Γράφει ο Γιάννης Γιγουτρσής, Φιλόλογος- ερευνητής, δίδαξε επί σειρά ετών στην Πατριαρχική Μεγάλη του Γένους Σχολή
Η πρόσφατη μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί όσο επώδυνη και δυσάρεστη εξέλιξη και αν είναι για πολλούς από εμάς, δεν είναι ένα ζήτημα που αφορά τις διμερείς σχέσεις Ελλάδας και Τουρκίας, δεν είναι μια ελληνοτουρκική διένεξη αλλά ένα ζήτημα με πολύ ευρύτερες διαστάσεις που σχετίζονται με τον προσανατολισμό της ίδιας της χώρας, την πορεία της, την σχέση της με τον δυτικό κόσμο, την Ευρώπη- βεβαίως και την Ελλάδα- και, ως εκ τούτου, θέτει ευρύτερα ζητήματα πολιτιστικής κληρονομιάς και διαθρησκειακών σχέσεων σε επίπεδο διεθνές και υπερθενικό.
Η υποβάθμιση του θέματος σε ζήτημα ελληνοτουρκικό σχετικοποιεί και εν τέλει « μικραίνει» το πολιτιστικό αυτό έγκλημα με τις πολλές πολιτικές, κοινωνικές και θρησκευτικές παραμέτρους. Επ’ ουδενί επίσης πρέπει να συνδέεται το ζήτημα με την τύχη των οθωμανικών – τουρκικών μνημείων και δη των τζαμιών στην Ελλάδα, στις μέρες μας. Άλλωστε δεν υπάρχει αντίστοιχο με την Αγία Σοφία οθωμανικό- τουρκικό μνημείο στην Ελλάδα που να μπορεί έστω και στο ελάχιστο να μπει σε σύγκριση με το μείζον αυτό μνημείο παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς
Μια μικρή αναδρομή:
Μετά τις ανακατατάξεις του περασμένου αιώνα, τους πολέμους της περιόδου 1912-1922 και την ανταλλαγή των πληθυσμών (1923) πρυτάνευσε, και από τις δύο πλευρές του Αιγαίου, η λογική της εθνικής ομογενοποιήσης που σήμαινε μεταξύ των άλλων το σβήσιμο της μνήμης «του άλλου».
Έτσι τοπωνύμια άλλαξαν, μνημεία γκρεμίστηκαν ή άλλαξαν χρήση, το σύνολο των νεκροταφείων και από τις δύο πλευρές καταστράφηκε Εξαίρεση βεβαίως οι περιοχές όπου ρητώς είχαν εξαιρεθεί από την ανταλλαγή ( ελληνική Θράκη αφενός, Κωνσταντινούπολη, Ίμβρος και Τένεδος αφετέρου).
Έκτοτε κύλησε πολύ νερό στο αυλάκι και πολλά πράγματα άλλαξαν. Ανάμεσά τους και ο τρόπος της αντιμετώπισης των μνημείων. Τις τελευταίες δεκαετίες στην Ελλάδα, αλλά και στην Τουρκία, άρχισε να υπάρχει περισσότερος σεβασμός στην πολιτιστική ετερότητα και κληρονομία και την διαχείριση της στον σύγχρονο κόσμο. Σε κάποιες περιπτώσεις, μάλιστα, το βυζαντινό και το οθωμανικό παρελθόν αντίστοιχα, αντιμετωπίστηκαν ως μια κοινή και εν τέλει παγκόσμια κληρονομιά, ως στοιχείο ενότητας των δύο λαών.
Η πορεία αυτή ωστόσο δεν είχε ούτε το ίδιο εύρος ούτε το ίδιο βάθος ούτε την ίδια συνέπεια ούτε την ίδια σοβαρότητα στις δύο χώρες που εν προκειμένου μας απασχολούν.
