περιβάλλον και οι αρμοδιότητες των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Υπάρχουν όμως και διατάξεις στις οποίες δεν υπάρχει σύγκλιση ούτε καν για να τεθούν σε αναθεώρηση από την παρούσα Βουλή, όπως το άρθρο 16 για το μονοπώλιο στην Ανώτατη Παιδεία και το άρθρο 3 για τις σχέσεις Κράτους - Εκκλησίας.
Σαφώς υπάρχουν ζητήματα, όπως η ευθύνη των υπουργών και η αποσύνδεση της εκλογής του Προέδρου της Δημοκρατίας από την τύχη της Βουλής, που θα πρέπει να αντιμετωπιστούν άμεσα. Σαφέστατα τα διδάγματα από την κρίση θα πρέπει να αποτυπωθούν στον καταστατικό χάρτη με τις επιβεβλημένες ρυθμίσεις που θα βελτιώσουν την ποιότητα της δημοκρατίας μας και θα αποτρέψουν, στο μέλλον, κάποια από τα φαινόμενα τα οποία την πλήγωσαν.
Πέρα και πάνω από αυτά, όμως, δεν θα πρέπει να μας διαφεύγει ότι το Σύνταγμα δεν προσφέρεται για μικροπολιτική.
Και δεδομένου ότι έχουμε ένα αρκετά καλό Σύνταγμα, η ευθύνη από μια αποτυχημένη αναθεωρητική πρωτοβουλία θα είναι μεγάλη και ασυγχώρητη και για τους πολιτικούς και για την επιστημονική μας κοινότητα.
Δημοκρατία
Τα θέματα των αναρτήσεων δεν εκφράζουν απαραίτητα και τις απόψεις των διαχειριστών και των συντακτών του ιστολογίου μας. Τα σχόλια εκφράζουν τις απόψεις των σχολιαστών και μόνο αυτών.
Σχόλια που περιέχουν ύβρεις ή απρεπείς χαρακτηρισμούς διαγράφονται κατά τον έλεγχο από την ομάδα διαχείρισης. Ευχαριστούμε.