Μετά από την «χρυσή» πρώτη δεκαετία του αιώνα μας, ο προϊών νεο-ισλαμισμός και νεο-οθωμανισμός της Τουρκίας οδήγησε σε πολλούς τομείς την κοινωνία να κάνει βήματα πίσω, σε ό,τι αφορά τον εκσυγχρονισμό και τον εκδυτικισμό της. Επιστέγασμα κορυφαίο αυτής της οπισθοπορείας, με εξαιρετικά υψηλό συμβολισμό, αποτελεί η εσπευσμένη μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί.
Πρόκειται πάντως για μια κίνηση που, αν και έγινε πολύ γρήγορα στην τρέχουσα συγκυρία, είχε προετοιμαστεί μεθοδικά για χρόνια και κρατήθηκε ως κρυφό (και σχεδόν τελευταίο) χαρτί για το καθεστώς, έτοιμο να χρησιμοποιηθεί όταν κριθεί αναγκαίο.
Η Αγία Σοφία της Κωνσταντινούπολης έγινε τζαμί, αφού η κοινωνία ισλαμοποιήθηκε σταδιακά και σταθερά τα τελευταία χρόνια και το μοντέλο της μετατροπής βυζαντινών ναών- μουσείων σε τεμένη δοκιμάστηκε πρώτα, μεταξύ των άλλων, και σε διάφορες άλλες σημαντικές εκκλησίες της Αγίας Σοφίας: στη Βιζύη και την Αίνο της Θράκης, στην Νίκαια της Βιθυνίας, στην Τραπεζούντα του Πόντου.
Η ελληνική πολιτεία, από την άλλη έχει δείξει κατά τις τελευταίες δύο δεκαετίες μεγάλο και αυξανόμενο ενδιαφέρον για τα οθωμανικά μνημεία στην Ελλάδα, τα οποία αναστηλώνονται, προβάλλονται και σταδιακά ενσωματώνονται ως ένα κομμάτι της κληρονομιάς μιας πολιτισμένης χώρας του δυτικού κόσμου. Δεν το βλέπουν όλοι έτσι στην Ελλάδα με τα οθωμανικά μνημεία ούτε δείχνουν όλοι ενθουσιασμό, αλλά το βλέπουν όλο και περισσότεροι και πάντως η επίσημη στάση της πολιτείας έχει βελτιωθεί άρδην.
Δυστυχώς στην Τουρκία των τελευταίων χρόνων, παρά τα ελπιδοφόρα βήματα που έχουν γίνει, δεν ισχύει το ίδιο και στον ίδιο βαθμό ούτε με τα βυζαντινά-χριστιανικά, ούτε και με άλλα μνημεία πολιτιστικής ετερότητας. Υπάρχουν ακόμα μνημεία που αφήνονται στην τύχη τους ή καταστρέφονται, ή αναστηλώνονται με τρόπο απαράδεκτο που αλλοιώνει τον χαρακτήρα και την αυθεντικότητά τους.
Δυστυχώς η λογική της κατάκτησης, της κατάχρησης και της ιδιοποίησης της κληρονομιάς του άλλου καθώς και η εν γένει επιβολή ενός μοντέλου κοινωνικής και πολιτικής πρακτικής που βρίσκεται πολύ μακρυά από τις αξίες και τις αρχές αυτού που εμείς στην Ελλάδα και την Ευρώπη ονομάζουμε «πολιτισμό, δημοκρατία, ελευθερία,, σεβασμό στην ετερότητα κλπ», φαίνεται να είναι αυτό που κυριαρχεί στην πλειοψηφία της πολιτικής ηγεσίας της Τουρκίας. Φοβάμαι, δυστυχώς, πως για λόγους δημόσιας παιδείας, κοινωνικής και πολιτικής αγωγής, το ίδιο περίπου ισχύει αυτή την περίοδο και για την πλειοψηφία των Τούρκων πολιτών.
Η μειοψηφία που αντιτίθεται, δεν ακούγεται, απλά διότι, όπως ορθά επεσήμανε και ο νομπελίστας συγγραφέας Ορχάν Παμούκ, στην Τουρκία δεν υπάρχει πλέον αρκετή ελευθερία για να ακουστεί.
Η μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί με απόφαση του Προέδρου της χώρας Ταγίπ Ερντογάν είναι μία στιγμή σταθμός για την ιστορία του μνημείου, αλλά και την ίδιας της χώρας στην οποία βρίσκεται. Αποτελεί συγχρόνως ράπισμα προς τις αρχές της δημοκρατίας, της ελευθερίας, της ανεκτικότητας, του σεβασμού της ετερότητας, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και εν γένει τις αρχές του δυτικού πολιτισμού στον οποίο εμείς πιστεύουμε, εκπροσωπούμε και προς τον οποίο είχε κάνει στροφή και η Τουρκία τα τελευταία 100 περίπου χρόνια με τις ριζοσπαστικές μεταρρυθμίσεις του ιδρυτή του τουρκικού κράτους Κεμάλ Ατατούρκ και την πολιτική των διαδόχων του.
Η Αγία Σοφία υπήρξε ένα κτίσμα που από την στιγμή της σύλληψής του ως ιδέα από τον Μέγα Κωνσταντίνο και μέχρι σήμερα που μιλάμε λειτούργησε φέροντας υψηλούς συμβολισμούς. Ένας ναός για την Σοφία του Θεού πάνω στα ερείπια του ναού της Αρτέμιδος, όπως τον ήθελε ο Κωνσταντίνος, έγινε, επί Ιουστινιανού, ο μεγαλύτερος ναός της μιας και μόνης, κατά την βυζαντινή πολιτική αντίληψη, αυτοκρατορίας επί της γης, της ρωμαϊκής Οικουμένης. Λειτούργησε ως εκκλησία για 915 χρόνια και υπήρξε για 1000 περίπου χρόνια ο μεγαλύτερος ναός και το μεγαλύτερο σκεπαστό κτίριο στον κόσμο.
Ο Μωάμεθ ο Πορθητής την μετέτρεψε στο πρώτο τζαμί της δικής του Αυτοκρατορίας, προσπαθώντας να δείξει την συνέχεια με το παρελθόν της και να τονίσει συγχρόνως την ανωτερότητα της δικής του νέας εποχής. 1η Ιουνίου 1453 έγινε μέσα στον ναό η πρώτη μουσουλμανική προσευχή.
481 χρόνια μετά ο ιδρυτής της Τουρκικής Δημοκρατίας, Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ μετατρέπει το τζαμί σε μουσείο που αναδείκνυε και παρουσίαζε τόσο το χριστιανικό όσο και το ισλαμικό παρελθόν του ναού. Τα ψηφιδωτά αποκαλύπτονται, αλλά και ισχυρά ισλαμικά σύμβολα παραμένουν στον χώρο. Η Αγία Σοφία γίνεται σύμβολο ειρήνης, καταλλαγής, σύμβολο που παρουσιάζει με τρόπο συνθετικό και ενωτικό τους 15 αιώνες ζωής του κτιρίου και φέρνει κοντά λαούς και θρησκείες στο πλαίσιο μιας χώρας και μια κοινωνίας σύγχρονης, κοσμικής, δυτικότροπης , ανεξίθρησκης. Δυστυχώς τα θαύματα , ακόμα και αν δεν κρατήσουν μόνο τρεις μέρες, κάποτε τελειώνουν. Το θαύμα της Αγίας Σοφίας κράτησε 86 χρόνια.
Οι μεταρρυθμίσεις που επέβαλε ο Κεμάλ με σκοπό να εκσυγχρονίσει μια κοινωνία εν πολλοίς καθυστερημένη και υπανάπτυκτη και να οδηγήσει σε ένα κοσμικό κράτος δικαίου ευρωπαϊκού τύπου υπονομεύθηκαν στην ουσία του από τους ανάξιους διαδόχους του, τους κεμαλιστές, που ενεργούσαν , όπως ισχυρίζονταν, στο όνομα της κληρονομιάς του.
Η αντίδραση της ισλαμιστικής, συντηρητικής και πλειοψηφούσας τουρκικής κοινωνίας υπέβοσκε, αναπτυσσόταν λάθρα και τελικά ξεπήδησε και γιγαντώθηκε όταν της δόθηκε η ευκαιρία, εκμεταλλευόμενη τα λάθη και την δημοκρατική επίφαση του προηγούμενου καθεστώτος. Τώρα ήρθε η ώρα η σιωπηρή,κάποτε, πλειοψηφία να πάρει την ρεβάνς.
Η ισλαμοποίηση, η υπονόμευση αν όχι καταστροφή της κεμαλικής παράδοσης, η απομάκρυνση της Τουρκίας, και τύποις, από το πρότυπο του κοσμικού ευρωπαϊκού κράτους δικαίου δεν θα μπορούσε να βρει ισχυρότερη συμβολική έκφραση από την μετατροπή της Αγίας Σοφίας και πάλι σε τζαμί.
Αυτή τη φορά ωστόσο η Αγιά Σοφιά δεν θα είναι ο ναός σύμβολο για την κυρίαρχη θρησκεία μιας πολυεθνοτικής, πολυθρησκευτικής , πολυπολιτισμικής αυτοκρατορίας που απλώνεται σε τρεις ηπείρους, όπως ήταν η οθωμανική (και παλαιότερα η βυζαντινή) αλλά εκπροσωπεί την στροφή μιας κοινωνίας και μιας χώρας που επιλέγει να πορευτεί στο εξής, όλο και περισσότερο, με τον ακραίο εθνικισμό, τον συντηρητικό ισλαμισμό, την εσωστρέφεια, τον θρησκευτικό διαχωρισμό, τον πόλεμο των πολιτισμών, την μειωμένη ανεκτικότητα, την απομόνωση της διαφορετικότητας, την περιορισμένη ελευθερία και βεβαίως την επίφαση δημοκρατίας που χαρακτηρίζουν σήμερα την «νέα» Τουρκία που με περηφάνια παρουσιάζει ο ηγέτης της ως δύναμη ηγέτιδα και κυρίαρχη στην περιοχή.
Κοντολογίς μια χώρα που απομακρύνεται κάθε μέρα από την κοινή πορεία με τον δικό μας, τον δυτικό κόσμο, με τον οποίο οι διαφορές και οι αποκλίσεις αναμένεται να μεγαλώσουν.
Η Τουρκία που ξέραμε δεν υπάρχει πλέον. Η » νέα Τουρκία» που γεννιέται είναι άγνωστη και ελάχιστα ελκυστική.
Στις φωτογραφίες, εκτός από την Αγία Σοφία της Κωνσταντινούπολης, η Αγία Σοφία της Βιζύης, η πρώτη που μετατράπηκε πάλι σε τζαμί, η Αγία Σοφία της Νίκαιας (τόπος τέλεσης της Ζ’ Οικουμενική Συνόδου) και η Αγία Σοφία της Τραπεζούντας, μνημείο μεγάλης καλλιτεχνικής αξίας με εξαιρετικές τοιχογραφίες και ανάγλυφα στο εσωτερικό και στο εξωτερικό του.
ΥΓ. Η τύχη του μείζονος για τους Κούρδους μνημείου του Hasankeyf στην ΝΑ Τουρκία είναι ενδεικτικό πως η στάση που υπονοώ δεν αφορά μόνο τους χριστιανούς ή την βυζαντινή κληρονομία, αλλά και πολλές άλλες συλλογικές ετερότητες στην Τουρκία.
Πηγή: Γιάννης Γιγουτρσής
Τα θέματα των αναρτήσεων δεν εκφράζουν απαραίτητα και τις απόψεις των διαχειριστών και των συντακτών του ιστολογίου μας. Τα σχόλια εκφράζουν τις απόψεις των σχολιαστών και μόνο αυτών.
Σχόλια που περιέχουν ύβρεις ή απρεπείς χαρακτηρισμούς διαγράφονται κατά τον έλεγχο από την ομάδα διαχείρισης. Ευχαριστούμε.